«Ο θόρυβος που σηκώθηκε για την ασφάλιση όσων εργάζονται με
Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών (ΔΠΥ) και κατατάχτηκαν, αδιάκριτα και συγκεχυμένα, στη
κατηγορία «μπλοκάκια», δεν δικαιολογείται με βάση το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο»
τονίζει σε ανακοίνωσή του ο ΕΦΚΑ.
Όπως υπογραμμίζει σε αυτήν «με τον λαϊκό τρόπο μπλοκάκια χαρακτηρίστηκε
σκωπτικά και έγινε αποδεκτή στωικά μια βολική για πολλούς και διάφορους,
διαστρέβλωση στο χώρο της εργασίας και της ασφάλισης.
Εργαζόμενοι που πρόσφεραν υπηρεσίες και είχαν στην
πραγματικότητα σχέση εξαρτημένης εργασίας αναγκάζονταν κάτω από την πίεση των
εργοδοτών και με το φόβο της ανεργίας να λαμβάνουν οι ίδιοι, μόνοι τους και στο
σύνολό τους την πληρωμή των ασφαλιστικών εισφορών.
Αυτή η κατάσταση, που ήταν, βέβαια, «παράνομη» και σαφώς
εκμεταλλευτική αλλά και ασύμφορη συνολικά για τον κόσμο της εργασίας,
επιβλήθηκε, σταδιακά και μεθοδευμένα από όσους προσδοκούσαν οφέλη από την απορρύθμιση
της εργασίας με κάθε τρόπο και μέσο, πολλοί από τους οποίους βρίσκονται σήμερα
στα κάγκελα για τη ρύθμιση του νέου ασφαλιστικού νόμου για το συγκεκριμένο
θέμα.
Και για να έχουν «και την πίτα αφάγωτη και το σκύλο
χορτάτο», που σημαίνει και την εργασία ρυθμιστή και την ασφάλιση ένοχη
πυροδότησαν μια έντυπη και ψηφιακή εκστρατεία σύγχυσης και αποπροσανατολισμού
μεταστρέφοντας το θέμα από θεσμικό και εργασιακό σε ασφαλιστικό και δήθεν
φορολογικό που χτυπάει εργαζόμενους και μικρομεσαίους εργοδότες φέρνοντάς τους
σε αντιπαράθεση και διαρκή σύγκρουση για την ασφάλιση και μόνο».
Σύμφωνα με τον ΕΦΚΑ η πραγματικότητα είναι άλλη και αναφέρει
χαρακτηριστικά το γιατί και πώς.
«Ο νέος ασφαλιστικός νόμος ήρθε να δώσει και ο ΕΦΚΑ καλείται
να εφαρμόσει σ’ αυτούς για τους οποίους προκύπτει ότι εργάζονται σε καθεστώς
και συνθήκες εξαρτημένης σχέσης εργασίας, τον πραγματικά εργαζόμενο μισθωτό
δηλαδή, τη δυνατότητα να ασφαλίζεται όπως όλοι οι άλλοι μισθωτοί. Δεν ήρθε, με
άλλα λόγια, και δε θα μπορούσε να επιλύσει το εργασιακό πρόβλημα αλλά σκόπευσε
να δώσει «ασφάλιση και ασφάλεια» ισότιμα και δίκαια στους εργαζόμενους αυτής
της κατηγορίας. Απ’ αυτή τη σκοπιά όχι μόνο δεν αφαίρεσε τίποτα από αυτό που
ίσχυε μέχρι σήμερα και δεν αδίκησε σε ότι έπρεπε να ισχύει αλλά απεναντίας
αναγνώρισε, πρόσθεσε και αποκατέστησε έτσι ασφαλιστικά όσους πραγματικά
υπάγονταν σε αυτήν.
Σ’ αυτή του την επιδίωξη ο νόμος (άρθρο 39, παρ. 9, Νόμος
4387/2016) διακρίνει στην ουσία τρείς περιπτώσεις εργαζομένων που έχουν
εφοδιαστεί, εκδίδουν και χρησιμοποιούν για την εργασία που προσφέρουν δελτία
παροχής υπηρεσιών – «μπλοκάκια»:
α) Σε εργαζόμενους με ΔΠΥ (μπλόκ) σε δύο το πολύ εργοδότες
β) Σε εργαζόμενους με πάνω από δύο εργοδότες
γ) Σε μισθωτούς που έχουν παράλληλα με την πραγματική
μισθωτή εργασία και ΔΠΥ (μπλόκ)
– Στην πρώτη περίπτωση που είναι και η συντριπτικά
μεγαλύτερη, αναγνωρίστηκε το δικαίωμα και δόθηκε η δυνατότητα στον εργαζόμενο
να προσφέρει πραγματικά μισθωτή και εξαρτημένη απασχόληση με ΔΠΥ – μπλόκ, με
αντίστοιχη υποχρέωση του εργοδότη να προστατέψει τη δουλειά, το μισθό και την
ασφάλισή του.
