Πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης ήταν η αλλαγή της νομοθεσίας, που δίνει το δικαίωμα σε ιδιώτες και εταιρίες μη φαρμακοποιών να ανοίγουν επ’ ονόματί τους φαρμακεία και όχι απαίτηση των θεσμών, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση. Αυτό απαντά η Κομισιόν σε σχετική ερώτηση του ευρωβουλευτή της Λαϊκής Ενότητας, Νίκου Χουντή.
Πιο συγκεκριμένα, ο Νίκος Χουντής στην ερώτησή του, δεχόταν ως ειλικρινείς του ισχυρισμούς της ελληνικής κυβέρνησης και του Υπουργού Υγείας, κ. Ξανθού, που, σε συνέντευξη Τύπου παρουσίασης της σχετικής ΚΥΑ, τόνιζε ότι η αλλαγή που ο ίδιος πρότεινε για άδειες φαρμακείων σε μη φαρμακοποιούς «δεν ήταν συμβατή με την ιδεολογική και την πολιτική μας ταυτότητα», αλλά ήταν αποτέλεσμα πιέσεων εκ μέρους των θεσμών.
Ο Νίκος Χουντής εγκαλούσε μάλιστα τους θεσμούς και ιδιαίτερα την Κομισιόν, ότι ενεργούσε παραβιάζοντας την κοινοτική νομοθεσία, αφού ασκούσε πίεση στην ελληνική κυβέρνηση, σε θέμα δημόσιας υγείας, για το οποίο, την αποκλειστική ευθύνη και πρωτοβουλία πρέπει να έχει η εκάστοτε κυβέρνηση. Επικαλείτο μάλιστα την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου το 2009, η οποία είχε δικαιώσει την Ιταλία (όπως και τη Γερμανία σε αντίστοιχη περίπτωση) στην απόφασή της να απαγορεύει στην νομοθεσία της την ίδρυση φαρμακείων από μη φαρμακοποιούς. Το Δικαστήριο είχε κρίνει, μεταξύ άλλων, ότι, «ένα κράτος μέλος μπορεί… να θεωρήσει ότι η εκμετάλλευση φαρμακείου από μη φαρμακοποιό ενδέχεται να αντιπροσωπεύει έναν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία …» και ότι «τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν η διανομή φαρμάκων να γίνεται μόνο από φαρμακοποιούς».
Η απάντηση της ευρωπαίας Επιτρόπου Εσωτερικής Αγοράς κ. Bienkowska, «δείχνει» την ελληνική κυβέρνηση ως αποκλειστικά υπεύθυνη για την απόφαση αυτή, η οποία, όχι μόνο δεν επικαλέστηκε την ανωτέρω απόφαση του Δικαστηρίου κατά τη διαβούλευση με τους θεσμούς, αλλά, όπως ξεκαθαρίζει, οι ελληνικές αρχές ήταν αυτές που «πρότειναν να καταργηθεί η διάταξη που προβλέπει ότι η ιδιοκτησία ενός φαρμακείου θα πρέπει να περιορίζεται μόνο στους φαρμακοποιούς» (!!!).
Στη συνέχεια της απάντησής της, η κ. Bienkowska, αφού επισημαίνει ότι αυτή είναι μία πρόταση από την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, κάνει απολύτως σαφή τη θέση της, τονίζοντας ότι, «εναπόκειται στις ελληνικές αρχές να ρυθμίσουν τις φαρμακευτικές υπηρεσίες κατά τρόπο που λαμβάνει υπόψη τη δημόσια υγεία» και ότι «Τα κράτη μέλη έχουν τη διακριτική ευχέρεια να καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο επιθυμούν να διασφαλίσουν ένα συγκεκριμένο επίπεδο προστασίας της δημόσιας υγείας». Δηλαδή, με λίγα λόγια, η ελληνική κυβέρνηση, αν θέλει, μπορεί να πάρει πίσω τη ρύθμιση, που τόσο έντονα αμφισβητήθηκε, όχι μόνο από τους φαρμακοποιούς, αλλά και από ολόκληρη την κοινωνία.
Τέλος, στο υποερώτημα του Νίκου Χουντή «Σε ποιες χώρες της ΕΕ απαγορεύεται η ιδιοκτησία φαρμακείων από μη φαρμακοποιούς», όπως ίσχυε στην Ελλάδα πριν την αλλαγή του νόμου, η Ευρωπαία Επίτροπος απαντάει πως στις μισές από τις χώρες της ΕΕ, 13 στο σύνολο (Αυστρία, Κύπρος, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ουγγαρία, Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Ισπανία) απαγορεύεται η ίδρυση φαρμακείων από μη φαρμακοποιούς.
Υπενθυμίζεται ότι ο Νίκος Χουντής βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με τους εκπροσώπους του κλάδου των φαρμακοποιών, έχει εκ μέρους τους καταθέσει προσφυγή-αναφορά του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και έχουν ήδη συμφωνηθεί τα επόμενα βήματα, με βάση και τα νέα δεδομένα που προκύπτουν από την αποκαλυπτική απάντηση της Κομισιόν.