Τις σημαντικές αλλαγές στο δίκαιο της άδειας αναψυχής με τον νόμο 4808/2021 περιγράφει αναλυτικά στο enikonomia.gr ο δικηγόρος – εργατολόγος, Γιάννης Καρούζος.
Γράφει ο δικηγόρος – εργατολόγος, Γιάννης Καρούζος
Τι ισχύει γενικά έως σήμερα:
Όλοι οι μισθωτοί, με βάση τον α.ν. 539/1945, δικαιούνται άδεια αναψυχής μια φορά κατ’ έτος, η οποία ανέρχεται κατά κανόνα σε 20 ημέρες*, όπου ισχύει πενθήμερο σύστημα εργασίας, και σε 24 μέρες όπου ισχύει το εξαήμερο σύστημα. Η άδεια πρέπει κατ’ αρχήν να χορηγείται πραγματικά και δεν επιτρέπεται να υποκαθίσταται από χρηματικά ανταλλάγματα. Ως προς τον ακριβή χρόνο απουσίας του εργαζόμενου, αυτός καθορίζεται με συμφωνία εργοδότη-εργαζόμενου. Το γεγονός ότι απαιτείται συμφωνία σημαίνει ότι και ο εργοδότης μπορεί να αρνηθεί τη συγκεκριμένη πρόταση του εργαζόμενου στο πλαίσιο του διευθυντικού του δικαιώματος, αλλά και ο εργαζόμενος από την άλλη, δεν είναι υποχρεωμένος να δεχθεί οποιαδήποτε ρύθμιση προτιμά ο εργοδότης. Σε κάθε περίπτωση, τα μέρη πρέπει να διαπραγματεύονται με καλή πίστη και διάθεση συνεννόησης. Η εξουσία αυτή του εργοδότη, βέβαια, υπόκειται σε περιορισμούς εκ του νόμου:
Πρώτον, το χρονικό διάστημα που θα επιλεγεί για τη χορήγηση της άδειας δε μπορεί να απέχει περισσότερο από 2 μήνες από τον χρόνο που έγινε η αίτηση του εργαζόμενου. Δεύτερον, ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να χορηγήσει την άδεια στο 50% του προσωπικού κατά την περίοδο από 1η Μαϊου έως 30 Σεπτεμβρίου – εφόσον φυσικά ζητηθεί. Τρίτον, η άδεια έως σήμερα μπορούσε να χορηγηθεί αυτούσια μέχρι την 31η Δεκέμβρη κάθε έτους, και αν αυτό δε συνέβαινε, τότε ο εργαζόμενος διατηρούσε αξίωση για καταβολή των αποδοχών που αντιστοιχούν στις μέρες αυτές, επιπλέον του επιδόματος αδείας. Μάλιστα, υπό προϋποθέσεις η αξίωση αυτή προσαυξάνεται κατά 100%, δηλαδή διπλασιάζεται ( αστική ποινή). Στο πεδίο αυτό επέρχονται σημαντικές αλλαγές.
Με τον νέο νόμο τροποποιείται το σχετικό άρθρο του α.ν. 539/1945 και πλέον δεν είναι υποχρεωτικό να χορηγηθεί η άδεια ως το τέλος του τρέχοντος ημερολογιακού έτος. Εφεξής θα είναι δυνατό για τα μέρη της εργασιακής σχέσης να μεταθέσουν την ετήσια άδεια στο επόμενο έτος, αλλά οπωσδήποτε εντός του πρώτου τριμήνου. Ταυτόχρονα, βέβαια, παραμένει ο προαναφερθείς κανόνας της χορήγησης εντός διμήνου από την αίτηση, άρα η δυνατότητα αυτή αφορά μόνο περιπτώσεις όπου η αίτηση του εργαζόμενου έγινε προς το τέλος του χρόνου. Αυτό σημαίνει ότι ο εργαζόμενος δε θα έχει τις παραπάνω χρηματικές αξιώσεις αν νομίμως δοθεί η άδεια το επόμενο ημερολογιακό έτος.
Οι ρυθμίσεις για τους υπό αναστολή:
Ειδικά για τους εργαζομένους που βρέθηκαν σε αναστολή της σύμβασής τους στο πλαίσιο των ειδικών υγειονομικών μέτρων από το Μάρτιο του 2020, έως και την 30η Ιουνίου του 2021, προβλέπεται κατ’ εξαίρεση ότι οι δικαιούμενες ημέρες άδειας είναι δυνατόν να μετατεθούν περαιτέρω και να χορηγηθούν έως τις 31 Δεκέμβρη του 2022. Μάλιστα, η χορήγηση της άδειας μπορεί να γίνει και τμηματικά.
Η ρύθμιση αυτή, παρότι απόκλιση από βασικό κανόνα του εργατικού δικαίου, παρίσταται δικαιολογημένη εκ των πραγμάτων. Αφού, δηλαδή, οι εργαζόμενοι δεν μπορούσαν να πάρουν την άδεια όσο βρίσκονταν σε αναστολή, είναι εύλογο να απολάβουν τα πλεονεκτήματά αυτής αργότερα, όλως εξαιρετικά και μόνο για όσους βρίσκονταν σε υποχρεωτική αναστολή το συγκεκριμένο διάστημα.
Από την άλλη, η δυνατότητα τμηματικής χορήγησης της άδειας, ακριβώς ως εξαίρεση, πρέπει να ερμηνευθεί συσταλτικά και σύμφωνα με την αρχή της εύνοιας. Έτσι, η εντελώς σποραδική και αποσπασματική χορήγηση της άδειας δε μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπτή, καθώς αυτή αδυνατεί να εξασφαλίσει την ουσιαστική ανάπαυση και αναζωογόνηση, στην οποία αποσκοπεί ο θεσμός της άδειας αναψυχής.
Το ίδιο άρθρο του νόμου 4808/2021, επισημαίνει ότι σε όλα τα υπόλοιπα θέματα ισχύουν οι γενικές διατάξεις περί αδειών, άρα οφείλεται κατ’ αρχήν κανονικά το επίδομα και οι αποδοχές αδείας από τον εργοδότη. Ωστόσο, στην περίπτωση των επιχειρήσεων που βρίσκονταν σε υποχρεωτική αναστολή λειτουργίας, άρα αδυνατούσαν να χορηγήσουν την άδεια για λόγο ανωτέρας βίας, πρέπει, κατά την άποψή μου, να θεωρηθεί ότι απαλλάσσεται ο εργοδότης από τις οφειλές αυτές. Βέβαια, το Υπουργείο Εργασίας έχει δώσει οδηγία προς την αντίθετη κατεύθυνση, ότι δηλαδή ο εργοδότης βαρύνεται με την καταβολή των ποσών αυτών, ανεξάρτητα του αν ήταν σε υποχρεωτική αναστολή λειτουργίας ή όχι. Τέλος, ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι ο χρόνος καταβολής του επιδόματος και των αποδοχών αδείας. Τα ποσά αυτά, κατά πάγιο κανόνα ( άρθρο 8§3 α.ν. 539/1945), καταβάλλονται ολόκληρα στην έναρξη της άδειας αναψυχής. Το ίδιο ισχύει και μετά τον ν.4808/2021, τόσο για τους εργαζόμενους που βρέθηκαν υπό αναστολή, όσο και για όλους τους υπόλοιπους, αφού δεν έχει υπάρξει καμία αντίθετη ρύθμιση.