Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας επισημαίνοντας σε σχετική ανακοίνωσή του πως οι Μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρίσκονται πλέον σε οικονομική ασφυξία.
Ειδικότερα η ανακοίνωση του ΒΕΑ αναφέρει χαρακτηριστικά πως: «Τέσσερις και πλέον μήνες από την στιγμή που προκηρύχτηκαν πρόωρες εκλογές και σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση, η χώρα είναι παγιδευμένη σε ένα καταστροφικό σπιράλ αβεβαιότητας και ανασφάλειας που οδηγεί την πραγματική οικονομία στο χείλος της καταστροφής.
Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας υπογραμμίζει την απόλυτη ανάγκη για άμεση συμφωνία με τους εταίρους προκειμένου να επιβεβαιωθεί η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, να αρθεί η καταστροφική αβεβαιότητα και να γίνει η μεγάλη φυγή της οικονομίας προς τα εμπρός.
Στο σύνολό τους οι Μικροί και Μεσαίοι έλληνες επιχειρηματίες εκτιμούν ότι η σημερινή κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί και τονίζουν τη ζωτική ανάγκη για την άμεση ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων μέσω μιας εθνικά επωφελούς συμφωνίας, που θα εξασφαλίσει την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και θα βάλει τις βάσεις για μια μακρά περίοδο βιώσιμης ανάπτυξης.
Την ώρα που οι διαπραγματεύσεις της Κυβέρνησης με τους δανειστές εισέρχονται στον τέταρτο μήνα, η καθημερινότητα του Μικρομεσαίου Επιχειρηματία περιλαμβάνει τον αποκλεισμό από τον τραπεζικό δανεισμό και την ρευστότητα, φορολογικές υποχρεώσεις, αγορά πρώτων υλών «τοις μετρητοίς», προπληρωμή των παραγγελιών σε ξένους προμηθευτές την ώρα που η είσπραξη από τους εγχώριους προμηθευτές γίνεται με έξι και πλέον μήνες καθυστέρηση και κάθετη πτώση της εγχώριας κατανάλωσης εξαιτίας της ύφεσης.
Η σημερινή κατάσταση δεν απειλεί μόνον όσους βρίσκονται σε οριακό σημείο, αλλά και όσους τα χρόνια της κρίσης άντεξαν, επένδυσαν, συγκράτησαν μισθούς, κατέβαλαν φόρους και απέφυγαν απολύσεις. Απειλεί πιο απλά και την υγιή επιχειρηματικότητα.
Την ίδια στιγμή ενδεικτικά είναι τα στοιχεία της ΤτΕ για την χρηματοδότηση των επιχειρήσεων από το πιστωτικό σύστημα όπου για το πρώτο τρίμηνο του 2015 σημειώνεται στασιμότητα ως προς τις χορηγήσεις ενώ διαβλέπει και επιδεινούμενες προοπτικές και αυστηροποίηση των κριτηρίων δανειοδότησης λόγω της γενικής οικονομικής κατάστασης της χώρας.
Οι επιπτώσεις της αβεβαιότητας έχουν ήδη αρχίσει να αποτυπώνονται στα βασικά μεγέθη της οικονομίας, όπως το ΑΕΠ, κάτι που θα επιταχυνθεί το επόμενο διάστημα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του IOBE στο δ΄ τρίμηνο του 2014 η αύξηση του ΑΕΠ επιβραδύνθηκε στο 1,3% έναντι ανόδου 1,5% στο γ΄ τρίμηνο.
Όπως εκτιμούν αναλυτές, στο α΄ τρίμηνο του 2015, ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ έχει συρρικνωθεί κοντά στο 0%.
Με λίγα λόγια, όσο η κυβέρνηση επιχειρεί μια επαναδιαπραγμάτευση για να αποφύγει τη λήψη υφεσιακών μέτρων, η οικονομία όχι μόνο χάνει την αναπτυξιακή δυναμική που είχε σχηματιστεί ύστερα από έξι χρόνια βαθιάς ύφεσης, αλλά επιστρέφει εκ νέου σε τροχιά ύφεσης.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το 2015 κινδυνεύει να αποτελέσει άλλη μια χαμένη χρονιά, καθώς άπαντες πλέον οι οικονομολόγοι κάνουν λόγο για ύφεση ή στην καλύτερη περίπτωση ασθενική ανάπτυξη.
Η χώρα απειλείται να διανύσει την όγδοη -με εξαίρεση το 2014 που υπήρξε οριακή ανάπτυξη- χρονιά συρρίκνωσης, εφόσον εάν χαθεί το πρώτο τρίμηνο του έτους, ουσιαστικά χάνεται και η χρονιά.
Η χρονοτριβή οδηγεί μόνο σε αδιέξοδο, με άμεση συνέπεια την αύξηση των «λουκέτων» και κατ’ επέκταση της ανεργίας, ενώ καθιστά και την περιβόητη «ανάπτυξη», όνειρο «θερινής νυκτός».
Ο Πρόεδρος του Β.Ε.Α Π. Ραβάνης, τονίζει ότι «Eίναι επιτακτική ανάγκη η άμεση ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης και η εξεύρεση μιας εθνικά επωφελούς λύσης. Είναι η μόνη επιλογή, για να αποκατασταθεί η σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας και να εκμεταλλευτούμε το ευνοϊκό ευρωπαϊκό περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων, της ποσοτικής χαλάρωσης και των επενδυτικών σχεδίων, που απολαμβάνουν ήδη οι επιχειρήσεις των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Η χώρα χρειάζεται ανάπτυξη, η οποία προϋποθέτει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε συνθήκες κοινωνικής συνοχής, εξωστρέφεια και προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων και κεφαλαίων».