«Με την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών οι εθνικισμοί στα Βαλκάνια δέχονται ένα ισχυρό και ανεπανόρθωτο πλήγμα», τόνισε η Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, στην ομιλία της στην Ολομέλεια της Βουλής για την κύρωση της Συμφωνίας.
Η Συμφωνία των Πρεσπών, υπογράμμισε, «επιλύει μια ιστορική εκκρεμότητα με σεβασμό πάνω απ’ όλα στην ιστορία της ίδιας της Μακεδονίας. Ενός τόπου ζωντανού, πολυπολιτισμικού, του οποίου οι παραδόσεις και η κουλτούρα των ανθρώπων του δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς που μιλάνε στο όνομα του, έχοντας στο μπράτσο τον αγκυλωτό σταυρό. Στην ιστορία αυτού του τόπου οι φασίστες, οι ναζί και οι συνεργάτες τους έχουν μόνο μια φρικτή συμβολή. Είναι αυτοί που κυνήγησαν, βασάνισαν, εκτόπισαν χιλιάδες ελληνόφωνους και σλαβόφωνους, όπως το ίδιο έκαναν με τους Εβραίους και τους Ρομά».
Όσοι εχθρεύονται τη Συμφωνία, σημείωσε η κ. Αχτσιόγλου «έχουν κάνει τις επιλογές τους. Θέλουν μια Ελλάδα φοβική που θα τρέφεται από τα έτοιμα του ένδοξου παρελθόντος, αδύναμη να γράψει στο σήμερα τη δική της ιστορία και το μέλλον της». Ο λόγος, πρόσθεσε, «δεν ήταν ποτέ ούτε τα ζητήματα της εθνότητας ή της γλώσσας, τα οποία άλλωστε κατέρρευσαν οριστικά μετά και τη ρηματική διακοίνωση από τη γείτονα. Ο λόγος είναι ότι όσοι εμπορεύονται τον εθνικισμό μένουν μετά την κύρωση της Συμφωνίας χωρίς πραμάτεια και στις δύο πλευρές των συνόρων. Για τους εδώ, τελειώνει οριστικά και αμετάκλητα η φαντασίωση της μεγάλης απειλής από τον Βορρά. Για τους εκεί, μπαίνει τέλος στο ανιστόρητο και πολιτικάντικο αφήγημα του αλυτρωτισμού».
Η Υπουργός Εργασίας επισήμανε ότι «τα Βαλκάνια δεν πήραν τον διόλου τιμητικό τίτλο της μπαρουταποθήκης της Ευρώπης άδικα. Ο πλούτος των παραδόσεών τους υπήρξε διαχρονικά ευχή και κατάρα. Ευχή, διότι μέσα από αυτή την όσμωση προέκυψαν σπουδαία επιτεύγματα. Κατάρα, γιατί σε κάθε τόπο πάντοτε υπήρχαν αυτοί που, για ίδιον όφελος, επιδίωξαν κατά καιρούς να σπείρουν το μίσος και τη διχόνοια έναντι των διπλανών τους. Αυτή η κατάρα γέννησε τη φρίκη των εμφυλίων, του αλληλοσπαραγμού, της ανάδυσης των εθνικισμών από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Σήμερα, λοιπόν, αυτοί που παρότι γνωρίζουν πολύ καλά το περιεχόμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών, την αρνούνται, επιλέγουν με τη στάση τους την έναρξη μιας νέας περιόδου εθνικιστικών εξάρσεων στην περιοχή».