Η εξασφάλιση της απαραίτητης ρευστότητας και η διατήρηση ενός σταθερού
μακροοικονομικού περιβάλλοντος είναι οι βασικές προκλήσεις, που αντιμετωπίζει
σήμερα ο κλάδος των Τηλεπικοινωνιών. Τα ίδια τα στελέχη της παγκόσμιας αγοράς
των Telecoms αξιολογούν τους δύο παραπάνω παράγοντες ως τους πλέον βασικούς
κινδύνους, που μπορούν να απειλήσουν τη δουλειά τους το 2016.
Ακριβώς όπως και το 2015, η κορυφαία ανησυχία των CEOs των Τηλεπικοινωνιών,
ανά τον κόσμο, σχετίζεται με τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους. Οι
διακυμάνσεις των επιτοκίων και οι ταμειακές ροές αποτελούν ένα μεγάλο
“πονοκέφαλο” για τον κλάδο, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να επενδύει σε νέες
τεχνολογίες, αν θέλει να παραμείνει ανταγωνιστικός.
Τις ανησυχίες των στελεχών του κλάδου, ανά τον κόσμο, καταγράφει έρευνα
της εταιρείας BDO (2016 Global Telecoms Risk Factor Survey), η οποία
αποκαλύπτει τους κύριους παράγοντες κινδύνου που προσδιορίζουν οι ίδιες οι
εταιρείες Τηλεπικοινωνιών παγκοσμίως. Σύμφωνα με την έρευνα, το 82% των
στελεχών θεωρεί ως κορυφαίο κίνδυνο, τις διακυμάνσεις των συναλλαγματικών
ισοτιμιών και των επιτοκίων, καθώς και τη ρευστότητα. Τη δεύτερη θέση μεταξύ
των παραγόντων που προκαλούν ανησυχία στα στελέχη των Τηλεπικοινωνιών
παγκοσμίως, με ποσοστό 75%, καταλαμβάνει η πρόσβαση σε χρηματοδότηση.
Εκτός από τους χρηματοοικονομικούς παράγοντες, που καταλαμβάνουν τις
πρώτες θέσεις στη λίστα με τους κινδύνους, που ενδεχόμενα απειλούν τις
Τηλεπικοινωνίες, τα στελέχη του κλάδου αποκαλύπτουν άλλες ανησυχίες τους, που
σχετίζονται με το ίδιο το αντικείμενο της δουλειάς. Έτσι, σε ποσοστό 60% οι
ερωτηθέντες απαντούν ότι τους απασχολεί ο διογκούμενος ανταγωνισμός στον κλάδο,
σε ποσοστό 55% δηλώνουν ως προβληματισμό τις μεγάλες αλλαγές που φέρνει η
τεχνολογία, ενώ ένα 42% σημειώνει ως βασική ανησυχία την ασφάλεια έναντι
κυβερνοεπιθέσεων.
Ανταγωνισμός
Τα στελέχη των Τηλεπικοινωνιών τοποθετούν πολύ χαμηλότερα στη λίστα με
τους κινδύνους, που θεωρούν ότι μπορούν να πλήξουν τη δουλειά τους, παράγοντες,
όπως το αυστηρό ρυθμιστικό περιβάλλον, η πρόσβαση σε ραδιοφάσμα και ο
ανταγωνισμός από εταιρείες του κλάδου της Τεχνολογίας. Μάλιστα, αυτοί οι
παράγοντες έχουν υποβαθμιστεί στην αξιολόγηση των στελεχών σε σχέση με ένα
χρόνο νωρίτερα.
Στον αντίποδα, οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις των γεωπολιτικών αλλαγών
και των μακροοικονομικών δεδομένων στην παγκόσμια οικονομία έχουν υποσκελίσει
τους κινδύνους που σχετίζονται αμιγώς με την αγορά των Telecoms.
Μεταξύ των τελευταίων περιλαμβάνεται, για παράδειγμα, η ψηφιακή ενιαία
αγορά στην Ε.Ε., που φέρνει αλλαγές, όπως η κατάργηση των τελών περιαγωγής, που
έχουν πραγματικό αντίκτυπο στην κερδοφορία των εταιρειών. Δεν είναι τυχαίο ότι
σχεδόν οι μισές από τις εταιρείες που δείγματος δήλωσαν ότι η κατάργηση των
χρεώσεων περιαγωγής θα επηρεάσει τις ροές των εσόδων τους.
Επιπλέον, τις παραδοσιακές εταιρείες Τηλεπικοινωνιών δεν μπορεί παρά να
προβληματίζει ο εντεινόμενος ανταγωνισμός από τις εταιρείες Τεχνολογίας,
επιχειρήσεις και υπηρεσίες, όπως το Snapchat, το WhatsApp Messenger (για την
αποστολή γραπτών μηνυμάτων) ή το Viber και το Skype (για υπηρεσίες φωνής).
Τέλος, οι επιχειρήσεις του κλάδου των Τηλεπικοινωνιών βρίσκονται αντιμέτωπες
και με μία σειρά άλλων θεμάτων, όπως η ανάπτυξη των δικτύων 5G, το Διαδίκτυο
των Πραγμάτων και η άνοδος της επικοινωνίας Machine2Machine.
Καταιγιστικός ρυθμός αλλαγών
“Ο ρυθμός των αλλαγών, που αντιμετωπίζει η παγκόσμια αγορά των
Τηλεπικοινωνιών, δεν ήταν ποτέ πιο έντονος. Βρισκόμαστε σε μια δύσκολη αγορά,
όπως έδειξαν οι πρόσφατες ανακοινώσεις οικονομικών αποτελεσμάτων πολλών
εταιρείες του κλάδου. Είναι σαφές ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να προσαρμοστούν,
σε διαφορετική περίπτωση δεν θα επιβιώσουν”, σχολιάζουν αναλυτές της BDO.
“Σε όλο τον κόσμο, σε κάθε αγορά από τις ΗΠΑ και την ΕΜΕΑ έως την την
Ασία και τον Ειρηνικό, οι πάροχοι Τηλεπικοινωνιών βρίσκονται υπό πίεση. Οι
οικονομικές επιδόσεις του τομέα έχουν κάνει πραγματική βουτιά, ενώ πλέον είναι
σαφές – σήμερα περισσότερο από ποτέ – ότι οι μεγάλοι παίκτες του κλάδου, αν
θέλουν να παραμείνουν στο παιχνίδι, θα πρέπει να ανταποκριθούν με επάρκεια στις
ταχέως μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς”, αναφέρει η μελέτη.