Σήμερα είναι η κρίσιμη συνεδρίαση της ΕΚΤ στην οποία θα αποφασιστεί το ύψος του ELA που θα δοθεί στις ελληνικές τράπεζες και όπως αναφέρει το Bloomberg, αναμένεται να συζητηθεί αν θα πρέπει να επιβληθούν πιο αυστηροί όροι στην Ελλάδα για να συνεχίσουν να την δανείζουν.
Την ίδια στιγμή, βέβαια, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ γνωρίζουν πολύ καλά πως αν λάβουν μια τέτοια απόφαση, θα προκαλέσουν περαιτέρω επιδείνωση στην ήδη αδύναμη ελληνική οικονομία.
Ο Μάριο Ντράγκι έχει επαναλάβει σε όλους τους τόνους πως τις αποφάσεις για τέτοια ζητήματα πρέπει να τις λαμβάνουν οι εκλεγμένοι πολιτικοί και όχι οι τραπεζίτες. Συνάμα, προσθέτει πως οι αποφάσεις του Συμβουλίου πρέπει να βασίζονται σε κανόνες όπως είναι η φερεγγυότητα των ελληνικών τραπεζών και η απαγόρευση να χρηματοδοτούν το κράτος.
Ο οικονομολόγος Μάρκο Βάλι, της UniCredit με έδρα το Μιλάνο εξηγεί: «Είναι πολύ απλό: η ΕΚΤ δεν θέλει να είναι αυτή που θα τραβήξει το βύσμα στην Ελλάδα, ειδικά τώρα που οι πολιτικές διαπραγματεύσεις βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη. Εφόσον υπάρχει η πιθανότητα να μείνει στην Ευρωζώνη, ο ELA θα δοθεί κανονικά. Σε περίπτωση που αυτή η δυνατότητα εξαφανιστεί, τότε αυτομάτως θα πρέπει να διακοπεί και η έκτακτη παροχή ρευστότητας».
Το Bloomberg επαναφέρει στη συζήτηση το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας: χωρίς τα χρήματα από τους δανειστές, η Ελλάδα κινδυνεύει να χρεοκοπήσει λόγω χρέους.
Την ίδια στιγμή, η φερεγγυότητα της κυβέρνησης συνδέεται άμεσα με το τραπεζικό σύστημα καθώς υπάρχουν περίπου εννέα δισεκατομμύρια ευρώ που κατέχουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε έντοκα γραμμάτια.
Η ΕΚΤ βλέποντας τη συνεχόμενη εκροή καταθέσεων δίνει τον ELA για να καλύψει τις απώλειες και μέχρι στιγμής το ύψος της βοήθειας έχει φτάσει στα 80 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ σύμφωνα με τους όρους του παρόντος προγράμματος, αυτή η βοήθεια μπορεί να φτάσει ως τα 95 δισεκατομμύρια ευρώ.