Είναι βεβαίως αυτονόητο ότι δε μπορούσε να επιβάλει στον
εργαζόμενο την υποχρέωση να ασκήσει αυτό το δικαίωμα, όπως άλλωστε συμβαίνει
για κάθε δικαίωμα, αλλά του έδωσε τη δυνατότητα, εφόσον θέλει και εκτιμάει ότι
μπορεί και τον συμφέρει, να κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος και της
προστατευόμενης διαδικασίας για την άσκησή του.
Αυτή η προστασία σημαίνει τη γνωστοποίηση της πραγματικής
εργασιακής και ασφαλιστικής του κατάστασης με σκοπό να ενεργοποιηθούν τα ίδια
στο πλαίσιο της σχετικής αρμοδιότητάς τους έτσι ώστε να προχωρήσουν στην
ασφαλιστική τους τακτοποίηση ως μισθωτών (εισφορά εργαζόμενου 6,67%, εργοδότη 13,33%).
Αυτή άλλωστε ήταν η διαδικασία μέχρι σήμερα ακόμα και για
την επίσημα αναγνωρισμένη εξαρτημένη σχέση εργασίας από τους εργοδότες, αν αυτή
δεν ανταποκρινόταν στις ασφαλιστικές της υποχρεώσεις απέναντι στον εργαζόμενο
και ο ίδιος επέλεγε ή αναγκαζόταν να προσφύγει στα αρμόδια ασφαλιστικά όργανα
και δικαστήρια (ασφαλιστικός φορέας, τοπική διοικητική επιτροπή, διοικητικά
δικαστήρια).
– Στη δεύτερη περίπτωση ο εργαζόμενος που προσφέρει
υπηρεσίες σε περισσότερους από δύο εργοδότες, στους οποίους και εκδίδει ΔΠΥ –
μπλοκ, τη βάση υπολογισμού των εισφορών του θα αποτελεί το καθαρό οικονομικό
αποτέλεσμα (έσοδα – έξοδα) του προηγούμενου έτους όπως αυτό θα προκύπτει από τα
δελτία που θα εκδίδει και θα παρέχει.
Τούτο προκύπτει αβίαστα και καλοπροαίρετα από τη ρύθμιση του
Νόμου για τον υπολογισμό των εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών με βάση το
εισόδημα τους και όχι με τις ασφαλιστικές κλάσεις που προέβλεπε το τότε
ασφαλιστικό καθεστώς. Η όποια διαφωνία εγείρεται εν προκειμένω, δεν αφορά στον
τρόπο υπολογισμού από πλευράς ΕΦΚΑ αλλά στο κριτήριο που έχει επιλεχθεί
νομοθετικά για τις ασφαλιστικές καταβολές αυτού του είδους αυτής της κατηγορίας
των ασφαλισμένων, δηλαδή των ελευθέρων επαγγελματιών.
– Στην τρίτη περίπτωση , αυτή δηλαδή των μισθωτών που έχουν
και εκδίδουν δελτία παροχής υπηρεσιών – μπλοκ, η βάση υπολογισμού των εισφορών
τους για την παροχή υπηρεσιών πέραν της μισθωτής εργασίας θα είναι το καθαρό
οικονομικό αποτέλεσμα – έσοδα που θα έχουν από την προσφορά των υπηρεσιών τους
εκτός των μισθωτών υπηρεσιών.
Το γεγονός, βέβαια, ότι με το προηγούμενο νομοθετικό
καθεστώς και για τους μετά το 1992 ασφαλισμένους, αυτού του είδους η παροχή των
υπηρεσιών δεν υποχρέωνε σε υπολογισμό και καταβολή εισφορών, δε σημαίνει ότι
υπάρχει είτε πρόσθετη επιβάρυνση είτε άδικη μεταχείριση είτε εσφαλμένη και
ανισότιμη εφαρμογή του Νόμου για αυτούς.
Αντίθετα, πρόκειται για την εφαρμογή της βασικής επιλογής
του Νόμου για την υποχρέωση καταβολής εισφορών για κάθε είδους επαγγελματική
δραστηριότητα με βάση το καθαρό οικονομικό αποτέλεσμα απ’ αυτήν (έσοδα – έξοδα)
πέραν της μισθωτής απασχόλησης, για την οποία και εξακολουθεί να υφίσταται ο
υπολογισμός και η καταβολή εισφορών με το καθεστώς των μισθωτών.
Χρειάζεται τέλος να επισημανθεί για την αποκατάσταση της
αλήθειας ότι η οποιαδήποτε, καλοπροαίρετη ή μη αναφορά σε υποχρεώσεις παροχής
πέραν των εισφορών της ασφάλισης (π.χ. φόρος εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, εισφορά
αλληλεγγύης, τέλος επιτηδεύματος κλπ) η οποία και αυξάνει τις τελικές
υποχρεώσεις των ασφαλισμένων πολιτών απέναντι στο κράτος, βρίσκονται έξω από το
πεδίο της ασφάλισης και δεν αφορούν τις αντίστοιχες υποχρεώσεις των
ασφαλισμένων προς τον ΕΦΚΑ».