Οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου εµφανίζονται από ορισµένα ελληνικά και από πολλά ξένα µέσα ενηµέρωσης ως µέγιστος κίνδυνος για την πορεία της χώρας µας, αλλά και για το µέλλον ολόκληρης της Ευρώπης. Οσοι διατυπώνουν τις ανησυχίες αυτές είτε θεωρούν πράγµατι ότι αν προκύψει από τις κάλπες κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργήσει από την πρώτη της κιόλας ώρα στην εξουσία ως δύναµη αµφισβήτησης και ως παράγων αποσταθεροποίησης της ευρωζώνης, είτε απλώς έχουν επιλέξει πολιτικό «στρατόπεδο» και µεταχειρίζονται τον φόβο των πολιτών για την επόµενη µέρα, προκειµένου να επηρεάσουν ή και να κατευθύνουν τη βούλησή τους και -εποµένως- τις εξελίξεις. Ούτως ή άλλως, όµως, όποιος παρακολουθεί συστηµατικά τον διεθνή Τύπο το τελευταίο διάστηµα γνωρίζει ότι η εικόνα της Ελλάδας στην υπόλοιπη Ευρώπη -µετά από µια µικρή περίοδο βελτίωσης- έχει σήµερα χειροτερεύσει και πάλι αισθητά. Η πιθανότητα να ξαναγίνουµε το «µαύρο πρόβατο» της Ευρώπης, πέντε χρόνια µετά το πρώτο µνηµόνιο, εµφανίζεται ενισχυµένη…
ΕΙΝΑΙ, ΛΟΙΠΟΝ, ΑΝΑΓΚΗ σήµερα να συζητήσουµε µε ψυχραιµία, αναλυτικά και σε βάθος τα επόµενα βήµατα της χώρας. Τα κρίσιµα ερωτήµατα των πολιτών για το µέλλον τους πρέπει να απαντηθούν πειστικά και χωρίς περιστροφές από την πολιτική ηγεσία πριν από την κρίσιµη εκλογή της 25ης Ιανουαρίου. Οι ψηφοφόροι πρέπει να φθάσουν στην κάλπη έχοντας πλήρη γνώση των δεδοµένων του «ελληνικού προβλήµατος» και καθαρές µπροστά τους τις προτάσεις των κοµµάτων για την επόµενη µέρα, ώστε να επιλέξουν µε βάση το εθνικό, αλλά και το οικογενειακό τους συµφέρον. Αλλωστε, για τη µεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων αυτά τα δύο ταυτίζονται. Οταν η κοινωνία δυστυχεί, όταν η φτώχεια και η ανεργία µαστίζουν τα νοικοκυριά, κανείς δεν µπορεί και κανείς δεν δικαιούται να οµιλεί για επιτυχηµένη εθνική πορεία. Είναι εποµένως η ώρα της πλατιάς, υπεύθυνης και εποικοδοµητικής συζήτησης. Και αυτός ο εθνικός διάλογος πρέπει να γίνει τώρα! Και πρέπει να γίνει συντεταγµένα, δηµοκρατικά, αλλά και µε τη µέγιστη δυνατή ειλικρίνεια. Χωρίς φανατισµούς και χωρίς λαϊκισµούς…
ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΑΡΧΗΓΟΙ και κυρίως οι δύο υποψήφιοι πρωθυπουργοί πρέπει να απαντήσουν µε ανοιχτά χαρτιά σε µια σειρά από κρίσιµα ερωτήµατα, όπως:
• Θα διαπραγµατευθούν και σε ποια βάση την αποµείωση του δυσβάστακτου εξωτερικού χρέους της χώρας, που αποτελεί το σηµαντικότερο αντικίνητρο για όσους επιθυµούν να επενδύσουν στην Ελλάδα; Ή µήπως θεωρούν ότι είναι βιώσιµο, όπως ισχυρίζονται τελευταία το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες;
