Σχεδόν απαγορευτική έχει καταστήσει την εξαγορά πλασματικών ετών ασφάλισης ο πρόσφατος νόμος Κατρούγκαλου, καθώς έχει αυξηθεί το κόστος έως και κατά πέντε φορές, ενώ σε εκκρεμότητα παραμένει η υποχρέωση που έχει αναλάβει το υπουργείο Εργασίας, στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για την δεύτερη αξιολόγηση, να μειώσει την έκπτωση που προβλέπεται στις περιπτώσεις που ο ασφαλισμένος εξοφλήσει εφάπαξ την εξαγορά.
Συγκεκριμένα, οι ασφαλισμένοι που επιθυμούν να εξαγοράσουν έτη ασφάλισης προκειμένου να κλειδώσουν ταχύτερα το συνταξιοδοτικό δικαίωμα καλούνται πλέον να πληρώσουν έως και πέντε φορές ακριβότερα τα λεγόμενα “πλασματικά έτη”.
Στο Δημόσιο, προβλέπεται η δυνατότητα αναγνώρισης έως και δώδεκα πλασματικών ετών, ενώ στον ευρύτερο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μέχρι επτά χρόνια.
Μέχρι πρότινος, για την αναγνώριση απαιτούνταν η καταβολή εκ μέρους του ασφαλισμένου του Δημοσίουεισφορά 6,67% επί των συνταξίμων αποδοχών (όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης). Ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του υπαλλήλου (βασικός μισθός, επίδομα 140 ευρώ και επίδομα θέσης) του Οκτωβρίου 2011.
Κατά κύριο λόγο, οι ειδικοί εκτιμούν ότι τα ποσά που καλούνταν να πληρώσουν οι ασφαλισμένοι στο Δημόσιο ανέρχονταν από 70 μέχρι 140 ευρώ το μήνα.
Αντίστοιχα για τους ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα το κόστος για τις περισσότερες κατηγορίες πλασματικών ετών ήταν στα 168 ευρώ (δηλαδή το 25επλάσιο του ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη το 2015). Ειδικά για το στρατό ήταν στο 20% του συνόλου των συντάξιμων αποδοχών, με προβλέψεις για έκπτωση από 30% έως 50% ανάλογα με τα έτη της θεμελίωσης.
Με το νέο νόμο, η αναγνώριση γίνεται με την καταβολή της εισφοράς που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς (20% επί των συντάξιμων αποδοχών), για κάθε μήνα πλασματικού χρόνου. Η ως άνω εισφορά υπολογίζεται επί των αποδοχών του ασφαλισμένου κατά το μήνα υποβολής της αίτησης εξαγοράς.
Μάλιστα, ενώ για την εφάπαξ πληρωμή των πλασματικών ετών που αναγνωρίζονται, προβλέπεται έκπτωση της τάξης του 15%, οι εκπρόσωποι των θεσμών έχουν ζητήσει από την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας την μείωση της έκπτωσης αυτής.
Πρόκειται για ένα από τα συνολικά τρία «υπόλοιπα» του ασφαλιστικού, που βάσει του συμπληρωματικού μνημονίου θα πρέπει να ψηφιστούν εντός του Φθινοπώρου, για την εκταμίευση της δόσης των 2,8 δισ. ευρώ και πριν από την έναρξη της διαδικασίας για την δεύτερη αξιολόγηση.
Εξαγορά- αναγνώριση
Ο χρόνος τον οποίο μπορεί να προσμετρήσει ή να αναγνωρίσει κάθε ασφαλισμένος ανάλογα με το χρόνο συνταξιοδότησής του, κλιμακώνεται ως εξής:
-έως τέσσερα χρόνια, για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα εντός του 2011,
-έως πέντε χρόνια, για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα εντός του 2012,
-έως έξι χρόνια, για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα εντός του 2013 και
-έως επτά χρόνια, για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1η Ιανουαρίου του 2014 και μετά.
Η προϋπόθεση
Βασική προϋπόθεση για την αναγνώριση του πλασματικού αυτού χρόνου είναι οι ενδιαφερόμενοι να έχουν συμπληρώσει 3.600 ημέρες ασφάλισης (12 έτη). Οι χρόνοι που μπορούν να προσμετρηθούν ή να αναγνωρισθούν, είναι:
– Επιδότηση λόγω ασθένειας (300 μέρες).-Επιδότηση ανεργίας (300 μέρες).
– Χρόνος σπουδών (ίσος με τα επίσημα ακέραια έτη σπουδών της οικείας σχολής, τα οποία προβλέπονται κατά το χρόνο της αποφοίτησης).
– Χρόνος ανεργίας.
– Χρόνος απουσίας των απασχολούμενων μητέρων από την εργασία τους, λόγω κύησης και λοχείας.
– Χρόνος απεργίας.
– Πλασματικός χρόνος για κάθε παιδί (1 έτος για το πρώτο παιδί, 2 για το δεύτερο και συνολικά 3 έτη, και 5 συνολικά έτη για τρίτεκνη μητέρα).
– Χρόνος μαθητείας, έως ένα έτος.
– Για τους ασφαλισμένους ελεύθερους επαγγελματίες στον Ο.Α.Ε.Ε., ο χρόνος αποδεδειγμένης άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, πριν την εγγραφή στα μητρώα του οικείου οργανισμού, εφόσον δεν έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες εισφορές (έως πέντε έτη).
Ως προς την προσμέτρηση του χρόνου απουσίας από την εργασία λόγω κύησης και λοχείας και των ημερών επιδότησης λόγω ασθένειας και τακτικής ανεργίας, επισημαίνεται ότι λαμβάνονται υπόψη, αποκλειστικά για την θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω γήρατος και όχι για τον προσδιορισμό του δικαιούμενου ποσού σύνταξης, άρα δεν απαιτείται η καταβολή οποιουδήποτε ποσού εκ μέρους του ασφαλισμένου.
Πηγή: Euro2day.gr