Σε αγώνα δρόμου για να εξασφαλίσουν το ακριβό αναλώσιμο υλικό που χρειάζονται, επιδίδονται καθημερινά εκατοντάδες ανασφάλιστοι διαβητικοί.
Σύμφωνα με καταγγελίες, τα φαρμακεία των νοσοκομείων από τα οποία μόνο μπορούν να παίρνουν αναλώσιμα οι ανασφάλιστοι δηλώνουν αδυναμία να τους τα προμηθεύσουν.
Ο νόμος καθολικής υγειονομικής κάλυψης των ανασφάλιστων – που «διαφημίζουν» όπου σταθούν και βρεθούν οι υπουργοί Υγείας, Ανδρέας Ξανθός και Παύλος Πολάκης- δεν έχει προβλέψει το αναλώσιμο υλικό να λαμβάνεται και από τα ιδιωτικά φαρμακεία. Επομένως, ανασφάλιστοι με σακχαρώδη διαβήτη αναγκάζονται να πληρώνουν από την τσέπη τους περίπου 130 ευρώ το μήνα.
«Υπάρχουν ασθένειες που το αναλώσιμο υλικό είναι απαραίτητο για τη λήψη των φαρμάκων. Και έχει ένα κόστος ιδιαίτερα μεγάλο», λέει στον Ελεύθερο Τύπο ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων – Συλλόγων Ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη (ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ), Χρήστος Δαραμήλας.
Το αναλώσιμο αυτό υλικό είναι οι ταινίες μέτρησης του σακχάρου, από τις οποίες οι ασθενείς χρειάζονται τέσσερα κουτιά για κάθε μήνα, οι βελόνες για την ινσουλίνη που κοστίζουν περίπου 19 ευρώ και οι σκαρφιστήρες για το «τρύπημα» του δαχτύλου που έχουν ένα κόστος περίπου στα 10-12 ευρώ το μήνα.
Σύμφωνα με τον κ. Δαραμήλα, τις τελευταίες ημέρες υπάρχουν 80 καταγγελίες στην Αττική και τουλάχιστον 30-40 στη Θεσσαλονίκη από ανασφάλιστους διαβητικούς που δεν μπορούν να βρουν το αναλώσιμο υλικό τους δωρεάν. Και δωρεάν εννοούμε από τα φαρμακεία των νοσοκομείων, όπως προβλέπεται σε διευκρινιστική εγκύκλιο, γιατί στο νόμο 4368 (το λεγόμενο παράλληλο πρόγραμμα) καθολικής κάλυψης των ανασφάλιστων δεν υπήρχε καθόλου η πρόβλεψη για αναλώσιμο υλικό ανασφάλιστων παρά μόνο για φάρμακα.
Η εγκύκλιος αυτή εκδόθηκε τον Μάιο και αναφέρει: «Η χορήγηση ιατρικών βοηθημάτων και αναλώσιμου υγειονομικού υλικού ή άλλων αναγκαίων σκευασμάτων θα πραγματοποιείται από τα νοσοκομεία».
Ωστόσο, σύμφωνα με την ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ, ενώ κάποια νοσοκομεία δίνουν αναλώσιμα υλικά, υπάρχουν και άλλα που εκφράζουν αδυναμία να τα δώσουν. Πιο συγκεκριμένα, από την άτυπη έρευνα της Ομοσπονδίας, τα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας δεν δίνουν το απαραίτητο αναλώσιμο υλικό, όπως και της Καβάλας, ενώ στην Πάτρα, για παράδειγμα, συνεχίζουν να προμηθεύουν κανονικά.
«Δεν ξέρουμε ακριβώς τι γίνεται. Είναι ένα σύνολο αιτιών, όπως το ότι οι προϋπολογισμοί των νοσοκομείων δεν αυξήθηκαν από τη στιγμή που πήραν εκείνα την ευθύνη για να προμηθεύουν τα ακριβά φάρμακα για κάποιες ασθένειες και όχι τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ. Αρα οι οικονομικές δυνατότητες των νοσοκομείων είναι εξαιρετικά περιορισμένες», τονίζει ο κ. Δαραμήλας.
Σύμφωνα με την ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ, έχει γίνει προφορική παρέμβαση από την Ομοσπονδία στο υπουργείο Υγείας για το θέμα αυτό, αλλά ακόμη δεν έχει δοθεί κάποια λύση στο πρόβλημα.
Ετσι, οι σύλλογοι ασθενών έχουν επιδοθεί σε έναν πραγματικό αγώνα δρόμου ώστε να «ανταλλάσσουν» αναλώσιμο υλικό. Ψάχνουν δηλαδή σε ποιους ασθενείς περισσεύει για να το δώσουν σε άλλους που αδυνατούν να το βρουν στα φαρμακεία των νοσοκομείων. Η τακτική της… ανταλλαγής είθισται άλλωστε στον τομέα της Υγείας όχι μόνο μεταξύ ασθενών, αλλά και μεταξύ νοσηλευτικών ιδρυμάτων που παρουσιάζουν σοβαρές ελλείψεις σε φάρμακα, υλικά, είδη υγιεινής.
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια από τις μεγαλύτερες σύγχρονες «μάστιγες» και λαμβάνει εκρηκτικές διαστάσεις. Τα τελευταία 30 χρόνια, τα άτομα με διαβήτη έχουν εξαπλασιαστεί, ενώ η χώρα μας δεν ξεφεύγει από την «επιδημία» αυτή, αφού οι πάσχοντες αγγίζουν τις… 900.000.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας, στην Ελλάδα κάθε χρόνο προστίθενται 35.000-40.000 νέες περιπτώσεις, εκ των οποίων και 500 παιδιά, ηλικίας κάτω των 16 ετών.
Από το σύνολο των ατόμων με διαβήτη στην Ελλάδα, το 1,55% είναι αδιάγνωστο, το 2,3% αρρύθμιστο και το 7,8% λαμβάνει αγωγή.
Ο διαβήτης τύπου 1, μάλιστα, αυξάνεται κατά 3% κάθε χρόνο στα παιδιά και τους εφήβους, ενώ ο διαβήτης τύπου 2 προσβάλλει πλέον όλο και μικρότερες ηλικίες, νέους και παιδιά.
Το κόστος της νόσου αποτελεί ένα σημαντικό «αγκάθι» για το κράτος, καθώς, σύμφωνα με τους ειδικούς της Ελληνικής Ομοσπονδίας για το Διαβήτη, ο αρρύθμιστος διαβήτης κοστίζει περισσότερο (κατά 30%) στο σύστημα περίθαλψης της χώρας μας. Μόλις ένα 15% του κόστους αντιστοιχεί στα φάρμακα, το υπόλοιπο αφορά στις επιπλοκές.