Ο κ. Μανώλης Κ. Κεφαλογιάννης, επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των ευρωβουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, κατέθεσε ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την οποία επισημαίνει πως 21 χρόνια μετά την απόφαση 1/95 του Συμβουλίου Σύνδεσης Ε.Κ. – Τουρκίας της 22ης Δεκεμβρίου 1995, όπου θεσπίστηκε η διαδικασία της τελωνειακής ένωσης Ε.Ε. – Τουρκίας, συνεχίζονται οι στρεβλώσεις και οι ανισότητες στην δασμολόγηση των αγροτικών προϊόντων.
Συγκεκριμένα, ενώ τα τούρκικα αγροτικά προϊόντα εισάγονται με μηδενικούς δασμούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα αντίστοιχα ελληνικά επιβαρύνονται με υπερβολικά υψηλούς δασμούς στην Τουρκία. Κάτι που καθιστά τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα ουσιαστικά μη ανταγωνιστικά.
Αναλυτικά η ερώτηση:
«Με την απόφαση 1/95 του Συμβουλίου Σύνδεσης Ε.Κ. – Τουρκίας της 22ας Δεκεμβρίου 1995 θεσπίστηκε η διαδικασία για την δρομολόγηση της τελωνειακής ένωσης Ε.Ε. – Τουρκίας μέσω της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων. Λόγω των εγγενών αδυναμιών που αντιμετώπιζε κατά την εποχή εκείνη η Τουρκική οικονομία, η συμφωνία προέβλεπε κάποιες εξαιρέσεις οι οποίες εντοπίζονταν στα αγροτικά προϊόντα με στόχο την ενίσχυση της τουρκικής οικονομίας στον συγκεκριμένο κλάδο. Σύμφωνα με την συμφωνία αυτή, οι συγκεκριμένες εξαιρέσεις θα απαλείφονταν σταδιακά έως τον πλήρη εναρμονισμό του εμπορίου αγροτικών προϊόντων.
Από την σύναψη της προαναφερθείσας απόφασης μέχρι σήμερα έχουν παρέλθει 21 έτη κατά τα οποία η οικονομία της Τουρκίας έχει σημειώσει αξιοσημείωτη ανάπτυξη. Ωστόσο, το καθεστώς των εξαιρέσεων για τα αγροτικά προϊόντα εξακολουθεί να υφίσταται δημιουργώντας στρεβλώσεις στο εμπόριο μεταξύ κρατών της Ε.Ε. και της Τουρκίας. Στην περίπτωση του διμερούς εμπορίου Ελλάδας-Τουρκίας ενώ τουρκικά αγροτικά προϊόντα εισάγονται με μηδενικούς δασμούς, τα αντίστοιχα ελληνικά επιβαρύνονται με υπερβολικά υψηλούς δασμούς καθιστώντας τα ουσιαστικά μη ανταγωνιστικά. Έτσι σύμφωνα με στοιχεία του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων ενδεικτικά οι δασμοί που επιβάλλονται εκ μέρους της Τουρκίας σε ορισμένα αγροτικά προϊόντα είναι:
αλεύρι σίτου 102,6%
τυριά έως και 180%
επιτραπέζιες ελιές 39%
κρασιά 50%
φρούτα 54%
λαχανικά έως και 49,5%.
Η παραπάνω κατάσταση έχει οδηγήσει σε σωρευτικές απώλειες εις βάρος της Ελλάδας στο ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων για τη δεκαετία 2004 – 2013 που προσεγγίζει τα 1,5 δις ευρώ.
Κατόπιν τούτων ερωτάται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:
-Εικοσιένα χρόνια μετά τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ Ε.Ε. – Τουρκίας για την τελωνειακή ένωση, και με δεδομένη την σημαντική ανάπτυξη που έχει γνωρίσει η τουρκική οικονομία, συντρέχει κάποιος ουσιαστικός λόγος για την διατήρηση των υψηλών δασμών κατά την εισαγωγή αγροτικών προϊόντων από την Ε.Ε. προς την Τουρκία;
-Ποιές πρωτοβουλίες προτίθεται να αναλάβει η Επιτροπή για την αντιμετώπιση αυτής της στρέβλωσης, η οποίας δημιουργεί ανισότητες στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων μεταξύ Ε.Ε.-Τουρκίας;».