Oι εξαγωγές και η δυναμική της ιδιωτικής κατανάλωσης και των καταναλωτικών προσδοκιών αποτελούν τον κύριο προωθητικό παράγοντα της ανάπτυξης σύμφωνα με την εβδομαδιαία ανάλυση της Alpha Bank .
H ιδιωτική κατανάλωση συνέβαλε στο ΑΕΠ 0,93 ποσοστιαίες μονάδες.
Ειδικότερα η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία αποτελεί περίπου το 70% του ΑΕΠ, αυξήθηκε κατά 1,3% το 2014, μετά από πέντε κατά σειρά έτη πτώσης.
Η θετική αυτή εξέλιξη επήλθε ως αποτέλεσμα της σταθεροποίησης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος και της πτώσης του γενικού επιπέδου τιμών.
Ο πιο σημαντικός παράγοντας, ωστόσο, ήταν η βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης σε όλη τη διάρκεια του 2014 με διαρκώς ενισχυόμενη ένταση στην προεκλογική περίοδο, που συνεχίσθηκε μετεκλογικά,
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης βελτιώθηκε στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο 2009, στις -30,6 μονάδες τον Φεβρουάριο 2015, από -49,3 μονάδες τον Ιανουάριο 2015.
Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή διαδραμάτισε η φθίνουσα πορεία της τιμής του πετρελαίου που ευνόησε τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, καθώς περιόρισε το κόστος θέρμανσης και μεταφοράς τονώνοντας την αισιοδοξία των νοικοκυριών.
Παράλληλα, η βελτίωση των προσδοκιών που αποτυπώνεται στον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης μπορεί να αποδοθεί στις προσδοκίες υιοθέτησης λιγότερο αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής και αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης, μετά την κυβερνητική αλλαγή.
Θετική συνεισφορά είχαν επίσης οι καθαρές εξαγωγές και μάλιστα για έκτο συνεχές έτος (0,24 εκατοστιαίες μονάδες), κυρίως ως αποτέλεσμα της λίαν θετικής πορείας του τουρισμού, που υποστηρίχθηκε από την επίδραση της διολίσθησης του ευρώ.
Αυτό γίνεται εμφανές από την μεγάλη αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών κατά 12,9% το 2014, από αύξηση μόλις 1,9% το 2013. Πολύ σημαντική εξέλιξη αποτελεί η ανάκαμψη των επενδύσεων στο δεύτερο εξάμηνο του 2014 και ειδικά κατά το τέταρτο τρίμηνο, που οδήγησε τελικά σε αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου κατά 2,7% το 2014.
Η αύξηση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική, αν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι η μείωση σε επενδύσεις κατοικιών εντάθηκε κατά το τέταρτο τρίμηνο 2014, ενώ συνολικά το 2014 οι επενδύσεις αυτές μειώθηκαν κατά 51,7%, και είχαν αρνητική επίπτωση στο ΑΕΠ κατά 1,3 εκατοστιαίες μονάδες.
Τεκμαίρεται, συνεπώς, ότι η εγχώρια ζήτηση, αλλά και ο εξωτερικός τομέας στήριξαν την οικονομία το 2014.
Από την άλλη πλευρά, η εγχώρια παραγωγή δεν ανταποκρίθηκε άμεσα στην αύξηση της εγχώριας ζήτησης, με αποτέλεσμα τη μείωση των αποθεμάτων (που αφαίρεσαν 0,5 εκατοστιαίες μονάδες από την άνοδο του ΑΕΠ το 2014) και τη σημαντική άνοδο των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (αύξηση κατά 7,4% το 2014, έναντι πτώσης 1,6% το 2013).
