Τουλάχιστον 15.000 φορολογούμενοι θα λάβουν ειδοποιητήρια από την Εφορία σε όσους δεν έχουν υποβάλει δηλώσεις το 2017 και εντοπίστηκαν ύστερα από ηλεκτρονικές διασταυρώσεις. Έτσι, θα κληθούν να κλείσουν άμεσα τις εκκρεμότητες που έχουν αφήσει.
Όπως αναφέρουν “Τα Νέα”, ο λογαριασμός του φόρου προκύπτει κατ’ εκτίμηση βάσει των πληροφοριών που έχει η Αρχή στη διάθεσή της. Οι εν λόγω φορολογούμενοι έχουν εντοπιστεί από την Εφορία είτε να έχουν λάβει εισοδήματα τα οποία και δεν έχουν δηλώσει, είτε ακόμη και να μην έχουν υποβάλει καθόλου φορολογική δήλωση. Οι εν λόγω παραβάσεις εστιάζονται κυρίως στο 2017.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που υπάρχουν ο φοροελεγκτικός μηχανισμός έχει λάβει εντολή να στείλει φέτος τουλάχιστον 15.000 εκκαθαριστικά με φόρους «κατ’ εκτίμηση», δηλαδή με ποσά φόρου που έχουν υπολογιστεί για εισόδημα το οποίο προκύπτει με βάση τα στοιχεία και τις πληροφορίες που έχει στη διάθεση της, η φορολογική αρχή.
Οι περισσότερες περιπτώσεις που ελέγχονται και αυτές δηλαδή που έχουν μπει στο στόχαστρο της Εφορίας είναι εργαζόμενοι και συνταξιούχοι με αδήλωτα αναδρομικά και αποδοχές, φορολογούμενοι με αποδοχές από το εξωτερικό, ιδιοκτήτες ακινήτων με αδήλωτα εισοδήματα, ενώ στην πρώτη γραμμή βρίσκονται οι ανοιχτές φορολογικές υποθέσεις του 2017 οι οποίες παραγράφονται στο τέλος του έτους.
Σύμφωνα με τις οδηγίες που έχει δώσει η ΑΑΔΕ οι εφοριακοί ελέγχουν και διασταυρώνουν:
Τα ηλεκτρονικά αρχεία βεβαιώσεων αποδοχών ή συντάξεων, αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα και εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα.
Διαθέσιμα στοιχεία που αφορούν λοιπά εισοδήματα και αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης ή απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, τα οποία αποστέλλονται ετησίως ή περιλαμβάνονται στην τελευταία προ του έτους για το οποίο εκδίδεται πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, υποβληθείσα δήλωση φόρου εισοδήματος και στην περιουσιακή κατάσταση του εκάστοτε έτους, όπως αυτή προκύπτει από το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Περιουσιολογίου της ΑΑΔΕ.
Την ηλεκτρονική βάση δεδομένων, που είναι διαθέσιμη στην ΑΑΔΕ και δύνανται να αφορούν την άσκηση επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς επίσης και από στοιχεία που λήφθηκαν στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για την εφαρμογή της διεθνούς διοικητικής συνεργασίας στο πεδίο της άμεσης φορολογίας.
Κάθε διαθέσιμη πληροφορία από τρίτους.
Στις περιπτώσεις που οι φορολογούμενοι, φυσικά πρόσωπα, παρά την υποχρέωσή τους να υποβάλουν δήλωση φόρου εισοδήματος δεν την υπέβαλαν, εκδίδεται πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων με την προϋπόθεση ότι από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση προκύπτει φορολογητέα ύλη για τον κατ’ εκτίμηση προσδιορισμό της φορολογικής υποχρέωσης και ποσό φόρου προς βεβαίωση για τον φορολογούμενο που υπερβαίνει το ποσό των 30 ευρώ.
Στην εκδοθείσα πράξη προσδιορισμού φόρου αναφέρεται ότι η Φορολογική Διοίκηση προέβη στον εκτιμώμενο προσδιορισμό φόρου λόγω μη υποβολής δήλωσης του φορολογούμενου μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου. Επίσης, αναγράφονται τα στοιχεία εκείνα που έλαβε υπόψη της μέχρι την ως ημερομηνία για τον κατ’ εκτίμηση προσδιορισμό της φορολογικής του υποχρέωσης. Τα στοιχεία αυτά δύνανται να αναφέρονται και σε ξεχωριστό φύλλο, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πράξης του εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου.
Το «ραβασάκι» με τον φόρο κοινοποιείται στον φορολογούμενο, ο οποίος λαμβάνει στην προσωπική θυρίδα του στην ψηφιακή πύλη myAADE ειδοποίηση με διαδρομή (link) που τον οδηγεί στην αντίστοιχη σελίδα του δικτυακού τόπου της ΑΑΔΕ, όπου έχει τη δυνατότητα να δει και να εκτυπώσει την εκδοθείσα πράξη προσδιορισμού φόρου. Επιπρόσθετα αποστέλλεται ηλεκτρονική ειδοποίηση στη δηλωθείσα από τον φορολογούμενο διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Μετά την έκδοση της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου, ο φορολογούμενος δύναται να υποβάλει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για το οικείο φορολογικό έτος δήλωση φορολογίας εισοδήματος, συνυποβάλλοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Κατά της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου ο φορολογούμενος έχει τη δυνατότητα άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής εντός προθεσμίας 30 ημερών από την κοινοποίησή της.