Έγγραφο του υπουργείου Εργασίας “κλειδώνει” τα νέα εφάπαξ για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή, ξεκαθαρίζοντας πως ο τρόπος υπολογισμού του βοηθήματος για την περίοδο έως και 31/12/2013 είναι ίδιος με τον τύπο που χρησιμοποιείται και στους άμισθους – αυτοαπασχολούμενους δικηγόρους.
Απαντώντας σε έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ, ο υφυπουργός Εργασίας, Τάσος Πετρόπουλος, ξεκαθαρίζει ότι για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής των αυτοαπασχολούμενων δικηγόρων, θεωρήθηκε ως εισφορά το ποσοστό 4 % και καθορίστηκαν ασφαλιστικές κατηγορίες, καθώς και το τεκμαρτό μηνιαίο εισόδημα που αντιστοιχεί σε κάθε μία από αυτές.
Αναλυτικά, το ερώτημα που τέθηκε αφορούσε το εάν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτός ο τύπος υπολογισμού που αφορά στους άμισθους δικηγόρους και για τον υπολογισμό της παροχής των εμμίσθων, καθώς οι τελευταίοι, στην πλειονότητά τους, τυγχάνουν και αυτοαπασχολούμενοι και επιπλέον οι ελάχιστες ετήσιες εισφορές τους συνίσταντο σε ελάχιστα ποσά, ενσήμων και γραμματίων προείσπραξης, όπως και στους άμισθους.
Και σύμφωνα με την απάντηση για να υλοποιηθεί αυτό, θα πρέπει οι έμμισθοι να «θεωρηθούν» αυτοαπασχολούμενοι και να πληρούν τις σχετικές προϋποθέσεις, δηλαδή να ανήκουν σε κάποια από τις πέντε ασφαλιστικές κατηγορίες, να είναι γνωστές οι ετήσιες εισφορές τους και από αυτές τις εισφορές το 35% να αποδίδεται στον κλάδο πρόνοιας. Όπως επισημαίνει το υπουργείο, πράγματι, οι έμμισθοι δικηγόροι συνδέονται με τον πελάτη τους με σχέση έμμισθης εντολής και η παροχή νομικών συμβουλών από δικηγόρο δεν μπορεί ποτέ να αποτελέσει αντικείμενο σύμβασης εξαρτημένης εργασίας. Οι δικηγόροι, επομένως, δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «μισθωτοί υπάλληλοι».
Και σύμφωνα με την απάντηση για να υλοποιηθεί αυτό, θα πρέπει οι έμμισθοι να «θεωρηθούν» αυτοαπασχολούμενοι και να πληρούν τις σχετικές προϋποθέσεις, δηλαδή να ανήκουν σε κάποια από τις πέντε ασφαλιστικές κατηγορίες, να είναι γνωστές οι ετήσιες εισφορές τους και από αυτές τις εισφορές το 35% να αποδίδεται στον κλάδο πρόνοιας. Όπως επισημαίνει το υπουργείο, πράγματι, οι έμμισθοι δικηγόροι συνδέονται με τον πελάτη τους με σχέση έμμισθης εντολής και η παροχή νομικών συμβουλών από δικηγόρο δεν μπορεί ποτέ να αποτελέσει αντικείμενο σύμβασης εξαρτημένης εργασίας. Οι δικηγόροι, επομένως, δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «μισθωτοί υπάλληλοι».
Παράλληλα, τόσο οι άμισθοι όσο και οι έμμισθοι δικηγόροι ασφαλίζονταν σε πρώην φορέα αυτοαπασχολούμενων και κατέβαλαν σταθερό ποσό εισφορών από ένσημα και γραμμάτια προείσπραξης, ενώ κατά την διάρκεια της εργασιακής τους πορείας, μπορεί να εναλλάσσονταν σε έμμισθη εργασία και αυτοαπασχόληση.
Στο έγγραφο επισημαίνεται ότι το πρώτο και μεγαλύτερο μέρος του εφάπαξ θα προκύπτει από την απόδοση του 60% των μέσων αποδοχών την πενταετία 2009 – 2013. Και ξεκαθαρίζεται ότι με την ίδια μεθοδολογία υπολογίζονται οι τεκμαρτές μηνιαίες αποδοχές είτε άμισθων είτε έμμισθων δικηγόρων. Το μηνιαίο ποσό εισφοράς για τους έμμισθους δικηγόρους προκύπτει από το ετήσιο σταθερό ποσό εισφοράς από ένσημα και γραμμάτια προείσπραξης που αφορούσε την πρόνοια και καταγραφόταν στις ετήσιες ανακοινώσεις του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Δικηγόρων Αθηνών.
Πηγή Πληροφοριών: Καθημερινή