Του Παναγιώτη Λιαργκόβα*
ΜΟΝΟ εάν βασιστεί το κράτος σε εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης μπορεί να ασκήσει αναπτυξιακή πολιτική. Μια τέτοια πηγή είναι το ΕΣΠΑ. Δεν είναι, όμως, αρκετή, ιδίως εάν συνδυαστεί και με διάφορες γραφειοκρατικού τύπου καθυστερήσεις που κατά καιρούς προκύπτουν.
ΕΠΟΜΕΝΩΣ, οι επενδύσεις αναμένεται να προέλθουν κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα. Ομως, η επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων και η έλλειψη ρευστότητας από το τραπεζικό σύστημα, λόγω πτώσης των καταθέσεων, καθιστούν εξαιρετικά δυσχερή την άντληση κεφαλαίων από Ελληνες επενδυτές. Οδηγούμαστε έτσι στην ανάγκη προσέλκυσης κεφαλαίων από ξένους επενδυτές, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να υπερπηδήσουν το εν λόγω εμπόδιο. Ομως, οι ξένοι επενδυτές δεν πηγαίνουν σε μια χώρα επειδή τους το ζητάει η πολιτική ηγεσία. Σκέφτονται ορθολογικά, επιδιώκοντας πάντοτε τη μεγιστοποίηση του κέρδους τους. Ζυγίζουν τα κόστη και τα οφέλη, που με τη σειρά τους εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες. Ποιοι είναι αυτοί; Η διεθνής εμπειρία και έρευνα έχει δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις στο ερώτημα αυτό. Αναφέρω τους σπουδαιότερους: (α) η πολιτική και κοινωνική σταθερότητα, (β) η μακρο-οικονομική σταθερότητα, (γ) το μέγεθος της οικονομίας, (δ) το ύψος του εργατικού μισθού και η ποιότητα του εργατικού δυναμικού, (ε) το κόστος του χρήματος, το οποίο βέβαια επηρεάζεται και από τη φορολογική επιβάρυνση, (ε) η ποιότητα του δημόσιου τομέα (διαφάνεια, γραφειοκρατία, λειτουργία θεσμών κ.λπ.), (στ) το φυσικό κεφάλαιο- υποδομές, (ζ) ο βαθμός προώθησης των ιδιωτικοποιήσεων και (η) ο βαθμός απελευθέρωσης των τομέων της οικονομίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι κανένας από τους παράγοντες αυτούς δεν είναι από μόνος του ικανός να προσελκύσει επενδύσεις χωρίς την παρουσία των υπολοίπων. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο λόγος που δεν ήρθαν στη χώρα μας ξένες επενδύσεις. Επειδή μειώθηκε το εργατικό κόστος, όταν οι υπόλοιποι παράγοντες παρέμεναν αρνητικοί. Αξίζει να σταθούμε λίγο στους δύο τελευταίους παράγοντες.
Η ΠΡΟΩΘΗΣΗ των σχεδίων ιδιωτικοποιήσεων, όπως αυτό της Eldorado Gold, του Ελληνικού, της ΤΡΑΙΝΟΣΕ κ.ά., θα δώσουν το κατάλληλο σήμα στους ξένους επενδυτές ότι η χώρα είναι αποφασισμένη να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της και να εκσυγχρονίσει τις δομές της. Παράλληλα, με το άνοιγμα των αγορών και τη μείωση των στρεβλώσεων σε πολλούς τομείς της οικονομίας, π.χ. στο εξωτερικό εμπόριο, η χώρα δίνει το στίγμα ότι είναι αποφασισμένη να δημιουργήσει ανταγωνιστικές συνθήκες, αλλά και να διευκολύνει τις εξαγωγές. Οι δύο τελευταίοι παράγοντες είναι αυτοί που εξηγούν γιατί η Τσεχία και η Ουγγαρία (που είχαν γρήγορους ρυθμούς ιδιωτικοποιήσεων και απελευθέρωσης των αγορών) κατάφεραν να προσελκύσουν τα περισσότερα ξένα κεφάλαια μετά το 1989, όταν άλλαξε το οικονομικό τους καθεστώς.
*Καθηγητής στην έδρα Jean Monnet στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή των Ελλήνων