Μεταρρύθμιση για τον ΕΝΦΙΑ με μείωση της επιβάρυνσης για τη μικρή και μεσαία ακίνητη περιουσία, περιορισμό της επιβάρυνσης για τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ και όλα αυτά χωρίς να μειωθεί η είσπραξη του φόρου από τα 2,8 δισ. ευρώ που ήταν το 2020. Η πρώτη μεγάλη – και σχετικά απλή να υλοποιηθεί – αλλαγή στον ΕΝΦΙΑ του 2022 είναι ότι ο βασικός φόρος για τα ακίνητα θα αποπληρωθεί για πρώτη φορά σε 10 μηνιαίες δόσεις, με την πρώτη δόση στα τέλη Μαΐου και εξόφληση τον Φεβρουάριο του επόμενου έτους.
Η δυσκολία βρίσκεται όπως αναφέρει η εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος”, στις μειώσεις κύριου και συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ. Το πρώτο βήμα θα είναι η οριστικοποίηση των επιπλέον εσόδων που προκύπτουν από την προσαρμογή των αντικειμενικών τιμών στις εμπορικές και την ένταξη 3.643 περιοχών στο σύστημα των αντικειμενικών αξιών. Η επιτροπή που έχει συσταθεί υπό τον υφυπουργό Οικονομικών, Απόστολο Βεσυρόπουλο, θα ολοκληρώσει αυτόν τον υπολογισμό μέχρι και τα μέσα Σεπτεμβρίου. Από εκεί και πέρα, ο στόχος είναι μέχρι και το τέλος Οκτωβρίου, η επιτροπή για την αναμόρφωση του ΕΝΦΙΑ να έχει παραδώσει το πόρισμα δίνοντας λύσεις και εναλλακτικές για δυο στρατηγικές επιλογές.
Η πρώτη είναι η μεσοσταθμική μείωση του βασικού φόρου κατά 8%, με το βάρος να δίνεται στη μικρή και τη μεσαία ακίνητη περιουσία. Με δεδομένο ότι η προσαρμογή των αντικειμενικών στις εμπορικές αξίες έχει φέρει αυξήσεις στις τιμές και άρα και τον ΕΝΦΙΑ κάθε περιοχής, η μείωση του φόρου θα απαιτήσει σύμφωνα με τον “Ελεύθερο Τύπο” αλλαγές στους συντελεστές του φόρου, που θα γίνουν περισσότεροι και πιο σταδιακοί από σήμερα ώστε σε πρώτη φάση να μην υπάρξουν επιβαρύνσεις. Στη συνέχεια θα εκτιμηθεί το κόστος, αν υπάρχει, για τη μέση μείωση φόρου κατά 8%. Ακόμη και αν δεν υπάρξει το απαιτούμενο πλεόνασμα εσόδων, είναι στρατηγική απόφαση ο βασικός φόρος να μειωθεί για το 2022, ακόμη και αν το κόστος καλυφθεί από τον Προϋπολογισμό (το κόστος αναμένεται στα 120-130 εκατ. ευρώ). Το μέτρο είναι ένα αυτά που θα ανακοινωθούν στη ΔΕΘ για τον επόμενο χρόνο.
Συμπληρωματικός
Ο δεύτερος, πιο δύσκολος στόχος είναι να μειωθεί ή να καταργηθεί ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ, ο οποίος επιβαρύνει περίπου 400.000 φορολογουμένους. Η δυσκολία έγκειται στο ότι πρόκειται για ένα ακριβό μέτρο. Από τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ το Δημόσιο βεβαίωσε το 2020 έσοδα ύψους 631,38 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 352,52 εκατ. ευρώ πληρώνουν τα φυσικά πρόσωπα και 272,38 εκατ. ευρώ οι επιχειρήσεις. Ανάλογα με τα περιθώρια που θα δώσουν οι νέες εντάξεις στις αντικειμενικές αξίες, αλλά και την επιλογή να πληρώσουν παραπάνω φόρο κάποιες «ακριβές» περιοχές της χώρας με μεγάλη ζήτηση από Ελληνες και ξένους επενδυτές, η μείωση του συμπληρωματικού φόρου μπορεί να γίνει με τρεις τρόπους. Ο πρώτος είναι ο οριζόντιος. Δηλαδή η πλήρης κατάργηση του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ μόνο για τα φυσικά πρόσωπα και η διατήρησή του για τις επιχειρήσεις με ακίνητη περιουσία αντικειμενικής αξίας άνω των 250.000 ευρώ. Το κόστος του μέτρου ανέρχεται στα 350 εκατ. ευρώ.
Το δεύτερο σενάριο προβλέπει τη μείωση κατά 50% του συμπληρωματικού για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, που επιφέρει επίσης ένα κόστος περίπου 320 εκατ. ευρώ. Ο τρίτος τρόπος για τη μείωση της επιβάρυνσης του συμπληρωματικού φόρου είναι ο έμμεσος. Δηλαδή η αύξηση του αφορολόγητου ορίου από τις 250.000 ευρώ στις 400.000 ευρώ, ή ακόμη περισσότερο, ώστε να απαλλαχθούν περίπου τα 3/4 των υπόχρεων του φόρου.
Συντελεστές
Ακόμη μία παράμετρος που θα βοηθήσει στην αναμόρφωση της βάσης υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ είναι οι συντελεστές παλαιότητας των ακινήτων και εμπορικότητας των εμπορικών ακινήτων.
Σε ό,τι αφορά τους συντελεστές παλαιότητας έχει συσταθεί άλλη μια επιτροπή, στην οποία συμμετέχει και το ΤΕΕ, για αναδιαμόρφωση των τιμών ζώνης ώστε να αλλάξουν και οι συντελεστές. Σε αρκετές περιοχές θα σπάσουν στα δύο οι υφιστάμενες ζώνες, σε άλλες περιπτώσεις θα γίνουν επεκτάσεις, ενώ κάποιες ζώνες θα συνενωθούν. Εκείνο που αποτελεί στρέβλωση σε ό,τι αφορά το συντελεστή παλαιότητας είναι ότι εξαντλείται στα 26 χρόνια, πέραν των οποίων δεν μειώνεται περαιτέρω η αξία των ακινήτων, έστω και αν είναι 100 ετών. Εκεί θα πρέπει να αλλάξει το σύστημα απομείωσης της φορολογητέας αξίας, να επεκταθεί περαιτέρω ώστε να είναι περισσότερο ρεαλιστικό. Σοβαρά προβλήματα εντοπίζονται και με τους συντελεστές εμπορικότητας των αντικειμενικών αξιών, που επίσης έχουν παραμείνει οι ίδιοι τα τελευταία 40 χρόνια. Με βάση αυτό δεν έχουν αναμορφωθεί οι συντελεστές εμπορικότητας σε περιοχές που από βυρσοδεψία και μικρο-εργαστήρια ή αποθήκες πλέον έχουν συμπληρώσει τις υποδομές τους και φιλοξενούν πολυτελή νυχτερινά κέντρα και εμπορικά καταστήματα.