Της Αργυρώς Μαυρούλη
Μέτρα άμεσης απόδοσης για τον περιορισμό της συνταξιοδοτικής δαπάνης, όπως η μείωση των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων, ζητούν οι εκπρόσωποι των δανειστών.
Η πρόθεση τους ενόψει των επικείμενων σκληρών διαπραγματεύσεων φάνηκε χθες κατά την διάρκεια τηλεδιάσκεψης που πραγματοποίησε ο γενικός γραμματέας Νίκος Φράγκος με τεχνικά κλιμάκια, καθώς για άλλη μια φορά ζήτησαν επιπλέον στοιχεία για την εξοικονόμηση πόρων μέσω της προωθούμενης ασφαλιστικής μεταρρύθμισης.
Συγκεκριμένα ζήτησαν περισσότερες πληροφορίες για τον επανυπολογισμό των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων, ενώ εξέφρασαν την αντίρρηση τους με την πρόθεση της κυβέρνησης να καλύψει την προσωπική διαφορά.
Παράλληλα πρόβαλαν ενστάσεις στην επιλογή της ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας να εφαρμόσει υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης σε χαμηλόμισθους συνταξιούχους με λίγα έτη ασφάλισης, καταβάλλοντας όπως είπαν υψηλότερες συντάξεις σε σχέση με το Ν. 3863/10.
Οι δανειστές, όπως έχει διαφανεί από όλες τις προηγούμενες ημέρες, ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για το πως επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι έως το 2019, προκειμένου να τηρηθούν όσα προβλέπονται στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα. Ακόμη ζήτησαν διευκρινήσεις και αναφορικά με την Εθνική Σύνταξη, καθώς ήθελαν να είναι ξεκάθαρο το πότε τη δικαιούνται οι ασφαλισμένοι. Οι δανειστές διαφωνούν με την καταβολή της με 15 χρόνια ασφάλισης και ζητούν να δίνεται είτε με εισοδηματικά κριτήρια, είτε με την συμπλήρωση 20 ετών ασφάλισης.
Την ίδια στιγμή που οι δανειστές ζητούν αλλαγές επί τα χείρω, ο υπουργός Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γιώργος Κατρούγκαλος αναζητά λύσεις, προκειμένου να μετριάσει τις αντιδράσεις μεγάλων ομάδων ασφαλισμένων.
Ειδικά για τους αγρότες, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν αποκλείεται τελικά σήμερα, σε κοινή συνέντευξη τύπου μεταξύ των συναρμόδιων υπουργών Εργασίας και Αγροτικής Ανάπτυξης, να ανακοινωθεί πως η κατώτερη ασφαλιστική κατηγορία για όσους έχουν ετήσιο εισόδημα έως 5.000 ευρώ θα υπολογίζεται με βάση το 70% και όχι το 80% του εισοδήματος του ανειδίκευτου εργάτη.
Αυτό στην πράξη σημαίνει πως η εισφορά θα υπολογίζεται σε μηνιαίο εισόδημα 410 ευρώ και όχι 468 ευρώ, με αποτέλεσμα να ανέρχεται το 2019 (όταν και θα παρακρατείται το 20%) 82 ευρώ το μήνα.
Παράλληλα, δεν αποκλείεται να αναζητηθεί λύση και στο θέμα αυτονομίας του ΟΓΑ, ο οποίος όμως θα ενταχθεί στον Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) πιθανότατα με μια μεγαλύτερη αυτοτέλεια σε σχέση με τα υπόλοιπα ταμεία.