Άρθρο του Νικολάου Γ. Φούγια*
Σε πολύ λίγες μέρες οι Έλληνες θα κληθούν να απαντήσουν με την ψήφο τους ποιος πολιτικός φορέας μπορεί να διασφαλίσει καλύτερα και πιο γρήγορα την αφενός οριστική έξοδο της χώρας από το μνημόνιο και αφετέρου να δώσει προοπτική και ελπίδα για την επόμενη μέρα.
Από την πλευρά του ο Σύριζα δεν έχει εμπειρία σε διαπραγματεύσεις, εμφανιζόμενος από τη μία να καθησυχάζει τους ευρωπαίους αξιωματούχους και από την άλλη στο εσωτερικό της χώρας να σηκώνει σημαία επανάστασης και διακηρύττει de facto επιβολή των δικών του απόψεων στους ευρωπαίους.
Οι ετερόκλητες απόψεις των στελεχών του, όχι μόνο δεν ηρεμούν τις αγορές αλλά τρομάζουν και τους ψηφοφόρους για το τι να περιμένουν την επόμενη μέρα.
Ενδεικτικά, κάνουν λόγο για 60% φορολόγηση εισοδήματος, κούρεμα καταθέσεων και του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, καταπολέμηση της φοροδιαφυγής χωρίς να αναφέρουν με τι τρόπους, τύπωμα χρήματος από την ΤτΕ, επαναπροσλήψεις στο δημόσιο, ακύρωση αποκρατικοποιήσεων κ.α.
Όλα τα παραπάνω παραπέμπουν σε μία χώρα σοβιετικού – κομμουνιστικού τύπου όπου θα τιμωρείται η επιχειρηματικότητα, δεν θα ενθαρρύνεται η εξωστρέφεια, θα υπερφορολογείται το κέρδος της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και θα προκύψει ένα κράτος – δυνάστης που θα ελέγχει τα πάντα.
Από την άλλη, με μια πιο ρεαλιστική ματιά, η κυβέρνηση Σαμαρά κατάφερε μέσα σε 2,5 χρόνια να διορθώσει τα δημοσιονομικά στοιχεία του κράτους παρουσιάζοντας για πρώτη φορά μετά από 44 χρόνια ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, κατάφερε να παρουσιάσει δύο συνεχή πρωτογενή πλεονάσματα: 0,8% του ΑΕΠ για το 2013 και 1,9% του ΑΕΠ για το 2014 έναντι στόχων 0% και 1,5% αντίστοιχα, κατάφερε η χώρα να εμφανίσει θετικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, κατάφερε να εκδώσει το 2014 επιτυχώς και με υπερκάλυψη, 3ετή και 5ετή ομόλογα ως κάθε φυσιολογική χώρα (τελευταία φορά έκδοσης ομολόγων ήταν το 2010), να μειώσει τους τόκους στο μισό 6,1 δις το 2014, όταν για το 2012 ήταν 12,2 δις, ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών (PMI index) εμφανίστηκε σε πολλούς μήνες μέσα στο 2014 πάνω από το 50 (benchmark) αποτελώντας ηχηρό δείγμα βελτίωσης της οικονομίας και της οικονομικής ανάκαμψης, κατάφερε να μειώσει το ΦΠΑ στην εστίαση στο 13% και να επιτύχει το υψηλότερο διαρθρωτικό πρωτογενές πλεόνασμα (structural primary surplus) 6,6% του ΑΕΠ το 2014 (εξαιρείται η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών) δείγμα ότι η ύφεση υποχωρεί αισθητά εξ ου και ήδη η Ελλάδα εμφανίζει από το δεύτερο τρίμηνο του 2014 με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης φτάνοντας το 0,7% του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο.
Βέβαια θα πρέπει να επισημανθεί πως όλα τα προαναφερόμενα θετικά αφορούν κατά πλειοψηφία τα δημοσιονομικά της χώρας και όχι άμεσα την καθημερινότητα των πολιτών.
Όμως ήταν παραπάνω από αναγκαία προκειμένου η χώρα να μπορέσει και να σταθεί στα πόδια της και να διαπραγματευτεί καλύτερα ενδεχόμενη ελάφρυνση του χρέους της βάση και της συμφωνίας του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012.
Ένα ακόμη επιχείρημα προς επίρρωσιν της παραπάνω θέσης είναι ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση ξεκίνησε από την Αμερική το καλοκαίρι του 2007 αλλά στην Ελλάδα ήρθε δύο χρόνια μετά. Με την ίδια λογική λοιπόν και η ανάπτυξη θα αρχίσει να γίνεται σταδιακά αντιληπτή αρχής γενομένης από την μείωση της ανεργίας: 25,5% το τρίτο τρίμηνο του 2014 όταν το αντίστοιχο περσινό ήταν 27,2%.
Συμπερασματικά, οι επικείμενες εκλογές είναι πολύ κρίσιμες, ίσως οι κρισιμότερες μετά την μεταπολίτευση και οι πολίτες πρέπει να αποφασίσουν με νηφαλιότητα, ψυχραιμία και ορθολογισμό για το ποια πορεία πρέπει να επιλέξει η Ελλάδα και ποια είναι η καλύτερη λύση για αυτούς και τα παιδιά τους, για το ποια Ελλάδα θέλουν.
*Οικονομολόγου MSc, MBA
Εκλεγμένου μέλους της Συνέλευσης Των Αντιπροσώπων (ΣτΑ) του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΟΕΕ)
Μέλος της Αμερικανικής Ένωσης Οικονομολόγων (ΑΕΑ)