«Σκάλωσε» το σχέδιο της Πολιτείας για υποχρεωτική ασφάλιση έναντι φυσικών καταστροφών όλων των εταιρειών με τζίρο άνω των 2 εκατ. ευρώ, σχέδιο που είχε εξαγγελθεί μετά την κακοκαιρία Daniel. Ανάλογο πλάνο είχε πέσει στο «τραπέζι» και για τα οχήματα ιδιωτικής χρήσης, καθώς είχε συζητηθεί η υποχρεωτική τους ασφάλιση για πλημμύρα. Έως τώρα έχουν δοθεί μόνον κίνητρα για την ασφάλιση των κατοικιών, με την μορφή έκπτωσης 10% στον ΕΝΦΙΑ, εντούτοις όλοι οι άλλοι σχεδιασμοί μοιάζει να έχουν «παγώσει».
Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης
Βάσει των σχετικών εξαγγελιών, από την 1η Ιανουαρίου 2024 θα ήταν υποχρεωτική η ιδιωτική ασφάλιση για όλες τις επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 2 εκατ. ευρώ, οι οποίες από την ίδια ημερομηνία δεν θα αποζημιώνονταν από το κράτος για τις απώλειες από φυσικές καταστροφές. Εντούτοις, ως τώρα το σχετικό πλάνο δεν προχώρησε.
Ποιες εταιρείες θα υποχρεώνονταν σε ασφάλιση
Όπως είχε ανακοινωθεί από κυβερνητικά στελέχη, η ασφάλιση θα έπρεπε να καλύπτει πλημμύρα, σεισμό και πυρκαγιά, και θα αφορούσε στο κτίριο, τα μηχανήματα, τον εξοπλισμό και τα αποθέματα. Η υποχρεωτική ασφάλιση των επιχειρήσεων είχε να κάνει, σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία που είχε παραθέσει το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, με 16.268 μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες όμως πραγματοποιούν το 87,5% του τζίρου της αγοράς, σηματοδοτώντας την επέκταση της ασφάλισης σε ένα σημαντικό τμήμα της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Η απόφαση για την υποχρεωτική ασφάλιση είχε προαναγγελθεί ως συνέπεια των μεγάλων ζημιών που προκάλεσε η πρόσφατη κακοκαιρία Daniel στις επιχειρήσεις της Θεσσαλίας, σημαντικός αριθμός των οποίων ήταν ανασφάλιστος, και επεδίωκε να καλύψει το μεγάλο κενό που υπάρχει στην ασφάλιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στη χώρα μας κυρίως στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Ποιες είναι οι προτάσεις για υποχρεωτική ασφάλιση
Από την πλευρά τους, πάντως παράγοντες της ιδιωτικής ασφάλισης είχαν «κατεβάσει» εδώ και χρόνια την πρόταση για υποχρεωτική (ή έστω ιδιαίτερα εκτεταμένη) ασφαλιστική κάλυψη των κατοικιών της χώρας έναντι φυσικών καταστροφών, πρόταση που ουσιαστικά δεν συζητούσαν στην πράξη οι κυβερνήσεις λόγω «πολιτικού κόστους», καθώς θα μπορούσε να εκληφθεί ως «νέο χαράτσι» στα ήδη βεβαρυμμένα ακίνητα.
Τι περιλάμβανε σε γενικές γραμμές η εν λόγω πρόταση των ασφαλιστικών εταιρειών;
- Πρώτον, την υποχρεωτική ασφάλιση τουλάχιστον των πρώτων κατοικιών των πολιτών. Μέσα από μια καθολική κάλυψη όχι μόνο θα αίρονταν σοβαρά εμπόδια ασφάλισης σε περιοχές υψηλής τρωτότητας (π.χ. δασικές, υψηλού σεισμικού κινδύνου, κ.λπ.) αλλά λόγω των οικονομιών κλίμακας που θα δημιουργούνταν θα μπορούσε το μέσο ετήσιο ασφάλιστρο να μειωθεί για παράδειγμα κατά 30% σε σχέση με το τρέχον.
- Δεύτερον, ένα επιπλέον πολύ σημαντικό ποσοστό των ασφαλίστρων θα μπορούσε να το καλύψει το ίδιο το δημόσιο, αυξάνοντας για παράδειγμα το ποσοστό έκπτωσης του ΕΝΦΙΑ από το σημερινό 10% στο 30%, ή στο 40% για όσες κατοικίες καλυφθούν έναντι φυσικών καταστροφών. Μέσα από αυτό τον τρόπο,αφ’ ενός η ετήσια επιβάρυνση των νοικοκυριών θα είναι περιορισμένη (π.χ. 40-60 ευρώ) και αφ’ ετέρου σε περίπτωση κάποιας φυσικής καταστροφής: Τα νοικοκυριά θα αποζημιώνονται πολύ γρήγορα και εις το ακέραιο για τις ζημιές που υπέστησαν στις κατοικίες τους, χωρίς να περιμένουν τα εκάστοτε κυβερνητικά μέτρα στήριξης, τα οποία καλύπτουν μόνο ένα τμήμα της ζημιάς και μάλιστα με γραφειοκρατικές διατυπώσεις και χρονικές καθυστερήσεις.
Με το κόστος της ζημιάς των κατοικιών να το έχουν επιφορτιστεί οι ασφαλιστικές εταιρείες (στην πράξη κατά κύριο λόγο οι αντασφαλιστικοί Όμιλοι του εξωτερικού) η ελληνική Πολιτεία -μέσω του κρατικού Προϋπολογισμού- θα είχε τη δυνατότητα να εστιάσει στην αποκατάσταση των υποδομών, με βάση τις νέες και αναβαθμισμένες απαιτήσεις των καιρών. Τουλάχιστον αυτό ήταν το σκεπτικό των παραγόντων της αγοράς.
Βεβαίως δεν έλειπαν και οι ενστάσεις, που επικεντρώνονταν από πλευράς πολιτείας, στο ότι μέσα από τη συγκεκριμένη διαδικασία το Ελληνικό Δημόσιο θα απωλέσει σημαντικό ποσοστό των εσόδων του από την επιβολή σαφώς μειωμένου ΕΝΦΙΑ.
Η απάντηση των εταιρειών ήταν πως το Κράτος θα γλυτώσει, από την πλευρά του, την καταβολή δαπανών σε περίπτωση φυσικών καταστροφών.
Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, πρόκειται για μια εξαιρετικά δύσκολη «εξίσωση» υπό την έννοια ότι σε μια ενδεχόμενη υιοθέτηση της υποχρεωτικής ασφάλισης των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών, αυτά θα πρέπει να βάλουν ακόμη «πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη».