Του Ευάγγελου Δρυμπέτα
Αναπληρωτή Καθηγητή στο
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, ΔΠΘ
Η επίτευξη γρήγορων αναπτυξιακών ρυθμών αποτελεί πια μόνιμη επωδό όλων των προσεγγίσεων για την ελληνική οικονομία στο βαθμό που η τελευταία επιθυμεί να ξεφύγει από την σημερινή δυσχερή κατάσταση. Μια σημαντική μερίδα αναλυτών, τόσο μέσα από την κυβέρνηση όσο και από διεθνείς οργανισμούς, έχει εκφράσει αισιόδοξες απόψεις σε αυτό το μέτωπο ανακαλύπτοντας ενδείξεις μέσα από την ανάλυση πρόσφατων οικονομικών στοιχείων. Δείγμα αυτών των απόψεων είναι η σύνταξη του φετινού προϋπολογισμού του οποίου η εσωτερική συνάφεια και συνοχή βασίζεται στην επίτευξη του μαγικού ποσοστού 2,9% αύξησης του ΑΕΠ για τον επόμενο χρόνο.
Ωστόσο, μια προσεκτική ματιά στις απόψεις αυτές, δείχνει ότι εμπεριέχουν ένα λογικό άλμα καθώς επιχειρηματολογούν σχεδόν αποκλειστικά πάνω σε ενδείξεις για το τέλος της περιόδου έντονης ύφεσης που βιώνουμε. Παρά το γεγονός ότι το τέλος της ύφεσης συνοδεύεται συνήθως από μια παροδική αναπήδηση των αναπτυξιακών ρυθμών, δεν υπάρχει κανένας αυτοματισμός που να εγγυάται την άμεση ανάπτυξη μετά την ύφεση. Αντίθετα, το παράδειγμα την Ιαπωνίας δείχνει ότι μια χώρα μπορεί να παγιδευτεί σε μια μακριά και επώδυνη φάση στασιμότητας.
Η ανάπτυξη πρέπει να στηρίζεται στους δικούς της πυλώνες που να την αιτιολογούν και να την ερμηνεύουν. Είναι χρήσιμη ίσως εδώ μια μικρή άσκηση εις άτοπο απαγωγής. Το οξύ δημοσιονομικό πρόβλημα καθιστά τον δημόσιο τομέα ανίκανο να σηκώσει το βάρος της ανάπτυξης. Είναι, επομένως, ο ιδιωτικός τομέας που θα το επωμισθεί. Προσπερνώντας, καταχρηστικά, τη σημαντική συζήτηση για κίνητρα και αντικίνητρα, αξίζει να αναρωτηθούμε για το που θα μπορούσε ο ιδιωτικός τομές να στραφεί για να στηρίξει μια τέτοια προσπάθεια. Η εσωτερική αγορά μοιάζει τελείως ανεπαρκής τόσο εξαιτίας απόλυτου μεγέθους όσο και της τρέχουσας αδυναμίας που την διακρίνει. Καταλήγουμε, εύλογα, να θεωρήσουμε την εξωστρέφεια σαν τον μοναδικό εναπομείναντα πυλώνα. Και πραγματικά, όλα τα επιτυχημένα παραδείγματα χωρών συγκρίσιμου μεγέθους, αφορούν περιπτώσεις ιδιαίτερα εξωστρεφείς ως προς το παραγωγικό τους μοντέλο όπως η Δανία ή η Ολλανδία. Η εξωστρέφεια, όμως, είναι άρρηκτα δεμένη και εξαρτημένη από την έννοια της ανταγωνιστικότητας, μέγεθος για το οποίο δεν διακρίνεται η ελληνική οικονομία.
Με την παραπάνω συλλογιστική, η ανάπτυξη δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη και εγγενής για την Ελληνική οικονομία. Σε μια χώρα που η οικονομική πολιτική εστιάζει στην ακανθώδη θεραπεία του δημοσιονομικού προβλήματος, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η εξωστρέφεια και η ανταγωνιστικότητα δεν αποτελούν παράλληλα προβλήματα δεύτερης τάξης. Αντίθετα, έχουν κεντρικό ρόλο και από αυτά εξαρτάται κρίσιμα η ανάταξη της Ελληνικής οικονομίας. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο συγκεκριμένης προσπάθειας, πολιτικής και επιλογών με ευτυχώς ή δυστυχώς μακροχρόνιο ορίζοντα.