Quantcast
Οι ερμηνευτικοί παράγοντες στην διαμόρφωση της Γερμανικής πολιτικής μετά το Brexit - enikonomia.gr
share

Οι ερμηνευτικοί παράγοντες στην διαμόρφωση της Γερμανικής πολιτικής μετά το Brexit

δημοσιεύτηκε:

Άρθρο του Γιώργου Σιαχάμη *


Η
απόφαση της Μεγάλης Βρετανίας στο δημοψήφισμα της 23 Ιουνίου του 2016, να
αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση δημιούργησε σε όλη την Γηραιά ήπειρο ένα
τεράστιο κύμα ανασφάλειας για το μέλλον του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Υπό αυτό
το πρίσμα, θα παρουσιαστούν οι βασικοί άξονες πάνω στους οποίους θα δομηθεί η
Γερμανική Ευρωπαϊκή και εξωτερική πολιτική στην μετά Brexit εποχή.


Η
Βρετανική αποχώρηση από την ΕΕ οδηγεί την γερμανική ηγεσία σε έναν δομικό
αναπροσανατολισμό της Ευρωπαϊκής και εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
Προτεραιότητα για το Βερολίνο στην μετά-Brexit εποχή είναι η ρύθμιση τον σχέσεων ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή
Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο. Έχει γίνει αντιληπτό από τις πρώτες μέρες ότι η
γερμανική κυβέρνηση δεν επιθυμεί να διολισθήσει
σ ένα ιδιότυπο εμπορικό πόλεμο με το Λονδίνο, ο οποίος θα είχε
δραματικές συνέπειες, στις ιδιαίτερα ανεπτυγμένες και επωφελείς για την
Γερμανία εμπορικές σχέσεις, ωστόσο η
ίδια η καγκελάριος έχει αποσαφηνίσει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα έχει
προνομιακή μεταχείριση όσον αφορά στην πρόσβαση του στην ενιαία αγορά αλλά
αντιθέτως θα πρέπει να αποδεχτεί μια σειρά από διατάξεις του ευρωπαϊκού
κεκτημένου, όπως συμβαίνει και στις περιπτώσεις της Νορβηγίας και της Ελβετίας.
Με αυτό τον τρόπο η γερμανική κυβέρνηση προσπαθεί να αποτρέψει μελλοντικές κυβερνήσεις που θα
ήθελαν να μιμηθούν το Βρετανικό παράδειγμα, υπογραμμίζοντας ότι μια τέτοια
κίνηση θα είχε ιδιαίτερα δυσχερείς επιπτώσεις για
τις οικονομικές προοπτικές των κρατών τους.


Την
ίδια στιγμή για να ενισχύσει την Ευρωπαϊκή συνοχή, το Βερολίνο προτίθεται να
μεταθέσει για το μέλλον οποιεσδήποτε πρωτοβουλίες και περαιτέρω εμβάθυνση της
Ευρωπαϊκής Ενοποίησης αναγνωρίζοντας ότι το πολιτικό momentum με την πανευρωπαϊκή
ισχυροποίηση ακροδεξιών και λαϊκίστικων κομμάτων θα οδηγούσε σε μια
οδυνηρή αποτυχία του εγχειρήματος.


Εντούτοις, η Γερμανική κυβέρνηση προσανατολίζεται να καλύψει το
πολιτικό κενό που αφήνει η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου με την αναβάθμιση
του ρόλου της Πολωνίας στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Βερολίνο
προσπαθεί να αναθερμάνει τις σχέσεις της χώρας με την Βαρσοβία, οι οποίες είχαν
διαταραχθεί μετά την άνοδο στην εξουσία του κόμματος της Τάξης και Δικαιοσύνης.
Συγκεκριμένα προσβλέπει στην υποστήριξη της γειτονικής του χώρας σε μια σειρά
από ζητήματα στα οποία υπάρχει συναντίληψη, όπως η οικονομική και δημοσιονομική
πολιτική, έτσι ώστε να εξισορροπήσει μια ενδεχόμενη προσπάθεια από χώρες που
αντιτίθενται στο μοντέλο της Γερμανικής οικονομικής διαχείρισης.


