Στις σημαντικές διαφορές που διαπιστώθηκαν μεταξύ του προγράμματος της ελληνικής κυβέρνησης και του προγράμματος στήριξης που λήγει στις 28 Φεβρουαρίου, εν όψει του σημερινού Eurogroup, καθώς και στην αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων στην επέκταση του προγράμματος, αναφέρεται δημοσίευμα της εφημερίδας Wall Street Journal.
Tο δημοσίευμα της WSJ σημειώνει ότι οι όποιες αλλαγές στο τρέχον πρόγραμμα στήριξης ή η λήξη του θα πρέπει να αποφασισθούν έως την Παρασκευή, ώστε να εγκριθούν έως το τέλος του μήνα από τα κοινοβούλια της Γερμανίας, της Φινλανδίας και της Ολλανδίας.
Αν δεν υπάρξει μία τέτοια συμφωνία, η Ελλάδα δεν θα έχει από την 1η Μαρτίου ένα πλαίσιο χρηματοδοτικής στήριξης από την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ, όπως είχε τα τελευταία 5 χρόνια, σημειώνεται.
Σύμφωνα με πληροφορίες της WSJ, αξιωματούχοι των Βρυξελλών και άλλων χωρών της Ευρωζώνης παρουσίασαν μία νέα πρόταση, η οποία θα συμβιβάζει την απαίτηση των πιστωτών της Ελλάδας για επέκταση του τρέχοντος προγράμματος και την άρνηση της Αθήνας να την αποδεχθεί.
«Σύμφωνα με το σχέδιο, η τελευταία δόση των 7,2 δισ. ευρώ από το τρέχον πρόγραμμα θα μπορούσε να διασπαστεί σε μικρότερες δόσεις και να εκταμιεύεται τους επόμενους μήνες με την υλοποίηση διαφορετικών μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικών περικοπών».
Ένας Γερμανός αξιωματούχος δήλωσε ότι αν εφαρμοσθεί το 70%, ή ακόμη και το 50%, των μέτρων του σημερινού προγράμματος θα μπορούσε να είναι αρκετό, εφόσον υπάρχει το σωστό μείγμα και ευρεία συμμόρφωση με τους δημοσιονομικούς και οικονομικούς στόχους του.
«Είναι αυτός ο τελευταίος όρος -η συμμόρφωση με τους δημοσιονομικούς και οικονομικούς στόχους που είχαν διαπραγματευθεί στο παρελθόν- που θα αποτελέσει μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες για μία συμφωνία.
Οι συζητήσεις την Παρασκευή και το Σάββατο μεταξύ Ελλήνων αξιωματούχων και εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ διαπίστωσαν λίγο κοινό έδαφος» σημειώνει το δημοσίευμα, επικαλούμενο αξιωματούχο που είναι ενήμερος για τις διαπραγματεύσεις.
Ένας δεύτερος αξιωματούχος, που μίλησε στην εφημερίδα μετά τη χθεσινή τηλεφωνική συνομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, περιέγραψε την κατάσταση ως «εξαιρετικά δύσκολη» προσθέτοντας ότι «οι ελπίδες δεν είναι πολλές» για το σημερινό Eurogroup.
Ένα ακόμη μεγαλύτερο εμπόδιο για μία συμφωνία είναι η κάλυψη του μακροχρόνιου χρηματοδοτικού κενού της Ελλάδας, αναφέρει η WSJ.
Το τρέχον πρόγραμμα, αναφέρει το δημοσίευμα, ήδη προέβλεπε ένα χρηματοδοτικό κενό για το 2015 ύψους 12,3 δισ. ευρώ, με την υπόθεση της καταβολής της τελευταίας δόσης των 7,2 δισ. ευρώ από το τρέχον πρόγραμμα και επιπλέον 10,7 δισ. ευρώ από το ΔΝΤ.
Το κενό αυτό πιθανόν έχει αυξηθεί λόγω της μείωσης των φορολογικών εσόδων και της επιβράδυνσης της οικονομίας, όπως και λόγω της αύξησης των δαπανών που έχει υποσχεθεί η ελληνική κυβέρνηση, προσθέτει το δημοσίευμα.
Αξιωματούχοι της Ευρωζώνης σημειώνουν ότι είναι διατεθειμένοι να μεταφέρουν περίπου 11 δισ. ευρώ από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας σε ένα νέο πρόγραμμα, αλλά αυτό δύσκολα θα επαρκέσει για να καλύψει το χρηματοδοτικό κενό για το 2015.
Σύμφωνα με ανάλυση του ινστιτούτου Bruegel στις Βρυξέλλες, ακόμη και αν η Ελλάδα επιτύγχανε τους δημοσιονομικούς στόχους του ισχύοντος προγράμματος, μεταξύ των οποίων και τον στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα 4,5% του ΑΕΠ, θα έπρεπε να δανεισθεί περίπου 45 δισ. ευρώ την επόμενη 5ετία.
Το ποσό αυτό θα αυξηθεί κατά 42 δισ. ευρώ, αν τα πρωτογενή πλεονάσματα περιορισθούν στο 1,5% του ΑΕΠ, όπως ζητά η ελληνική κυβέρνηση, αναφέρεται στο δημοσίευμα της WSJ.