H σημερινή συνεδρίαση του Eurogroup είναι εξαιρετικά κρίσιµη για τη χώρα µας, αλλά δεν είναι και το… τέλος του κόσµου, όπως ο «γνωστός και µη εξαιρετέος» κ. Ντάισελµπλουµ διαµηνύει προς κάθε κατεύθυνση τις τελευταίες ηµέρες, δραµατοποιώντας την κατάσταση, προκειµένου να ασκήσει πρόσθετη πίεση στην ελληνική κυβέρνηση. Χρόνος υπάρχει -αν οι δύο πλευρές το επιθυµούν- και µετά τη ∆ευτέρα.
Ηδη στις Βρυξέλλες συζητείται έντονα η πιθανότητα ενός ακόµη έκτακτου συµβουλίου υπουργών Οικονοµικών, πιθανόν την επόµενη Παρασκευή, αν το σημερινό αποβεί άκαρπο. Παρά ταύτα, είναι προφανές ότι η παράταση της σηµερινής εκκρεµότητας «παράγει» µόνον αβεβαιότητα και εποµένως λειτουργεί βλαπτικά τόσο για τα ελληνικά, όσο και για τα ευρωπαϊκά συµφέροντα.
Είναι, λοιπόν, ανάγκη η διαπραγµάτευση να ολοκληρωθεί επιτυχώς και µάλιστα το συντοµότερο δυνατό, ώστε και η πολιτική ατµόσφαιρα να αποφορτιστεί και η λειτουργία του τραπεζικού µας συστήµατος να οµαλοποιηθεί και η οικονοµία µας να εισέλθει ξανά σε ήρεµα νερά…
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ οφείλει τώρα να εντείνει τις προσπάθειές της για την ταχεία επίτευξη ενός εντίµου συµβιβασµού µε τους δανειστές. Κανείς δεν απαιτεί και κανείς δεν αναµένει από τον νέο πρωθυπουργό και από τους συνεργάτες του να επιτύχουν όλα όσα δεσµεύθηκαν ότι θα διεκδικήσουν.
Κάτι τέτοιο, άλλωστε, δεν είναι εφικτό σε καµµιά διαπραγµάτευση. Αυτό που όλοι ζητούν και περιµένουν από τον Αλέξη Τσίπρα και τους υπουργούς του είναι µια συµφωνία που θα αποκαταστήσει -έστω και εν µέρει, έστω και σταδιακά- την πληγωµένη υπερηφάνεια και τη χαµένη αξιοπρέπεια των Ελλήνων, µετά από πέντε χρόνια µνηµονίου, δηλαδή µετά από πέντε χρόνια συνεχών προσβολών, ταπεινώσεων και αδικιών.
Και βέβαια είναι εξαιρετικά κρίσιµο το νέο πρόγραµµα που θα συµφωνηθεί, είτε ονοµάζεται πάλι «µνηµόνιο» είτε βαφτιστεί «συµβόλαιο», να δηµιουργεί στοιχειωδώς τις προϋποθέσεις ανάπτυξης της ελληνικής οικονοµίας.
∆ιαφορετικά, ούτε η τεράστια σήµερα ανεργία θα αντιµετωπισθεί, ούτε τα λουκέτα των µικρών και µεσαίων επιχειρήσεων θα σταµατήσουν, ούτε η φτώχεια που πλήττει βάναυσα το ένα τρίτο της ελληνικής κοινωνίας θα καταπολεµηθεί…
ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΤΕΥΧΘΕΙ µια καλή συµφωνία, µε αυτά τα χαρακτηριστικά, απαιτείται ισχυρή βούληση, επιµονή, αλλά και σοβαρό σχέδιο. Χωρίς αποτελεσµατικές και κοστολογηµένες προτάσεις, χωρίς ισχυρά επιχειρήµατα και αδιάσειστα στοιχεία, η νέα ελληνική κυβέρνηση δεν θα µπορέσει να πείσει τους εταίρους της να εγκαταλείψουν ή έστω να χαλαρώσουν σε σηµαντικό βαθµό την πολιτική της αυστηρής λιτότητας, που κατέκαψε την οικονοµία µας και διέλυσε τον κοινωνικό µας ιστό τα προηγούµενα χρόνια.
Σήμερα, λοιπόν, στο Eurogroup η ελληνική αντιπροσωπεία πρέπει να προτείνει συγκεκριµένες «έξυπνες» λύσεις, που θα έχουν ισοδύναµο οικονοµικό αποτέλεσµα µε τα µέτρα που απορρίπτει και θα «διασκεδάσουν» τις ανησυχίες των δανειστών για τον κίνδυνο δηµοσιονοµικής εκτροπής. Και πρέπει ακόµη να λειτουργήσει µε ευρύ πνεύµα και µε αποκλειστικό γνώµονα το εθνικό συµφέρον.
Οι πολιτικές και κοµµατικές σκοπιµότητες πρέπει να υποχωρήσουν µπροστά στις προτεραιότητες της χώρας. Ο προεκλογικός λόγος πρέπει να εγκαταλειφθεί και να αντικατασταθεί από τον λόγο της αλήθειας, της ευθύνης και της προοπτικής.
Το θέµα δεν είναι να βαφτίσουµε τη δυστυχία µας… ευτυχία, το µνηµόνιο… συµβόλαιο και τους τροϊκανούς… εκπροσώπους των θεσµών. Το θέµα είναι να επιτύχουµε µια καλή συµφωνία και «βιώσιµες» λύσεις!
Η ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ, από την άλλη πλευρά, πρέπει να στηρίξει ανυπόκριτα, χωρίς υστεροβουλίες και αστερίσκους, την κυβέρνηση σε αυτή την κρίσιµη διαπραγµάτευση. Αποφάσεις σαν αυτήν του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόµµατος, στην οποία συνέπραξε -αν δεν την υπαγόρευσε- η Νέα ∆ηµοκρατία, βλάπτουν την εθνική προσπάθεια.
Το σηµείωσαν ακόµη και ηγετικά στελέχη της, όπως ο πρώην πρόεδρος της Βουλής κ. Σιούφας και οι πρώην υπουργοί κ. Μπακογιάννη και κ. Μιχελάκης. Και βέβαια η αντιπολίτευση πρέπει επίσης να διευκολύνει και όχι να δυσχεραίνει, µε δηλώσεις περί… κωλοτούµπας, τη «στροφή» της κυβέρνησης προς τον ρεαλισµό, αποδεικνύοντας ότι ενδιαφέρεται πράγµατι για το εθνικό συµφέρον και δεν «καιροφυλακτεί», εργαζόµενη για την επιβεβαίωση του σεναρίου της «αριστερής παρένθεσης».
Αλλωστε, µια «καταστροφή» της κυβέρνησης και της διαπραγµατευτικής της προσπάθειας αυτή τη στιγµή θα ισοδυναµούσε µε εθνική καταστροφή… Και οι πρώτοι που θα την πλήρωναν πολιτικά θα ήταν αυτοί που κυβέρνησαν τη χώρα επί σαράντα χρόνια και την οδήγησαν στην πολιτική, ηθική και οικονοµική χρεοκοπία. Τουλάχιστον οι άλλοι διαπραγµατεύονται… Λένε και κανένα «όχι»…