Απέρριψε το Συμβούλιο της Επικρατείας την αίτηση ακύρωσης του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) και άλλων περιφερειακών εργοδοτικών Ενώσεων που ζητούσαν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 7613/395/18.2.2019 εγκύκλιος του υπουργού Εργασίας, η οποία προέβλεπε τα καθορισθέντα ποσά με τα οποία θα προσαυξάνονται οι τριετίες σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο 4093/2012. Με την απόφαση αυτή του Δ’ τμήματος του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου ανοίγει επί της ουσίας ο δρόμος για την καταβολή του επιδόματος προϋπηρεσίας, (οι γνωστές «τριετίες») το οποίο είχε «παγώσει» από το 2012.
Της Άννας Κανδύλη
Η πλευρά των εργοδοτών υποστήριζε ότι οι τριετίες στις κατώτατες αμοιβές έχουν καταργηθεί, ενώ η επίμαχη εγκύκλιος διευκρινίζει ότι οι τριετίες πρέπει να συνεχίσουν να καταβάλλονται.
Η αίτηση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, καθώς οι δικαστές έκριναν ότι η εγκύκλιος που παρείχε οδηγίες «για την εφαρμογή του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου για τους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες όλης της χώρας» (με ισχύ από 1η Φεβρουαρίου 2019), είναι καθαρά ερμηνευτική και δεν μπορεί να προσληφθεί στο ΣτΕ.
Κατά τους δικαστές, παρέχει υποδείξεις για την ορθή εφαρμογή και συμμόρφωση του ισχύοντος νομικού πλαισίου, που όμως οι υποδείξεις αυτές «δεν είναι καθ’ εαυτές δεσμευτικές για τους αποδέκτες και δεν αποτελούν νομική δέσμευση γι’ αυτούς».
Παράλληλα, σύμφωνα με το ΣτΕ, «δεν παράγονται δεσμευτικές έννομες συνέπειες από τις υποδείξεις σχετικά με το ύψος των καταβλητέων αποδοχών, η δε προσβαλλόμενη πράξη (σ.σ.: Εγκύκλιος υπουργείου εργασίας) δεν αποτελεί κατόπιν τούτων εκτελεστή διοικητική πράξη».
Σημειώνουν δε ότι οι εργοδότες «μπορούν να μη συμμορφωθούν αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις προβλεπόμενες τυχόν από το νόμο κυρώσεις, στην περίπτωση που οι ενέργειες τους δεν θα είναι πράγματι νόμιμες».