Τα στοιχεία της οικονομικής συγκυρίας που ανακοινώθηκαν, σε συνδυασμό με εξωγενείς παράγοντες όπως η φθίνουσα πορεία της τιμής του πετρελαίου αλλά και η διολίσθηση του ευρώ, ενισχύουν την εκτίμηση ότι η ιδιωτική κατανάλωση και ο εξωτερικός τομέας θα στηρίξουν εκ νέου την ανάπτυξη το 2015. Αντιθέτως, η πορεία των επενδύσεων επηρεάζεται από την αβεβαιότητα για τη χρηματοδότηση του ελληνικού δημοσίου κατά τη διάρκεια της τετράμηνης παράτασης καθώς και τη μορφή της νέας συμφωνίας της χώρας με τους επίσημους πιστωτές της.
Προβληματίζει τέλος η επικράτηση ενός αποπληθωριστικού σκηνικού στη χώρα.
Η διατήρηση του πληθωρισμού σε αρνητικό επίπεδο, στο -2,8% τον Ιανουάριο 2015, οφείλεται μεν σε μεγάλο βαθμό στην πτωτική πορεία των τιμών της ενέργειας, δημιουργεί, ωστόσο, προβλήματα συγκρατώντας σε αρνητικό έδαφος το ονομαστικό ΑΕΠ (-1,8% το 2014), δυσχεραίνοντας έτσι τη βιωσιμότητα του λόγου χρέους προς ΑΕΠ.
Επιπλέον, η μεταβολή του ονομαστικού ΑΕΠ συσχετίζεται σημαντικά με τη ζήτηση για δανεισμό. Όπως φαίνεται στο Γράφημα 3, το ονομαστικό ΑΕΠ έλαβε για πρώτη φορά αρνητικό πρόσημο στο δεύτερο τρίμηνο του 2010, ενώ η πιστωτική επέκταση ακολούθησε περνώντας σε αρνητικό έδαφος από το τελευταίο τρίμηνο 2010.
Τόσο το ονομαστικό ΑΕΠ όσο και ο ρυθμός χρηματοδότησης διατήρησαν από το 2011 έως τα μέσα του 2014 το αρνητικό πρόσημο.
Ωστόσο, από το δεύτερο εξάμηνο 2014 παρατηρείται επιβράδυνση του ρυθμού μείωσης του ονομαστικού ΑΕΠ και της πιστωτικής επέκτασης.
Με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία προκύπτει ότι ο ετήσιος ρυθμός μείωσης της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα ελαφρώς επιβραδύνθηκε σε 2,9% τον Ιανουάριο 2015 (€214,1 δισ.), έναντι υποχώρησης κατά 3,1% τον Δεκέμβριο 2014.
Αντίστοιχα συμπεράσματα εξάγονται και για την πορεία του ονομαστικού ΑΕΠ.
Συνεπώς, εκτιμάται ότι από το 2015 η πιστωτική επέκταση θα αρχίσει σταδιακά να ανακάμπτει, καθώς θα καταγράφεται θετικός ρυθμός μεταβολής του ονομαστικού ΑΕΠ.
Δείκτες Οικονομικής Εμπιστοσύνης: Σημαντική βελτίωση του οικονομικού κλίματος σημειώθηκε τον Φεβρουάριο 2015, μετά την πτώση του Ιανουαρίου.
Συγκεκριμένα, ο Γενικός Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (ESI) για την Ελλάδα, που καταρτίζεται από τον ΙΟΒΕ, ανήλθε τον Φεβρουάριο 2015 στις 98,2 μονάδες, έναντι 95,3 τον προηγούμενο μήνα.
Πάντως επισημαίνεται ότι ο δείκτης διαμορφώθηκε στο υψηλό αυτό επίπεδο από στοιχεία που συγκεντρώθηκαν αμέσως μετά τις βουλευτικές εκλογές και πριν τη συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους.
Η βελτίωση του κλίματος οικονομικής εμπιστοσύνης προήλθε πρωτίστως από την ισχυρή ανάκαμψη της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, ακολουθούμενη από τη σημαντική άνοδο των επιχειρηματικών προσδοκιών στις κατασκευές και την οριακή βελτίωση στη βιομηχανία.