Μερίδα του γερμανικού τύπου στρέφει το βλέμμα της στις εξελίξεις που σημειώθηκαν στην Ελλάδα το 2015, επιχειρώντας έναν απολογισμό της πρώτης χρονιάς διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Όπως σημειώνει σε ανάλυσή της η Berliner Zeitung, «μετά από επτά χρόνια κρίσης ο ΣΥΡΙΖΑ ανήλθε στην εξουσία στις αρχές του 2015 με την υπόσχεση να τερματίσει την χρόνια πολιτική περικοπών. Ωστόσο, η αντιπαράθεση με τους δανειστές της ΕΕ, του ΔΝΤ και της ΕΚΤ διήρκεσε λίγο και ήταν μάταιη. Η Αθήνα έπρεπε τον Ιούλιο να λυγίσει στις πιέσεις των δανειστών – ειδάλλως θα απειλούνταν με χρεοκοπία και έξοδο από την ευρωζώνη», επισημαίνει ο αρθρογράφος και υπογραμμίζει: «Η εξέγερση ενάντια στο πρόγραμμα λιτότητας στοίχισε ακριβά στη χώρα. Η αβεβαιότητα γιγαντώθηκε, οι επενδύσεις κατέρρευσαν, το κεφάλαιο διέφυγε, οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων που επιβλήθηκαν τον Ιούλιο διατηρούνται ακόμη». Ο αρθρογράφος της Berliner Zeitung παρατηρεί ότι η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στους δανειστές «κόστισε στους Έλληνες πολύ χρόνο και χρήμα» και επιχειρεί μια εκτίμηση για τη χρονιά που έρχεται. Όπως επισημαίνει, «είναι ήδη σαφές ότι το 2016 θα είναι ακόμη σκληρότερο για τους Έλληνες. Ο κρατικός προϋπολογισμός προβλέπει επιπλέον περικοπές ύψους έξι δις ευρώ. Σύμφωνα με την Κομισιόν, η οικονομία θα συρρικνωθεί περαιτέρω. Ωστόσο, σύμφωνα με την Κομισιόν, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα δημιουργήσουν νέες ευκαιρίες και θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη».
«Τα πάντα έμειναν ως είχαν»
Μία αντίστοιχη ανασκόπηση της χρονιάς που φεύγει στην Ελλάδα επιχειρεί να κάνει σε ανάλυσή του και το τηλεοπτικό δίκτυο n-tv. Στο κείμενο που δημοσιεύει στον ιστότοπό του (n-tv.de) σχολιάζει ότι η ελληνική κρίση «ξεχάστηκε, αλλά δεν έχει ξεπεραστεί» και εκτιμά ότι «τίποτα δεν έχει γίνει καλύτερο στην Ελλάδα». Αντιθέτως, όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος, «έναν χρόνο μετά την ιστορική κυβερνητική αλλαγή τα πάντα στην Ελλάδα έμειναν ως είχαν: Η ανεργία είναι υψηλή, η οικονομία συρρικνώνεται, λύση δεν διαφαίνεται. Η μοναδική διαφορά είναι ότι αυτό δεν γίνεται πλέον ζήτημα». Όπως παρατηρεί ο αρθρογράφος, «12 μήνες και τρεις εκλογικές αναμετρήσεις αργότερα κανείς δεν μιλά πλέον για την ελληνική πολιτική ή την οικονομική ανέχεια στην Ελλάδα. Όταν γερμανικά και διεθνή μέσα αναφέρονται στην Ελλάδα το θέμα είναι η δεύτερη μεγάλη κρίση της χρονιάς, η προσφυγική κρίση, το πλήθος των ανθρώπων που έχουν πνιγεί στο Αιγαίο, οι εκατοντάδες χιλιάδες απελπισμένοι που αναζητούν προστασία από τον πόλεμο στην Ευρώπη, κατά προτίμηση στη Γερμανία». Όπως σχολιάζει τέλος το δημοσίευμα, «μετά την επανειλημμένη συλλογική ψυχοθεραπεία στην εκλογική κάλπη οι Έλληνες φαίνεται να θέλουν να αφήσουν τα πάντα πίσω τους. Αντί να ψηφίσουν συντηρητικούς ή σοσιαλιστές, οι οποίοι ευθύνονται για την κρίση, προτιμούν να δώσουν μια ευκαιρία στους αριστερούς. Μοιάζουν να έχουν αντιληφθεί ότι η ΕΕ, όπως εξελίχθηκε τα τελευταία 15 χρόνια, δεν στοχεύει στην εξομοίωση του επιπέδου διαβίωσης και στην πρόοδο για όλους, αλλά είναι ένας μηχανισμός που διευκολύνει την φοροαποφυγή των πλουσίων και επιβάλλει αυξήσεις φόρων στους φτωχούς. Παρόλα αυτά αποφάσισαν να παραμείνουν».
