Στην αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, καθώς και του συνόλου των συνταξιούχων, θα επικεντρωθεί η κυβέρνηση με την έλευση του νέου έτους. Σύμφωνα με υψηλόβαθμα στελέχη του οικονομικού επιτελείου, κανείς εργαζόμενος στη χώρα -είτε απασχολείται στον δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα- δεν θα λαμβάνει λιγότερα από 700 ευρώ καθαρά μετά την 1η/5/2024, αρκεί να απασχολείται με πλήρες ωράριο.
Της Αργυρώς Κ. Μαυρούλη – Πηγή: Realnews
Οι αυξήσεις στους μισθούς αναμένεται να πραγματοποιηθούν σε τρεις φάσεις: από την 1η/1/2024 για τους δημοσίους υπαλλήλους με το νέο μισθολόγιο, από την 1η/5/2024 στον ιδιωτικό τομέα για περίπου 600.000 εργαζομένους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό των 780 ευρώ, ενώ πιθανό είναι και το «ξεπάγωμα» των τριετιών από το 2025 για 1,6 εκατ. εργαζομένους, υπό την προϋπόθεση ότι η ανεργία θα πέσει μεσοσταθμικά κάτω από 10%.
Όσον αφορά στους 2,5 εκατ. συνταξιούχους αναμένεται νέα αύξηση στις αποδοχές τους γύρω στο 3,5% (το ποσοστό καθορίζεται με βάση τη φόρμουλα «ανάπτυξη – πληθωρισμός»). Η αύξηση θα δοθεί σε συνδυασμό με την καταβολή επιδόματος (κλιμακούμενο, από 200, 250 έως και 300 ευρώ) για όσους χάσουν την αύξηση λόγω της προσωπικής διαφοράς.
Συντάξεις
Το τελικό ύψος της αύξησης των συντάξεων θα διαμορφωθεί κατ’ εφαρμογήν του σχετικού νόμου. Θα είναι ίσο με το άθροισμα του πληθωρισμού και του ρυθμού ανάπτυξης, διαιρούμενο διά 2. Εφόσον ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφωθεί φέτος στο 2,3%, όπως προβλέπει το Πρόγραμμα Σταθερότητας, και ο πληθωρισμός στο 4,2%- 4,5%, οι αυξήσεις των συντάξεων θα «κλειδώσουν» κοντά στο 3,5%. Υπενθυμίζεται ότι υπάρχει υπόλοιπο 0,3-0,5% (από την υψηλότερη ανάπτυξη του 2022).
Ωστόσο, το τελικό ύψος της αύξησης θα καθοριστεί από τις συνθήκες που θα επικρατήσουν στην οικονομία κατά τη διάρκεια του χειμώνα (κόστος ενέργειας και προϊόντων). Για τους συνταξιούχους που θα χάσουν τις νέες αυξήσεις λόγω της προσωπικής διαφοράς, σχεδιάζεται να δοθεί και πάλι το ειδικό επίδομα που δόθηκε πέρυσι, 200-300 ευρώ, ανάλογα με το ύψος της σύνταξης.
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, το κέρδος που προκύπτει για τους συνταξιούχους είναι, πρώτον, ότι όσοι μηδένισαν φέτος την προσωπική διαφορά θα δουν μεγαλύτερη καθαρή αύξηση το 2024 και, δεύτερον, όσοι έχουν υπόλοιπο προσωπικής διαφοράς θα καταφέρουν είτε να το μειώσουν, είτε να το μηδενίσουν, όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό της αύξησης.
Εκτιμάται ότι 100.000-150.000 συνταξιούχοι, κάθε χρόνο, από το 2024 και μετά, θα μηδενίζουν την προσωπική διαφορά και θα έχουν καθαρή αύξηση. Στις αυξήσεις που δόθηκαν φέτος, 1,4 εκατ. συνταξιούχοι πήραν ολόκληρη την αύξηση 7,75% στη σύνταξη, γιατί δεν είχαν προσωπική διαφορά. Άλλοι 300.000 πήραν μικρότερη αύξηση, γιατί ένα μέρος της ισοφάρισε την προσωπική τους διαφορά, την οποία μηδένισαν, ενώ 850.000 δεν πήραν καθόλου αύξηση, γιατί δεν έφτασε να σβήσει την προσωπική τους διαφορά.
