«Στον αέρα» κινδυνεύουν να βρεθούν χιλιάδες φορολογικοί
έλεγχοι και οι συνακόλουθοι καταλογισμοί πρόσθετων φόρων, καθώς η Δικαιοσύνη ξανακτυπά
το καμπανάκι της παραγραφής θέτοντας ζήτημα αντισυνταγματικότητας όσον αφορά τις
συνεχείς παρατάσεις που δίνει επί χρόνια το κράτος, διαιωνίζοντας στην πράξη τους
ελέγχους και ένα καθεστώς ομηρείας για τους φορολογουμένους.
Με απόφαση-σοκ μόνο για τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, αλλά
απολύτως αναμενόμενη για τους νομικούς, μετά τη «βραδυφλεγή βόμβα» της απόφασης
1623/16 του ΣτΕ που δικαίωσε τον Αλ. Μητρόπουλο, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών,
ως φυσική συνέχεια, ακύρωσε καταλογισμό κύριων και πρόσθετων φόρων 2 εκατ.
ευρώ, που έκανε πέρυσι, σε μια μόνο υπόθεση, η εφορία για τις χρήσεις 2001-08
με αφορμή επανελέγχους στο πλαίσιο των γνωστών λιστών με καταθέτες σε ξένες
τράπεζες.
Η δικαστική απόφαση βάζει φρένο στις συνεχείς παρατάσεις των
προθεσμιών παραγραφής που γίνονται με νέες νομοθετικές ρυθμίσεις κάθε χρόνο
υψώνοντας σοβαρά εμπόδια στους αέναους αναδρομικούς ελέγχους ανοίγοντας τον
δρόμο για πολλαπλές δικαστικές ακυρώσεις πρόσθετων φόρων και υπέρογκων
προστίμων.
Το δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς του Δημοσίου ότι δεν
μπορεί να τεθεί ζήτημα παραγραφής ξεπερνώντας τις συνηθισμένες δικαιολογίες ενώ
απέκρουσε διάφορα συνηθισμένα τεχνάσματα που κάνουν οι φορολογικές Αρχές για να
δικαιολογήσουν επανελέγχους βάσει νεότερων «συμπληρωματικών στοιχείων».
Ξεκαθάρισε ότι δεν μπορούν να θεωρηθούν ως τέτοια στοιχεία
οι τραπεζικές καταθέσεις που έχουν οι φορολογούμενοι σε ελληνικές τράπεζες
γιατί αυτές ήταν πάντα στην διάθεση των φορολογικών Αρχών θα μπορούσαν ανά πάση
στιγμή να τις διερευνήσουν με άρση του
τραπεζικού απορρήτου και συνεπώς δεν μπορεί να γίνει λόγος για στοιχεία άγνωστα
στις Αρχές που επιβάλλουν επανέλεγχο.
Τις προειδοποιητικές επισημάνσεις της νομολογίας ανέφερε η
Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής κατά την ψήφιση του νόμου 446/16 την περασμένη
εβδομάδα, καθώς έδινε νέες παρατάσεις σε παραγραφή (με αφορμή εισαγγελικές
παραγγελίες και τις ρυθμίσεις για τα αδήλωτα εισοδήματα).
Η δικαστική απόφαση 3820/16 κρίνει ότι πρέπει να εφαρμόζεται
και στις συγκεκριμένες υποθέσεις κατ’ αρχήν η 5ετής παραγραφή και ότι για να
ξανανοίξει έλεγχος για το διάστημα πριν το 2007 πρέπει να έχει προηγηθεί
έλεγχος εντός 5ετίας, να έχει κοινοποιηθεί φύλλο ελέγχου, πράγμα που σημαίνει
ότι δεν μπορεί να επεκταθεί ο έλεγχος στη 10ετία με εντολή συμπληρωματική αν
έχει ήδη παραγραφεί η συγκεκριμένη χρήση.
Το δικαστήριο υπογραμμίζει ότι δεν μπορεί να τίθεται σε
αμφιβολία επ’ αόριστον το αν τηρήθηκαν οι φορολογικές υποχρεώσεις και ο
καταλογισμός των παραβάσεων πρέπει να γίνεται μέσα στα όρια μιας παραγραφής που
είναι επαρκώς προβλέψιμη με παράταση που οφείλει να έχει εύλογη διάρκεια για να
μην μένουν οι φορολογούμενοι έκθετοι σε μακρά περίοδο ανασφάλειας και στον
κίνδυνο να μην μπορούν να αμυνθούν αποτελεσματικά μετά την πάροδο πολλών ετών
αλλά και με το Δημόσιο να μην μπορεί να εισπράξει τυχόν βεβαιούμενους φόρους.
Τονίζει ο περιορισμός των συνεχών παρατάσεων της παραγραφής
έχει συνταγματικό στήριγμα στις αρχές του κράτους δικαίου, της ασφάλειας
δικαίου, της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος, κ.λπ.