Υδρομετρητές θα πρέπει να έχουν στο εξής όλα τα νέα οργανωμένα δίκτυα άρδευσης. Oσα σήμερα δεν διαθέτουν οφείλουν εντός τριετίας να αποκτήσουν.
Στην περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, τότε θα κατατίθεται ένα σχέδιο δράσης από τον πάροχο νερού, το οποίο, σε κάθε περίπτωση, δεν θα ξεπερνά τα επτά έτη. Το σχετικό κόστος μπορούν να το αναλαμβάνουν οι ίδιοι οι πάροχοι ύδατος και να ανακτάται μέσω της αποπληρωμής των τιμολογίων από τους αγρότες.
Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο για την κοστολόγηση και τιμολόγηση του νερού, το οποίο συνυπέγραψαν οι επτά υπουργοί που συμμετέχουν στην Εθνική Επιτροπή Υδάτων, δεν θα μπορεί πλέον να παρέχεται νερό δωρεάν.
Σε κάθε περίπτωση, η τιμολόγηση θα πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο από τους παρόχους ώστε να μην ανατρέπονται οι συνθήκες βιωσιμότητας των αγροτικών χρήσεων.
Ειδικότερα, ο τρόπος τιμολόγησης του νερού για αγροτική χρήση θα γίνεται βάσει ενός μεικτού συστήματος χρέωσης. Αυτό θα αποτελείται από ένα σταθερό τέλος ανά στρέμμα καλλιέργειας και από μεταβλητά τέλη ανά κυβικό μέτρο νερού, ανάλογα με την ποσότητα του ύδατος για αγροτική χρήση που καταναλώθηκε. Τα μεταβλητά τέλη θα αυξάνονται με την αύξηση της κατανάλωσης. Το σκεπτικό του νομοθέτη είναι ότι με αυτό τον τρόπο θα περιοριστεί η υπερκατανάλωση υδάτων. Στα μεταβλητά τέλη θα περιλαμβάνεται και το περιβαλλοντικό τέλος (το οποίο και θα αποδίδεται στο Πράσινο Ταμείο).
Βάσει εκτιμήσεων
Στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν υδρομετρητές, ώστε να γίνεται χρέωση ανά κυβικό μέτρο, και μέχρι τη συμμόρφωση των παρόχων, η χρέωση θα γίνεται βάσει εκτιμήσεων για την ποσότητα που καταναλώθηκε ανά έκταση γης και καλλιέργεια.
Επίσης, όσοι αγρότες εφαρμόζουν καλές πρακτικές άρδευσης δεν θα επιβαρύνονται με το περιβαλλοντικό τέλος, ενώ από την καταβολή του θα εξαιρούνται και οι πιο αδύναμοι οικονομικά αγρότες. Πάντως, οι όποιες αλλαγές στην τιμολόγηση του νερού αναμένεται ότι θα καθυστερήσουν διότι τα προβλεπόμενα περιβαλλοντικά τέλη θα επιβάλλονται στους τελικούς χρήστες, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αναθεώρησης των Σχεδίων Διαχείρισης των Λεκανών Απορροής Υδατικών Διαμερισμάτων, η οποία στην καλύτερη περίπτωση θα ολοκληρωθεί μετά το τέλος του έτους.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στο πλαίσιο του νέου Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014 – 2020, η διαμόρφωση κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης του νερού άρδευσης αποτελούσε αιρεσιμότητα (προαπαιτούμενο) προκειμένου να ξεκλειδώσουν χρηματοδοτικά εργαλεία για έργα αξιοποίησης υδάτων (π.χ. εγγειοβελτιωτικά, αρδευτικά κ.λπ.). Η έκδοση της συγκεκριμένης ΚΥΑ εκκρεμούσε από το 2010. Μάλιστα, πριν από περίπου έναν χρόνο ο τότε αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Μάρκος Μπόλαρης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση στη Βουλή είχε αναφέρει ότι η χώρα μας όφειλε έως τον Σεπτέμβριο του 2016 να έχει ικανοποιήσει την εν λόγω αιρεσιμότητα για να λάβει τις αντίστοιχες χρηματοδοτήσεις.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις των αρμοδίων παραγόντων του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αν δεν προχωρούσαν άμεσα στην έκδοση της συγκεκριμένης ΚΥΑ θα χάνονταν πόροι ύψους 1,2 δισ. ευρώ. Γενικότερα, η Κοινή Υπουργική Απόφαση (αριθμ. 135275) που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της κυβέρνησης την περασμένη Δευτέρα, εγκρίνει τους κανόνες κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος, τους οποίους θα πρέπει να ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια όλοι οι πάροχοι νερού, δηλαδή οι Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ, ΤΟΕΒ, ΑΟΣΑΚ κ.ά.) για το αρδευτικό νερό και οι ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, ΔΕΥΑ, οι δήμοι και άλλοι φορείς για το οικιακό νερό.
Η Εθνική Επιτροπή Υδάτων αποφάσισε να παγώσει τις αυξήσεις στην τιμή του νερού. Eτσι, η βελτίωση της ανάκτησης κόστους των υπηρεσιών ύδατος θα επιδιώκεται, κατά προτεραιότητα, με τη μείωση του κόστους.
Oταν αυτό δεν είναι εφικτό θα επιτρέπονται οι περιοδικές αυξήσεις στις μέσες χρεώσεις των υπηρεσιών ύδατος, οι οποίες όμως δεν θα μπορεί να υπερβαίνουν το ποσοστό αύξησης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) του προηγούμενου έτους, το οποίο πέρυσι ήταν για τη χώρα μας αρνητικό.
Πηγή: Έθνος