Τη δυναμική για ηλεκτρονικές συναλλαγές, που δημιούργησαν – εξ ανάγκης – τα capital controls, επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει η Ελλάδα. Στην κατεύθυνση αυτή, η χώρα φιλοδοξεί να κλείσει τα ανοιχτά θεσμικά -και όχι μόνο – ζητήματα πέριξ των ηλεκτρονικών συναλλαγών και να ανοίξει το δρόμο για την ψηφιοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας. Σε μία εποχή που η Ελλάδα επιζητά εναγώνια την τόνωση των δημοσίων εσόδων, οι ψηφιακές συναλλαγές δημιουργούν ένα σημαντικό παράθυρο ευκαιρίας, μεταξύ άλλων και για τον έλεγχο της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου, που εκτιμάται στα επίπεδα των €15 δις – €20 δις ετησίως.
Η συγκεκριμένη δυναμική, αλλά και τα ανοιχτά μέτωπα, που αποδυναμώνουν την εθνική προσπάθεια να εισέλθει η χώρα σε ένα νέο, ψηφιακό, κύκλο ανάπτυξης, τέθηκαν επί τάπητος στο 1ο Athens Digital Payments Summit, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, με την υποστήριξη και του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας (ΣΕΠΕ).
Προς την κατεύθυνση της άρσης των υφιστάμενων αντικινήτρων για την ανάπτυξη των ψηφιακών συναλλαγών, η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύτηκε χθες, δια στόματος του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, κ. Τρύφωνα Αλεξιάδη, για την παροχή φορολογικών κινήτρων σε επιχειρήσεις και πολίτες, προκειμένου να εκτελούν τις συναλλαγές τους ηλεκτρονικά. Όπως δήλωσε χθες, κηρύσσοντας την έναρξη του συνεδρίου: “Σχεδιάζουμε να επεκτείνουμε, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, τη χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών για να σταματήσει αυτό που, σήμερα, βοηθάει τη φοροδιαφυγή και το λαθρεμπόριο, αξιοποιώντας την εμπειρία άλλων χωρών και τα δεδομένα διεθνών οργανισμών”.
Μεταξύ των υφιστάμενων αντικινήτρων περιλαμβάνεται και το κόστος των προμηθειών, που εισπράττουν οι τράπεζες από τους εμπόρους που χρησιμοποιούν POS, με τον κ. Αλεξιάδη να καλεί τις τράπεζες να μειώσουν τις προμήθειες από το 2% ανά συναλλαγή που είναι σήμερα.
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), κ. Βασίλης Κορκίδης, σημείωσε ότι οι χρεώσεις και οι προμήθειες, που εισπράττουν οι τράπεζες, είναι σε εξωπραγματικά επίπεδα και όχι στα ευρωπαϊκά, με τα οποία – όπως είπε – θα έπρεπε να εναρμονιστούν.
Την ίδια στιγμή, ο Γενικός Διευθυντής της Visa Europe για Ελλάδα, Κύπρο και Βουλγαρία, κ. Νίκος Καμπανόπουλος, επεσήμανε ότι η τεχνολογία αλλάζει τον τρόπο, με τον οποίο σήμερα λειτουργεί όλο το περιβάλλον. Πρόσθεσε δε ότι, με την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών, οι καταναλωτές στράφηκαν στις ηλεκτρονικές πληρωμές, με αποτέλεσμα οι συναλλαγές να διπλασιαστούν και να διατηρηθούν έως σήμερα σε αυτά τα επίπεδα ακόμη.
Η σημερινή εικόνα
Η πορεία των ηλεκτρονικών συναλλαγών στην Ελλάδα το τελευταίο τρίμηνο, οπότε βρίσκονται και σε ισχύ τα capital controls, ήταν κάτι παραπάνω από ανοδική. Όπως διαπιστώθηκε στη διάρκεια του Συνεδρίου, το μείγμα των πληρωμών άλλαξε άρδην, με τους εκπροσώπους των τραπεζών να επισημαίνουν ότι η αύξηση της χρήσης καρτών (χρεωστικών, πιστωτικών και προπληρωμένων) και του καναλιού της ηλεκτρονικής τραπεζικής ήταν εντυπωσιακή.
Η Εθνική Τράπεζα, για παράδειγμα, εκτιμάται ότι εξέδωσε 500.000 νέες κάρτες, οι συναλλαγές διπλασιάστηκαν, ενώ οι αιτήσεις για μηχανήματα αποδοχής καρτών (POS) δεκαπλασιάστηκαν.
Η Alpha Bank εκτιμάται ότι εξέδωσε περισσότερες από 220.000 νέες χρεωστικές κάρτες, ενώ οι νέοι συνδρομητές στην υπηρεσία web banking αυξήθηκαν κατά 140.000.
Ειδικά κατά τον 1ο μήνα των κεφαλαιακών περιορισμών, οι συναλλαγές με κάρτες εκτινάχθηκαν, με τους ρυθμούς να έχουν πλέον επιβραδυνθεί, αλλά να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με την περίοδο προ της επιβολή των capital controls.
Πλέον, περίπου το 10% των συναλλαγών εκτελείται μέσω καρτών, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 6% που ήταν τα προηγούμενα χρόνια, αν και απέχει μακράν από το μέσο Κοινοτικό όρο, που βρίσκεται στο 35%. Ανοδική ήταν και η ζήτηση για συσκευές αποδοχής συναλλαγών με κάρτες (POS), καθώς προ των capital controls, ο συνολικός αριθμός τους ανερχόταν σε 150.000, ενώ, μόνο στο τρίμηνο που μεσολάβησε, διατέθηκαν στην αγορά, περίπου, 35.000 – 40.000 POS.
