Σε μία απόδειξη 100 ευρώ τα 60,5 ευρώ πάνε στο κράτος!

Η «προσομοίωση» των μέτρων που πέρασε η κυβέρνηση από τη Βουλή, με βασικό επιχείρημα ότι πλήττουν τους λίγους «έχοντες» και προστατεύουν τους πολλούς, (μάλιστα δόθηκε και πολιτική διάσταση με κυβερνητικά στελέχη να δηλώνουν ότι τιμωρούνται όσοι ψήφισαν «ναι» στο δημοψήφισμα), αποκαλύπτει απίστευτα συμπεράσματα:

1. Για κάθε 100 ευρώ απόδειξης λιανικής ή τιμολογίου παροχής υπηρεσιών που θα εκδίδεται, θα πρέπει να αποδίδονται ακόμη και 60 ευρώ στο κράτος υπό μορφή φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Ετσι, το κίνητρο μη έκδοσης της απόδειξης έγινε μεγαλύτερο από ποτέ. Η απόδειξη σε μια ταμειακή μηχανή που έχει εγκατασταθεί σε μια μικρομεσαία επιχείρηση (ατομική ή προσωπική) ή αντίστοιχα το τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών ενσωματώνει:

• ΦΠΑ 24%.

• Φόρο εισοδήματος και εισφορά αλληλεγγύης που κυμαίνεται από 22% έως 55%.

• Ασφαλιστική εισφορά (20% για την κύρια σύνταξη, 7% για την επικουρική αν υπάρχει και 6,95% για τον κλάδο υγείας).

Πρακτικά, αυτό σημαίνει, σύμφωνα με την Καθημερινή, ότι η έκδοση μιας απόδειξης 100 ευρώ θα υποχρεώνει τον εκδότη-επιχείρηση, να καταβάλει στο κράτος τουλάχιστον 60,5 ευρώ (24 ευρώ σε ΦΠΑ, τουλάχιστον 20,5 ευρώ σε ασφαλιστικές εισφορές και 16 ευρώ σε φόρους). Πρόκειται για το ισχυρότερο κίνητρο φοροδιαφυγής που υπήρξε ποτέ στη χώρα. Και μάλιστα, χωρίς να υπάρχει «γραμμή άμυνας». Μετά την τελευταία αναθεώρηση, τα πρόστιμα για τη μη έκδοση απόδειξης είναι ελάχιστα (σ.σ. ελεγκτής της εφορίας έλεγε στην «Κ» ότι πλέον δεν έχει νόημα να βγαίνουν συνεργεία ελέγχου).

2. Το κόστος άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ελλάδα εκτινάσσεται πάνω από το 50% για ένα εκατομμύριο επιτηδευματίες και επαγγελματίες. Σε ομόρρυθμη εταιρεία με δύο εταίρους, η οποία θα εμφανίσει κέρδη 68.000 ευρώ, θα απομείνει τελικώς καθαρό μηνιαίο εισόδημα της τάξεως των 1.200 ευρώ στον καθένα. Από τα 68.000 ευρώ, τα 18.447 ευρώ θα πάνε στο ασφαλιστικό ταμείο. Από τα 50.000 ευρώ που θα απομείνουν, τα 21.000 ευρώ θα δοθούν για τέλος επιτηδεύματος, φόρο 29% επί των κερδών, προκαταβολή φόρου επόμενου έτους (θα φτάσει στο 100% το 2017) και εισφορά αλληλεγγύης. Θα απομείνουν 29.000 ευρώ για τους δύο εταίρους ή 1.200 ευρώ τον μήνα στον καθένα. Ηδη οι λογιστές κατακλύζονται από αιτήματα για διακοπές εργασιών και μεταφορές εδρών μέχρι στησίματα «βιοτεχνιών» έκδοσης εικονικών τιμολογίων.

3. Ο συνδυασμός της αύξησης του φόρου εισοδήματος αλλά και του ΕΝΦΙΑ για τις μεσαίες και μεγάλες ακίνητες περιουσίες –επιχειρήσεων αλλά και φυσικών προσώπων– εκτινάσσει τον φορολογικό συντελεστή επί του εισοδήματος από ακίνητα στο 50-60%. Δεν γλιτώνουν ούτε οι εταιρείες επενδύσεων, με αποτέλεσμα να είναι ορατός πλέον ο κίνδυνος αναστολής επενδυτικών πλάνων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.

4. Η Ελλάδα καθίσταται η ακριβότερη –από πλευράς φόρων και εισφορών– χώρα για τα στελέχη επιχειρήσεων. Ενεργοποιώντας τον υψηλό συντελεστή (52,5% ή 55%) ακόμη και από τις 40.000 ευρώ και επιβάλλοντας από τις υψηλότερες εισφορές στον κόσμο, το σύστημα υποχρεώνει τον εργοδότη να επιβαρύνεται πλέον με 77.823 ευρώ τον χρόνο προκειμένου το στέλεχός του να εισπράττει στο τέλος καθαρά περίπου 2.370 ευρώ τον μήνα.

5. Το κίνητρο για το λαθρεμπόριο έγινε ισχυρότερο από ποτέ: στα καύσιμα, ο συντελεστής έχει ξεπεράσει πλέον το 70% και είναι από τους τρεις υψηλότερους στην Ευρώπη, ενώ στα τσιγάρα ένα πακέτο θα φορολογείται με πάνω από 80%.


Exit mobile version