Πολλές φορές οι
οφειλέτες καταγγέλλουν ότι αν και προσπάθησαν να ρυθμίσουν το δάνειο τους, δεν
τα κατάφεραν και οι Τράπεζες ή τα funds έλαβαν καταδιωκτικά μέτρα εναντίον τους. Πρέπει λοιπόν να
εντοπίσουμε τα λάθη, που οδηγούν σε αυτές τις άκαρπες προσπάθειες, ώστε να
αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά.
Γράφει η δικηγόρος, Κατερίνα Φραγκάκη
Κατά πρώτον, ο
οφειλέτης προκειμένου να ξεκινήσει τη διαδικασία της εξωδικαστικής ρύθμισης θα
πρέπει να ζητήσει βεβαίωση οφειλών από όλους τους πιστωτές του, ώστε να
γνωρίζει το ακριβές ποσό της οφειλής του.
Σημαντικό, επίσης,
είναι να αποταθεί αρχικά στο κατάστημα της Τράπεζας, που έλαβε το δάνειο, ώστε
να ενημερωθεί για τη διαχείριση του
δανείου του ή αν έχει αγοραστεί από κάποιο fund, ώστε να
κατατεθεί η πρόταση στο αρμόδιο πιστωτικό ίδρυμα ή εταιρεία.
Σύμφωνα με τον Νόμο
4224/2013 περί Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών είναι εφικτή η υποβολή αίτησης
ξεχωριστά σε κάθε τράπεζα – διαχειριστή δανείων.
Η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει τα έσοδα, τα έξοδα,
την κινητή και ακίνητη περιουσία, τις υποθήκες / προσημειώσεις των ακινήτων
κλπ. Πρέπει να τονιστεί ότι ο πιστωτής
δύναται να εκποιήσει την περιουσία του οφειλέτη και του εγγυητή, ανεξάρτητα αν
έχουν ήδη προβεί σε υποθήκη προσημείωσή
της (κατόπιν δικαστικής απόφασης). Ως εκ τούτου καλό είναι όταν ρυθμίζουμε να
υπολογίζουμε το σύνολο των οφειλών και να δρομολογούμε τη συνολική ρύθμιση των
χρεών και όχι μόνο συγκεκριμένων πιστωτών.
Πρέπει να
επισημάνουμε ότι δεν είναι εφικτή η ρύθμιση οφειλών, ενόσω υπάρχει εν εξελίξει
δικαστική διένεξη και ο οφειλέτης θα πρέπει να παραιτηθεί από τις δικαστικές
ενέργειες, ταυτόχρονα με την υπογραφή της συμφωνίας ρύθμισης οφειλών.
Σημαντικό στοιχείο για την επιτυχή εξέλιξη της
διαπραγμάτευσης και για την επίτευξη βιώσιμης λύσης είναι η ρητή αναφορά σε
όλες τις οφειλές των οφειλετών,
συνοφειλετών και εγγυητών, προς όλους τους πιστωτές (ιδιώτες και δημόσιο).
Στην πρόταση θα πρέπει να αναφέρονται πέραν των
εισοδημάτων, αλλά και η αξία της περιουσίας των οφειλετών, συνοφειλετών και
εγγυητών. Οι πιστωτές προβαίνουν σε εκτίμηση της περιουσίας του οφειλέτη, πλην
όμως όταν υφίσταται αντίρρηση ή υπολογίζεται από ανεξάρτητο εκτιμητή που
έχει πιστοποιηθεί από το Υπουργείο Οικονομικών. Σε κάθε περίπτωση μια τέτοια
διαφωνία τις περισσότερες φορές θα καταλήξει στις δικαστικές αίθουσες.
Το κύριο κριτήριο για να προχωρήσει η διαδικασία είναι αν
ο οφειλέτης προτείνει μια λύση, η οποία βασίζεται στην αξία της περιουσίας σε
περίπτωση πώλησης ή ρευστοποίησης της.
Με λίγα λόγια αν ο οφειλέτης προτείνει να καταβληθεί το σύνολο του ποσού που θα
λάμβανε ο πιστωτής από την πώληση ή εκποίηση της περιουσίας, τότε η πρόταση θα
γίνει δεκτή.
Το κεφάλαιο υπολογίζεται ως
το άθροισμα της εμπορικής αξίας ολόκληρης της περιουσίας του οφειλέτη,
συνοφειλετών και εγγυητών, διαιρούμενο με τους μήνες που θα διαρκεί η ρύθμιση.
Η διάρκεια της ρύθμισης αποτελεί αντικείμενο
διαπραγμάτευσης μεταξύ οφειλέτη και πιστωτή (δηλ. δεν καθορίζεται από τη
νομοθεσία). Για την επιμήκυνση της ρύθμισης θα πρέπει εάν οι οφειλέτες έχουν
μεγάλη ηλικία να οριστεί εγγυητής νεότερης ηλικίας, ο οποίος θα πρέπει να
υπογράψει τη σύμβαση ρύθμισης δανείου.
Τέλος πρέπει να
επισημάνουμε ότι σύμφωνα με το Νόμο 4738/2020 περί εξωδικαστικού μηχανισμού
ρύθμισης οφειλών (240-420 δόσεις) είναι εφικτή η υποβολή μιας ενιαίας
ηλεκτρονικής αίτησης προς όλους τους πιστωτές με την προϋπόθεση ρύθμισης όλων
των οφειλών προς όλους τους πιστωτές (δημόσιο- ασφαλιστικά ταμεία- Τράπεζες-
προμηθευτές -ΟΤΑ κλπ).