Η αντίστροφη μέτρηση για τις αυξήσεις στις συντάξεις έχει αρχίσει, με τον επανυπολογισμό και τα νέα βελτιωμένα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου 4670/2020 να αποτελούν τα δύο βασικά κλειδιά που «ρυθμίζουν» τα τελικά ποσά που θα λάβουν οι δικαιούχοι. Με τα νέα, βελτιωμένα ποσοστά αναπλήρωσης συνταξιούχοι που έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης, θα δουν αυξήσεις στα εκκαθαριστικά τους. Κι αυτό γιατί θα αλλάξει προς τα… πάνω η ανταποδοτική σύνταξή τους. Από την άλλη πλευρά, ο επανυπολογισμός θα βγάλει μειώσεις προσωπικής διαφοράς, ενώ με τις κατάλληλες προϋποθέσεις φέρνει αυξήσεις στο εισόδημα των απόμαχων της δουλειάς.
Ειδικοί της κοινωνικής ασφάλισης αναφέρουν στο enikonomia.gr ότι οι συνταξιούχοι που διατηρούν προσωπική διαφορά, θα δουν βελτιώσεις στην τσέπη τους μόνο εφόσον η αυξημένη σύνταξη που προκύπτει με τον νέο νόμο (Βρούτση) δεν προσεγγίζει τη σύνταξη που θα δικαιούνταν με τον προγενέστερο του νόμου Κατρούγκαλου καθεστώς.
Αναλυτικά, οι συνταξιούχοι για να δουν την αύξηση στην τσέπη τους, θα πρέπει αυτή να είναι μεγαλύτερη από την προσωπική διαφορά που λαμβάνουν. Εφόσον η αύξηση ξεπερνά την προσωπική διαφορά ο απόμαχος της δουλειάς θα λάβει το ποσό που μένει, αφού αφαιρεθεί η προσωπική διαφορά από την αύξηση που θα προκύψει. Αυτό σημαίνει πρακτικά, ότι ένας συνταξιούχος με 100 ευρώ σε σύνταξη που έχει προσωπική διαφορά 50 ευρώ, θα δει στην τσέπη του αύξηση 50 ευρώ.
Μάλιστα, κάποιες κατηγορίες συνταξιούχων, κυρίως αυτοί που βγήκαν στη σύνταξη τη διετία 2017-2018, θα πάρουν σημαντικότερη ανάσα. Κι αυτό, γιατί η αύξηση θα είναι μεγαλύτερη από την προσωπική διαφορά, με αποτέλεσμα η τελευταία να μηδενίζεται.
Ενδεικτικά, ασφαλισμένος που συνταξιοδοτήθηκε το 2018 με αρχική σύνταξη 1.145 ευρώ και τελικό ποσό στα 1.221 ευρώ με προσωπική διαφορά 76 ευρώ θα έχει με τον επανυπολογισμό νέα σύνταξη 1.261 ευρώ. Η καθαρή αύξηση θα είναι περίπου 39 ευρώ και η προσωπική μηδενίζεται.