Στις αρχές του Ιανουαρίου, αμέσως μετά τις
γιορτές αναμένεται το υπουργείο Οικονομίας να καταθέσει στη Διεύθυνση Ανταγωνισμού ( DG Comp ) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την πρόταση
για τη μείωση των κόκκινων δανείων
των τραπεζών που έχει
επεξεργαστεί το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας
και την οποία έχει
εξειδικεύσει ως προς τις τεχνικές
τις λεπτομέρειες η JP Morgan.
Ποιος είναι ο στόχος της
κυβέρνησης και πότε θα εφαρμοστεί το νέο σχέδιο για τα “κόκκινα” δάνεια
Επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η
σχετική πρόταση να έχει εγκριθεί το πρώτο
δίμηνο 2019, χρονοδιάγραμμα που
επιχειρεί να προλάβει το ενδεχόμενο
πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, ίσως
και μέσα στον Μάρτιο. Στόχος της
κυβέρνησης δεν είναι άλλος από το
να μπορέσει να πιστωθεί την πολιτική
πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση
του σημαντικότερου προβλήματος που
βαραίνει σήμερα τις ελληνικές τράπεζες,
αλλά και συνολικότερα την οικονομία, αφού
έχει γίνει σαφές ότι, το πρόβλημα των υψηλών NPEs οδηγεί
σε κλειστές αγορές όχι μόνο
τις τράπεζες αλλά και το ίδιο το
Δημόσιο.
Το χρονοδιάγραμμα για τα “ κόκκινα “ δάνεια
Το στενό
χρονοδιάγραμμα που προβλέπεται ότι θα
απαιτηθεί βασίζεται στο γεγονός ότι η τιτλοποίηση
με χρήση κρατικής εγγύησης αποτελεί
ένα μοντέλο που έχει
υιοθετηθεί στην Ιταλία και έχει
εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη της
της DG Comp, που ενέκρινε για
τις ιταλικές τράπεζες μια παρόμοια πρόταση ήδη από το 2017.
Τα πλεονεκτήματα του σχεδίου
του TXΣ
για τα “κόκκινα” δάνεια
Η έγκριση από την DG Comp θα ανοίξει και επισήμως
τον δρόμο για τη εφαρμογή της πρότασης
που βασίζεται στην τιτλοποίηση “κόκκινων” δανείων ύψους τουλάχιστον 15 δισ. ευρώ που θα ανακουφίσει εν μέρει τους ισολογισμούς των ελληνικών τραπεζών. Στελέχη με γνώση του θέματος εξηγούν ότι το βασικό πρόβλημα, που ήταν το
γεγονός ότι το ελληνικό Δημόσιο –σε αντίθεση
με το ιταλικό είναι σε χαμηλή
επενδυτική βαθμίδα και ως εκ τούτου
δεν μπορεί να παράσχει εγγυήσεις, φαίνεται ότι παρακάμπτεται
ως εμπόδιο , αλλά σε κάθε περίπτωση όπως εξηγούν θα αποτυπωθεί στο επίπεδο
της τιμολόγησης των ομολόγων που θα εκδοθούν.
Όπως άλλωστε
επισημαίνουν, το βασικό
πλεονέκτημα της πρότασης είναι
κυρίως το γεγονός ότι ένας
σημαντικός όγκος δανείων με εξασφαλίσεις
που είναι σήμερα χαρτοφυλάκια των τραπεζών θα τιμολογηθεί με όρους αγοράς, δημιουργώντας σταδιακά
μια αξιόπιστη μεθοδολογία για την
αξιολόγηση του πιστωτικού
κινδύνου. Με τον τρόπο αυτό θα “ χτιστεί” σταδιακά μια αξιόπιστη
καμπύλη αξιολόγησης του ιδιωτικού χρέους που
σήμερα δεν υπάρχει.
Πρόκειται
ουσιαστικά για τη δημιουργία των συνθηκών έτσι ώστε να υπάρξει μια νέα δευτερογενής αγορά, που
θα επιτρέψει την προσέλκυση επενδυτών ,έστω και με χαρακτηριστικά distressed και
οι οποίοι θα επενδύσουν στα ελληνικά assets και στις
ελληνικές τράπεζες .
Οι
προβληματισμοί
Η λύση αυτή δεν οδηγεί
σε νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις τις τράπεζες και
αποτελεί μια πιο συμφέρουσα επιλογή, σε όρους πιθανής
ζημίας που μπορεί να
επιφέρει για τους ισολογισμούς των τραπεζών, σε σχέση με τη λύση
της πώλησης δανείων που οδηγούν σε χαμηλότερες αποτιμήσεις τα μεταβιβαζόμενα χαρτοφυλάκια.
Σε κάθε
περίπτωση , πάντως η λύση αυτή δεν θα αντιμετωπίσει συνολικά το πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών,
που παραμένει δυσθεώρητο ξεπερνώντας τα 82 δισ. ευρώ. Ωστόσο θα αποτελέσει ένα ακόμη εργαλείο στο οπλοστάσιο που διαθέτουν οι ελληνικές τράπεζες για τον
περιορισμό του προβλήματος που
απαιτεί πολλαπλές παρεμβάσεις
στο μέτωπο τόσο των πωλήσεων και
των τιτλοποιήσεων όσο και αυτό της οργανικής διαχείρισης ,με αποτελεσματικές μεθόδους ρύθμισης αλλά και γενναίες διαγραφές.
Οι τιτλοποιήσεις και οι πωλήσεις των κόκκινων δανείων την
προσεχή τριετία
Σύμφωνα με τα πλάνα
που αποτελούν αντικείμενο συζήτησης με
τους επόπτες, οι τιτλοποιήσεις και οι πωλήσεις δανείων
την προσεχή τριετία
προσεγγίζουν τα 22 δις. ευρώ, σενάριο που έχει γίνει με μετριοπαθείς παραδοχές
και αναμένεται να αυξηθεί εάν η
πρόταση για την τιτλοποίηση με εγγύηση
του ελληνικού δημοσίου προχωρήσει.
Οι διαγραφές δανείων υπολογίζονται
στα 15 δισ. ευρώ, τα έσοδα από
τις ρευστοποιήσεις περιουσιακών
στοιχείων στα 6, 7 δισ. ευρώ, τα
έσοδα από εισπράξεις στα 3,3 δισ. ευρώ, τα έσοδα από εισπράξεις στα 3,3
δισ. ευρώ, τα έσοδα από
ρυθμίσεις στα 6,4 δισ.ευρώ και από
αναδιαρθρώσεις στα 14,3 δισ. ευρώ.
Πηγή Πληροφοριών: Εφημερίδα ” Καθημερινή”