Όσον αφορά στο επίδομα προσωπικής διαφοράς, η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για την καταβολή του και το 2024, εξετάζοντας τυχόν αύξησή του -ανάλογα με τα δεδομένα- στην οικονομία από 300 ευρώ στα 350 ευρώ, με ταυτόχρονη άνοδο του πλαφόν από τα 1.600 στα 1.800 ευρώ.
Η πρώτη καταβολή επιδόματος προσωπικής διαφοράς έγινε τον περασμένο Απρίλιο, ακολουθώντας την αύξηση του 7,75%. Περισσότεροι από 1 εκατ. συνταξιούχοι έλαβαν την έκτακτη ενίσχυση από 200 έως 300 ευρώ. Το ύψος της ενίσχυσης διαμορφωνόταν με βάση τρία κριτήρια: τη μερική ή και καθόλου λήψη αύξησης λόγω της προσωπικής διαφοράς, το ύψος της σύνταξης, αλλά και τυχόν επιπλέον ενισχύσεις που έλαβαν οι συνταξιούχοι το προηγούμενο διάστημα.
Μισθοί
Σύμφωνα με τον κυβερνητικό σχεδιασμό, κανείς εργαζόμενος στη χώρα -είτε απασχολείται στον δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα– δεν θα λαμβάνει λιγότερα από 700 ευρώ καθαρά μετά την 1η/5/2024, αρκεί να απασχολείται με πλήρες ωράριο. Οι αυξήσεις στους μισθούς θα πραγματοποιηθεί σε τρεις φάσεις: από την 1η/1/2024 στο Δημόσιο, από την 1η/5/2024 στον ιδιωτικό τομέα, ενώ αναμένεται το «ξεπάγωμα» των τριετιών από το 2025, εφόσον η ανεργία πέσει κάτω από 10%.
Οι αυξήσεις στον δημόσιο τομέα θα ξεκινήσουν από την 1η Ιανουαρίου του 2024, στον ιδιωτικό τομέα όμως η επόμενη αναπροσαρμογή θα γίνει από τα μέσα του επόμενου έτους. Σύμφωνα με το οικονομικό επιτελείο, πέρα από τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού, θα υπάρξει σχέδιο «ήπιας προσαρμογής» που θα αποτρέπει τις απότομες αναπροσαρμογές στους μισθούς των υπόλοιπων εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα με την επαναφορά των λεγόμενων «τριετιών», οι οποίες ουσιαστικά θα αρχίσουν να δίνουν πρόσθετο εισόδημα στους εργαζομένους μετά το 2025.
Όσον αφορά στην αύξηση του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα, η κυβέρνηση θα ακολουθήσει τη νομοθετημένη διαδικασία, χωρίς να αποκλείεται το ενδεχόμενο μικρής επίσπευσης, ώστε να έχουμε ενεργοποίηση του νέου μισθού από τον Μάιο του επόμενου έτους, να προσαρμοστεί η αγορά ενόψει της επόμενης καλοκαιρινής σεζόν και για να γίνει μια ακόμη μαζική αύξηση μισθών πριν από τις ευρωεκλογές. Το βέβαιο είναι ότι ο κατώτατος μισθός θα σπάσει το φράγμα των 800 ευρώ, αν και καθοριστικό ρόλο θα παίξουν η φετινή πορεία της οικονομίας και ο τελικός ρυθμός ανάπτυξης, καθώς και η αντίστοιχη στις αρχές του 2024.
Τα 810 ευρώ μεικτά (από 780 ευρώ που είναι σήμερα) ανεβάζουν τις καθαρές αποδοχές από τα 667 ευρώ στα 690 ευρώ, ενώ τα 820 ευρώ μεικτά σημαίνουν καθαρές αποδοχές ύψους 698 ευρώ. Το δεύτερο αυτό σενάριο είναι και το πιθανότερο, καθώς τα 820 ευρώ αντιστοιχούν σε ένα ποσοστό αύξησης της τάξεως του 5%, λίγο πάνω από τον εκτιμώμενο πληθωρισμό του 2023.
Σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες, θα υπάρξει αύξηση του μέσου μισθού πάνω από 25% μέσα στην τετραετία 2023-2027 (στα 1.500 ευρώ, από 1.170 ευρώ) και του κατώτατου στα 950 ευρώ.