Σε κάθε περίπτωση, παρά την εκτίναξη των ηλεκτρονικών συναλλαγών ελέω των capital controls, η στροφή προς το “πλαστικό χρήμα”, κάθε άλλο παρά μόνιμα χαρακτηριστικά μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει. Χαρακτηριστικό είναι, όπως αναφέρθηκε στο Συνέδριο, ότι σε ηλεκτρονικά καταστήματα του χώρου της ένδυσης, το ποσοστό των παραγγελιών, που εξοφλούνταν με αντικαταβολή, ενώ προ των capital controls βρισκόταν στο 89%, αμέσως μετά την επιβολή των ελέγχων κεφαλαίου έπεσε, μόλις, κατά δύο μονάδες στο 87%, για να επιστρέψει πλέον στο 90%.
Το μέλλον
Κοινή διαπίστωση των ομιλητών ήταν ότι η συνεχιζόμενη κρίση της ελληνικής οικονομίας οδηγεί σε όλο και μεγαλύτερη ηλεκτρονική αλληλεπίδραση μεταξύ χρηστών και εμπόρων, θεσμών και κυβερνήσεων. Παράλληλα, οι συμμετέχοντες επεσήμαναν την ανάγκη να λειτουργήσει το σχέδιο της Ε.Ε. για την Ψηφιακή Ενιαία Αγορά (DSM) ως ένα ευέλικτο πλαίσιο για την περαιτέρω ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας στην Ευρώπη.
Όπως υπογράμμισε ο Πρόεδρος του ΣΕΠΕ, κ. Τάσος Τζήκας, ο κλάδος της ψηφιακής τεχνολογίας πρέπει να αποτελέσει στρατηγική επιλογή για την οριζόντια ανάκαμψη της οικονομίας και να λειτουργήσει ως καταλύτης για την αντιμετώπιση της διαφθοράς, της γραφειοκρατίας και την πάταξη της παραοικονομίας. Ο ίδιος εκτίμησε ότι υπάρχει ζήτημα με την ψηφιακή ετοιμότητα της χώρας, των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, αναφέροντας προς επίρρωσιν αυτού τις διαπιστώσεις του Global Competitiveness Report 2015-2016 του World Economic Forum, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα, έχει χάσει 34 θέσεις σε Ανταγωνιστικότητα από το 2007, ενώ στην Ψηφιακή Ετοιμότητα η χώρα έχει απολέσει δέκα θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη.
Στα θετικά στοιχεία για τη χώρα μας, ο κ. Τζήκας συμπεριέλαβε το γεγονός ότι η Ελλάδα κατέχει την έκτη θέση στον κόσμο στη διαθεσιμότητα Επιστημόνων και Μηχανικών, την ίδια στιγμή που στην Ελλάδα – στον τομέα των ΤΠΕ – δραστηριοποιούνται 4.700 επιχειρήσεις και απασχολούνται 230.000 άτομα.
“Έχουμε τα εργαλεία: επιχειρήσεις και εργατικό δυναμικό. Αυτός ο “στρατός” αναμένει μια εθνική στρατηγική”, σημείωσε ο κ. Τζήκας. Ο Πρόεδρος του ΣΕΠΕ επεσήμανε ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει συντονισμός στο ανώτερο δυνατό επίπεδο, σε επίπεδο πρωθυπουργού, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να θεσμοθετηθεί μια κεντρική επιτελική δομή, που θα συντονίζει την εθνική ψηφιακή στρατηγική και θα βρίσκεται σε συνεργασία με την Ευρώπη.
“Απαιτείται ένα αναπτυξιακό “μπουμ”, το οποίο πρέπει να έχει στον πυρήνα τις νέες τεχνολογίες. Οι Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών δεν είναι ένας κλάδος. Διατρέχουν οριζόντια όλη την οικονομία και κοινωνία. Χρειαζόμαστε μικρές επιμέρους νίκες, σε επίπεδο επιχείρησης, σε επίπεδο φορέων, προκειμένου να αλλάξει η συνολική εικόνα”, τόνισε και συνόψισε τη στρατηγική θέση του ΣΕΠΕ, την τελευταία πενταετία, να αναδείξει τις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών σε ζωτικής σημασίας αναπτυξιακό άξονα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
Από την πλευρά του, ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΠΕ και Μέλος ΔΣ του DIGITALEUROPE, σχολίασε ότι η στροφή προς το ηλεκτρονικό χρήμα, που ξεκίνησε ως “αναγκαίο κακό” από τα capital controls, θα πρέπει να ενισχυθεί μέσα από την παροχή κινήτρων προς όλους τους εμπλεκόμενους και να δημιουργηθούν οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις για υποχρεωτική υιοθέτηση ψηφιακών συναλλαγών και της ηλεκτρονικής τιμολόγησης. “Τα τραπεζικά ιδρύματα είναι έτοιμα, οι επιχειρήσεις του κλάδου είναι έτοιμες, το Δημόσιο θα πρέπει να δείξει την αντίστοιχη ωριμότητα”, τόνισε ο κ. Σύρρος. Ο ίδιος σημείωσε ότι, με το τοπίο στον τομέα της ψηφιακής οικονομίας να αλλάζει άρδην, η ελληνική Πολιτεία οφείλει να αλλάξει κι εκείνη τον τρόπο, με τον οποίο ενεργεί, υπογραμμίζοντας, παράλληλα, ότι – σε ευρωπαϊκό επίπεδο – η κατάσταση είναι βήματα πιο μπροστά και συνεπώς η Ελλάδα θα πρέπει να επιταχύνει, προκειμένου να καλύψει αυτό το κενό.
Πηγή: ΣΕΠΕ