του Τάσου Δασόπουλου
Σε ένα «αμιγώς ευρωπαϊκό» τρίτο μνημόνιο χωρίς το ΔΝΤ φαίνεται ότι προσανατολίζεται πλέον η κυβέρνηση, έχοντας εξασφαλίσει τουλάχιστον την συζήτηση για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους μετά την πρώτη αξιολόγηση και επιχειρώντας να αποφύγει το χειρότερο στις αλλαγές για το ασφαλιστικό.
Την πλήρη αλλαγή στρατηγικής της ελληνικής κυβέρνησης άφησε να φανεί χθες ο πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας στην συνέντευξη που έδωσε στην ΕΡΤ. Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το ρόλο του ΔΝΤ στο τρίτο μνημόνιο είπε ότι η Ελλάδα δεν είχε ζητήσει την συμμετοχή του Ταμείου στο τρίτο μνημόνιο.
Πρόσθεσε, επίσης, ότι πλέον οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας είναι σαφώς μειωμένες σε σχέση με τους αρχικούς υπολογισμούς, αφού μετά την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιποίησης των τραπεζών το δάνειο των 86 δισ. περιορίζεται κατά 19 δισ. ευρώ.
Περιέγραψε ένα αδιέξοδο στις σχέσεις με το ΔΝΤ λέγοντας ότι «το Ταμείο πηγαίνει στους Ευρωπαίους εταίρους μας και προτείνει λύσεις για το χρέος που δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές. Από εμάς ζητά μεταρρυθμίσεις πολύ σκληρές οι οποίες δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές όχι από τους πολιτικούς, αλλά από την κοινωνία. Η στάση τους είναι μη εποικοδομητική», είπε και πρόσθεσε ότι στο πλαίσιο ενός διμερούς διαλόγου όλοι πρέπει να κάνουν συμβιβασμούς.
Η απάντηση του πρωθυπουργού συνάδει με διπλωματικές πηγές από τις Βρυξέλλες που θεωρούν ότι η συμμετοχή του Ταμείου στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα μπορεί να περιοριστεί στο ρόλο που έχει σήμερα. Δηλαδή του οργανισμού που έχει την απαραίτητη τεχνογνωσία και άρα μπορεί να παίξει το ρόλο του επόπτη, αλλά όχι και τον χρηματοδότη.
Η άποψη αυτή έχει τη βάση της στο επιχείρημα του πρωθυπουργού ότι δηλαδή το ταμείο θέτει ως προϋπόθεση για την συμμετοχή του στο πρόγραμμα μια πιο δραστική λύση στο θέμα της ελάφρυνσης του χρέους που φτάνει μέχρι και το κούρεμα, η οποία έχει αποκλειστεί σε όλους τους τόνους από τους Ευρωπαίους ηγέτες και τους εκπροσώπους των θεσμών.
Από την άλλη , τόσο Ελλάδα, όσο και ΕΕ θέλουν να αποφύγουν νέα δάνεια από το ΔΝΤ, τα οποία έχουν μηδενική περίοδο χάρητος και σχεδόν τετραπλάσιο επιτόκιο (3.8%) από αυτά του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας που στο νέο δάνειο ζητά επιτόκιο 1%.
Από την άλλη μεριά, τα στελέχη του Ταμείου και ειδικά η Γενική Διευθύντρια κ. Κριστίν Λαγκάρντ δηλώνει γενικά ότι θέλει να συνεχίσει να βοηθά την Ελλάδα, αλλά δεν κατεβάζει σε καμία περίπτωση τον πήχη των απαιτήσεων του ΔΝΤ.
Οι μη διαπραγματεύσιμες απαιτήσεις του Ταμείου για ένα «ολοκληρωμένο πακέτο μεταρρυθμίσεων» από την πλευρά της Ελλάδας και μια γενναία λύση του χρέους από την ΕΕ γεννούν απορίες για το εάν το Ταμείο θέλει να συμμετέχει ή όχι στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα.
Δεν πέρασε άλλωστε πάρα πολύς καιρός από τότε που η ίδια επιμένοντας στη συνέχιση της χρηματοδότησης της Ελλάδας δέχθηκε πιέσεις από συγκεκριμένα μέλη του ΔΣ του Ταμείου που την οδήγησαν στο να υποβάλει την παραίτησή της παραπάνω από μια φορές.
Το μόνο που μένει για τη μόνιμη αποχή του Ταμείου από την χρηματοδότηση του τρίτου ελληνικού προγράμματος είναι να βρεθεί μία φόρμουλα που θα κάμψει την εμμονή της Γερμανίας, που θέλει το ΔΝΤ «παρών» ως επόπτη και χρηματοδότη.