Η Τουρκία «χρειάζεται βοήθεια»
Κυρίαρχες στον γερμανικό τύπο είναι σήμερα οι τελευταίες εξελίξεις στην Τουρκία, όπου καταγράφεται όξυνση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην τουρκική κυβέρνηση και τη φιλοκουρδική αντιπολίτευση, που εκπροσωπείται από το φιλοκουρδικό κόμμα HPD, με αφορμή τα κουρδικά αιτήματα περί αυτονομίας στις νοτιοανατολικές περιοχές της Τουρκίας, τα οποία διατυπώθηκαν εκ νέου τις προηγούμενες ημέρες και έτυχαν της στήριξης του ηγέτη του φιλοκουρδικού κόμματος Σελαχατίν Ντεμιρτάς. Ο τελευταίος κατηγορήθηκε χθες από τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν για προδοσία με αφορμή δηλώσεις του υπέρ της κουρδικής αυτονομίας και κατά του τούρκου προέδρου.
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung επισημαίνει σε σχόλιό της ότι «στις πιο αξιοθρήνητες εξελίξεις της χρονιάς συγκαταλέγεται η κατάσταση στις κουρδικές περιοχές της Τουρκίας. Η τουρκική ηγεσία ξανάρχισε τη μάχη κατά της τρομοκρατικής οργάνωσης PKK μετά την αξιοσημείωτη επιτυχία του κόμματος HDP – που ψήφισαν κατά πλειοψηφία Κούρδοι- στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου. Από τότε και στο εξής αποτέλεσε αγκάθι στο μάτι του Ερντογάν. Η οξεία αντίδρασή του στις δηλώσεις του συμπροέδρου του HDP Ντεμιρτάς δεν προμηνύουν τίποτα καλό για το άμεσο μέλλον», σχολιάζει η εφημερίδα της Φραγκφούρτης, επισημαίνοντας ότι «τα βήματα προς τα πίσω που γίνονται στην Τουρκία κάνουν μία πιθανή ένταξή της στην ΕΕ να μοιάζει σουρεαλιστική».
Σύμφωνα με τη Süddeutsche Zeitung, «η υποψήφια (σ.σ. προς ένταξη) χρειάζεται βοήθεια». Όπως επισημαίνει ο σχολιαστής της εφημερίδας του Μονάχου, «ο ένοπλος αγώνας (σ.σ. μεταξύ Τουρκίας και Κούρδων) διαρκεί από το 1984. Σκοτώθηκαν 40.000 άνθρωποι. Αυτή είναι η αιματηρή απόδειξη ότι αυτή η διένεξη δεν μπορεί να επιλυθεί με τη βία. Παρόλα αυτά η βία δεν έχει τέλος». Όπως εκτιμά ο γερμανός σχολιαστής, «η Δύση πρέπει να βοηθήσει. Στο ζήτημα της προσφυγικής κρίσης η ΕΕ έκανε βήματα μεγάλα βήματα προσέγγισης προς την υποψήφια για ένταξη Τουρκία (…) προκειμένου αυτή να προστατεύσει καλύτερα τα σύνορά της. Κριτική για την κλιμάκωση της διένεξης με τους Κούρδους ασκήθηκε ψιθυριστά. (…) Η ΕΕ πρέπει να αναμειχθεί στη διένεξη για το κουρδικό – η Άγκυρα αποτυγχάνει», επισημαίνει κλείνοντας η SZ.
Πηγή: Deutsche Welle