Ο καθορισμός του κατώτατου μισθού από το 2025 θα καθορίζεται ψηφιακά, σύμφωνα με σχετική σύμβαση που έχει υπογράψει το υπουργείο Εργασίας, στο πλαίσιο υλοποίησης των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης. Η σύμβαση για το έργο του υπουργείου Εργασίας αφορά τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη και την εφαρμογή ενός ψηφιακού μηχανισμού συγκέντρωσης και ανάλυσης στοιχείων, καθώς και τη διασφάλιση των κατάλληλων υπολογιστικών εφαρμογών, ώστε να εξάγονται εμπεριστατωμένα ο νόμιμος κατώτατος μισθός και το νόμιμο κατώτατο ημερομίσθιο για πλήρη απασχόληση για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας.
Επίδομα προϋπηρεσίας – τριετίες
Το «ξεπάγωμα» των τριετιών είναι εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα για τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Άδωνι Γεωργιάδη. Ο Προϋπολογισμός του 2024 θα ενσωματώσει πρόβλεψη για μείωση της ανεργίας κοντά στο 10%. Ήδη από τον Μάιο του 2023 το ποσοστό έχει πέσει στο 10,8%, που είναι και το χαμηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2009. Είναι δεδομένο ότι για τις τριετίες θα ληφθεί υπ’ όψιν το μέσο ετήσιο ποσοστό της ανεργίας και όχι ο μηνιαίος δείκτης. Ήδη για το διάστημα Ιουνίου 2022 – Μαΐου 2023 το μέσο ετήσιο ποσοστό έχει περιοριστεί στο 11,7% και πέφτει. Άρα, υπάρχει πιθανότητα -ειδικά αν συνεχιστεί και του χρόνου η ανάπτυξη- το 10% ως μέσος όρος να καταγραφεί ακόμη και μέσα στο 2024. Κάτι τέτοιο, βάσει του μνημονιακού νόμου, θα ενεργοποιήσει τις τριετίες.
Ο Aδ. Γεωργιάδης έχει εκτιμήσει ότι το «ξεπάγωμα» των τριετιών θα γίνει σε περίπου ενάμιση χρόνο, επισημαίνοντας ότι θα προχωρήσει στις απαιτούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις πριν πέσει η ανεργία κάτω από το 10%, για να ξέρουν όλοι οι εργαζόμενοι τι θα ισχύσει όσον αφορά τον μισθό τους. Σημειώνεται ότι, για να υποχωρήσει η ανεργία κάτω από το 10%, θα πρέπει να δημιουργηθούν επιπλέον 400.000 νέες θέσεις απασχόλησης.
Η αναπροσαρμογή αναμένεται να γίνει σταδιακά και όχι αναδρομικά. Δηλαδή, δεν θα υπάρξει αύξηση 30% σε κάποιον που εξακολούθησε να εργάζεται από το 2012 και μετά, όταν και «πάγωσαν» οι τριετίες του. Για κάθε τριετία αντιστοιχεί προσαύξηση μισθού 10%. Αυτό θα σήμαινε απότομη αύξηση του μισθολογικού κόστους και κίνδυνο απώλειας θέσεων εργασίας. Το πιο ισχυρό σενάριο προβλέπει ότι η προϋπηρεσία θα αρχίσει να αναγνωρίζεται και πάλι από ένα χρονικό ορόσημο και μετά, σταδιακά και σε βάθος χρόνου, καθώς ταυτόχρονα θα «τρέχει» και η διαδικασία περαιτέρω αύξησης του κατώτατου μισθού.
Η μη αναγνώριση προϋπηρεσίας δημιουργεί και μια άλλη στρέβλωση στην αγορά εργασίας, καθώς κάποιοι νέοι που έχουν ενταχθεί σε αυτήν μετά τις 14 Φεβρουαρίου 2012 δεν δύνανται να αποζημιωθούν γι’ αυτή την προϋπηρεσία τους, ενώ κάποιοι άλλοι που εντάχθηκαν πριν από τη συγκεκριμένη ημερομηνία και δεν αμείβονται με τον κατώτατο μισθό λαμβάνουν πλέον λιγότερα από κάποιον που παίρνει τον κατώτατο.