• Θα θέσουν «κόκκινες γραµµές» -και ποιες συγκεκριµένα- σε ό,τι αφορά το νέο µνηµόνιο που θα συνοδεύσει την έγκριση προληπτικής πιστωτικής γραµµής για την Ελλάδα ή θα συνεχιστεί η άγρια λιτότητα των τελευταίων πέντε χρόνων, που οδήγησε στην πλήρη αποσάθρωση του κοινωνικού κράτους, αλλά και στη διάλυση του κοινωνικού ιστού της χώρας µας; Και ποια µέτρα θα λάβουν για την αντιµετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης που πλήττει βάναυσα την ελληνική κοινωνία;
• Θα καταρτίσουν επιτέλους ένα εθνικό σχέδιο ανάπτυξης, ώστε να ενισχυθούν αποφασιστικά οι εγχώριες παραγωγικές δυνάµεις και να δοθούν ευκαιρίες για νέες, καινοτόµες επιχειρηµατικές δράσεις; Θα προχωρήσουν στις αναγκαίες µεταρρυθµίσεις για την οριστική εξάλειψη της γραφειοκρατίας, αλλά και την πάταξη της διαφθοράς στον δηµόσιο τοµέα και ιδιαίτερα στις «σχέσεις» του µε τον ιδιωτικό; Και ακόµη: Θα διεκδικήσουν χρήµατα από την Ευρώπη για την ανάπτυξη και τη δηµιουργία νέων θέσεων εργασίας; Πόσα και πώς;
• Θα µειώσουν τις κρατικές σπατάλες, που, παρά τις προσπάθειες των τελευταίων ετών, δυστυχώς συνεχίζονται σε πολλούς τοµείς του ∆ηµοσίου; Η λειτουργία των υπηρεσιών της Βουλής, λόγου χάριν, αποτελεί κραυγαλέο αρνητικό παράδειγµα… Οι φορολογούµενοι πολίτες δεν είναι διατεθειµένοι πλέον να πληρώνουν τις υπερβολές των κοµµατικών στρατών που εξακολουθούν να στελεχώνουν µέγα τµήµα του δηµόσιου τοµέα!
• Θα µειώσουν -πότε και σε ποιο βαθµό- τις υπέρογκες φορολογικές υποχρεώσεις των Ελλήνων, που έχουν «πνίξει» τα µικρά και µεσαία νοικοκυριά και έχουν κυριολεκτικά «σκουπίσει» τη ρευστότητα από την αγορά; Θα δώσουν φορολογικά κίνητρα και ελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις που µέσα στην κρίση δηµιουργούν νέες θέσεις εργασίας;
• Θα προχωρήσουν στην πολυσυζητηµένη και πολυαναµενόµενη χάραξη και ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ• Θα χαράξουν επιτέλους µια εθνική µεταναστευτική πολιτική, µε βάση τις ανάγκες της χώρας και της οικονοµίας της; Ποιες είναι οι συγκεκριµένες προτάσεις τους για το µείζον αυτό εθνικό µας θέµα;
ΑΥΤΑ ΚΑΙ ΠΟΛΛΑ ΑΛΛΑ κρίσιµα για το µέλλον του τόπου ερωτήµατα, για την παράθεση των οποίων δεν επαρκεί ο χώρος της στήλης µας, ζητούν καθαρές απαντήσεις από τα κόµµατα και τις ηγεσίες τους ενόψει της εκλογικής αναµέτρησης της 25ης Ιανουαρίου. Οικ.κ. Σαµαράς και Τσίπρας, που διεκδικούν την πρωθυπουργία, οφείλουν να φέρουν στο κέντρο της πολιτικής τους αντιπαράθεσης τα µεγάλα και τα ουσιαστικά προβλήµατα της χώρας. Και να παραµερίσουν τις ανούσιες µικροκοµµατικές κόντρες και τα πλαστά διλήµµατα, που τροφοδοτούν την πόλωση και την οξύτητα, υποβαθµίζουν την ποιότητα του πολιτικού διαλόγου και αποπροσανατολίζουν τους πολίτες. Η χώρα πρέπει να γυρίσει σελίδα.Και η έξοδος από την οικονοµική κρίση προϋποθέτει τηνέξοδο από την πολιτική κρίση. Προϋποθέτει, δηλαδή, δηµοκρατικό διάλογο ουσίας και υψηλού επιπέδου για την επόµενη µέρα. Θα τολµήσουν, άραγε, αυτή τη φορά οι πολιτικοί αρχηγοί;