Σε
ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, όπου και η Βρετανία διέθετε ειδικό
βάρος και επιρροή, η γερμανική κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε μια σειρά από
ενέργειες έτσι ώστε να καλύψει το Βρετανικό κενό. Αναλυτικά, ήδη από τον
Απρίλιο του 2016, το γερμανικό υπουργείο άμυνας έχει προχωρήσει στην αύξηση των
αμυντικών δαπανών της χώρας μετά από 26 χρόνια διαρκών μειώσεων καθώς και την
ανακοίνωση πρωτοβουλιών για την περαιτέρω ενίσχυση της Ευρωπαϊκής αμυντικής
συνεργασίας με την δημιουργία Ευρωπαϊκού
γενικού επιτελείου, συνεκπαίδευσης αξιωματικών των 27 κρατών μελών και κοινής
χρήσης μονάδων μεταφοράς στρατιωτικού προσωπικού. Επιπροσθέτως, η Γερμανική
κυβέρνηση ως η ηγέτιδα δύναμη μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης με πιο ανεπτυγμένες δομές
ασφάλειας, θα επιδιώξει να αντικαταστήσει το Ηνωμένο Βασίλειο ως τον στενότερο
πολιτικό εταίρο των Ηνωμένων πολιτειών στην Ευρώπη.


Παράλληλα
με την ενίσχυση του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος το πολιτικό σύστημα στην Γερμανία
διαβλέπει και σημαντικά οφέλη από το Brexit και για την ίδια την χώρα. Αναλυτικά, με την φυγή της
Βρετανίας από την ΕΕ, ανοίγεται ένα σημαντικό παράθυρο ευκαιρίας για την Φρανκφούρτη
να αυξήσει το μέγεθος της και την σημασίας της ως το χρηματοπιστωτικό κέντρο
εκμεταλλευόμενη τις τάσεις φυγής που
ενδεχομένως πρόκειται να εκδηλωθούν στο μέλλον από διεθνή χρηματοπιστωτικά
ιδρύματα του Λονδίνου. Επιπλέον, η γερμανική κυβέρνηση αναμένει να αποκομίσει
σημαντικά οφέλη από το γεγονός του ότι η χώρα θα αντικαταστήσει την Βρετανία ως
πόλος έλξης για αναζήτησης εργασίας για
ιδιαίτερα καταρτισμένους Ευρωπαίους που πλέον δεν θα έχουν επαρκή πρόσβαση στην
αγορά εργασίας του Λονδίνου.


Εν
κατακλείδι, η έξοδος της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί μια ακόμα
πρόκληση από τις πολλές που έχει να διαχειριστεί η Γερμανία αυτή τη χρονική
περίοδο. Ωστόσο, δίχως αμφιβολία, το Brexit μετατοπίζει ακόμα περισσότερο προς το Βερολίνο το κέντρο βάρους της
ΕΕ. Σ’ αυτούς τους πρώτους μήνες μετά το
Βρετανικό δημοψήφισμα, η Γερμανική κυβέρνηση έχει αυξήσει τις πολιτικές της
παρεμβάσεις έτσι ώστε να μειώσει τις
πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις από την έξοδο του Ηνωμένου
Βασιλείου τόσο για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όσο και για την ίδια την Γερμανία. Το
αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής δεν θα κρίνει μόνο την μακροημέρευση της
Γερμανικής ηγεσίας στην Ευρώπη αλλά και την μακροημέρευση του Ευρωπαϊκού
εγχειρήματος εν γένει.

* Ο Γιώργος Σιαχάμης είναι διδάκτορας διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου της Γάνδης και επισκέπτης ερευνητής του Βελγικού Βασιλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων







share
Σχόλια Αναγνωστών
Ροή
Οικονομία
Επιχειρήσεις
Επικαιρότητα

Ενημερωθείτε πρώτοι με τον τρόπο που θέλετε.