Ο διαρκώς αυξανόμενος όγκος και ρυθμός ανάπτυξης των δεδομένων που οι οικονομικοί διευθυντές καλούνται να διαχειριστούν, περιορίζει σημαντικά τη δυνατότητά τους να παρέχουν έγκαιρη, ορθή και ουσιαστική πληροφόρηση, αφήνοντάς τους εκτεθειμένους απέναντι στη διοίκηση. Το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει από τα αποτελέσματα έκθεσης της ΕΥ με τίτλο: “How can reporting catch up with an accelerating world?”.
Συγκεκριμένα, ποσοστό 66% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι το πρόβλημα αυτό επηρεάζει σημαντικά την αποτελεσματικότητα των εταιρικών αναφορών (corporate reporting), ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 57% του 2015.
Η έρευνα του τμήματος διεξήχθη σε δείγμα 1.000 οικονομικών διευθυντών και επικεφαλής corporate reporting μεγάλων οργανισμών από 25 χώρες, με κύκλο εργασιών άνω των 500 εκατ. δολαρίων.
Σύμφωνα με την έρευνα, όλα τα στελέχη από την Αμερική, την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, την Ιαπωνία και τη Μέση Ανατολή αναφέρουν τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας ως την κυριότερη εξωτερική πρόκληση ως προς το corporate reporting. Η αντιμετώπιση αυτών των τεχνολογικών προκλήσεων, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων cloud, της διαχείρισης δεδομένων (data analytics), της ρομποτικής αυτοματοποίησης διαδικασιών (robotic process automation) και της τεχνητής νοημοσύνης, αποτελεί κορυφαίο ζήτημα για το 35% των συμμετεχόντων από τις αναδυόμενες αγορές, καθώς και το δεύτερο σημαντικότερο ζήτημα για τα στελέχη από την Ευρώπη.
Όπως προκύπτει από την έρευνα, οι οικονομικοί διευθυντές σε όλο τον κόσμο πασχίζουν να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την αύξηση του όγκου και της ταχύτητας των δεδομένων που έχουν στη διάθεσή τους. Πολλοί από αυτούς τονίζουν πως περιορίζονται από απαρχαιωμένα συστήματα τα οποία δεν επιτρέπουν στις ομάδες που ασχολούνται με το reporting να εξάγουν πληροφόρηση με μελλοντικό προσανατολισμό από ένα μεγάλο και ταχέως μεταβαλλόμενο όγκο δεδομένων. Το αποτέλεσμα είναι ένα αυξανόμενο χάσμα μεταξύ των προσδοκιών των διοικητικών συμβουλίων για άρτια και μελλοντική πληροφόρηση και των δυνατοτήτων των οικονομικών διευθυντών να την παράσχουν σε αυτό το επίπεδο. Είναι προφανές ότι το χάσμα αυτό θα συνεχίσει να παραμένει αγεφύρωτο, έως ότου το corporate reporting προσαρμοστεί στην εξέλιξη της τεχνολογίας.
Σε μια περίοδο κατά την οποία σχεδόν ένας στους τρεις (32%) οικονομικούς διευθυντές χαρακτηρίζει το μοντέλο λειτουργίας του corporate reporting ως «μέτριο», δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ποσοστό 56% των οικονομικών διευθυντών θεωρούν ότι η τροποποίηση του μοντέλου αυτού αποτελεί βασική του προτεραιότητα. Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, 54% αναμένουν μια πολύ σημαντική αύξηση της ανάθεσης τέτοιων λειτουργιών σε εξωτερικούς συνεργάτες (outsourcing), ενώ το 51% σε υπηρεσίες διαχείρισης (managed services) και το 50% σε κέντρα παροχής κοινών υπηρεσιών (captive shared services centers) – είτε στην ίδια χώρα, είτε σε κάποια κοντινή.
Οι τρεις βασικοί στόχοι που οι Οικονομικοί Διευθυντές αναμένουν να πετύχουν μέσω αυτών των νέων ρυθμίσεων του corporate reporting είναι: αυξημένη ακρίβεια και αποτελεσματικότητα (30%), βελτιωμένη διαχείριση δεδομένων, προκειμένου να ενισχυθεί η στρατηγική πληροφόρηση, η οποία προσανατολίζεται στο μέλλον (29%), και η ευελιξία του corporate reporting (28%).
Ωστόσο, δεδομένων όλων αυτών των αλλαγών, 42% των ερωτηθέντων προβληματίζονται ως προς τη δυνατότητα επίτευξης μιας σωστής ισορροπίας μεταξύ της κεντρικής διαχείρισης και της ανάγκης αποκέντρωσης του reporting, έτσι ώστε να είναι προσαρμοσμένο στις τοπικές ανάγκες. Σήμερα, η αντίληψη που επικρατεί αναφορικά με την οργάνωση του corporate reporting είναι η διενέργεια του ελέγχου σε κεντρικό επίπεδο (33% των ερωτηθέντων). Οι Οικονομικοί Διευθυντές εκτιμάται πως θα διατηρήσουν τον έλεγχο σε κεντρικό επίπεδο, ωστόσο αναμένεται να αναθέσουν σημαντικές αρμοδιότητες σε τοπικές αγορές. Ποσοστό 29% των ερωτηθέντων θεωρούν το μοντέλο αυτό ως το πρότυπο του μέλλοντος, ενώ μόλις το 24% το εφαρμόζουν σήμερα.