Το ευρώ ενισχύεται έναντι του ελβετικού φράγκου στο υψηλότερο επίπεδο από πέρυσι τον Ιανουάριο, όταν η ελβετική κεντρική τράπεζα (SNB) εγκατέλειψε το πλαφόν των 1,20 φράγκων ανά ευρώ.
Η ισοτιμία του ευρώ διαμορφώνεται πάνω από τα 1,11 φράγκα και αυτό οφείλεται πιθανόν σε παρεμβάσεις της SNB, εν όψει της πιθανής λήψης περαιτέρω μέτρων χαλάρωσης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), αναφέρει δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg.
Η αντίδραση του φράγκου στις τελευταίες αναταράξεις των διεθνών αγορών εγείρει ερωτήματα για τον παραδοσιακό του ρόλο ως ασφαλούς επενδυτικού καταφυγίου, σημειώνει το δημοσίευμα. Η ισοτιμία του υποχωρεί τον Ιανουάριο, παρά το γεγονός ότι τα χρηματιστήρια διεθνώς σημειώνουν απώλειες πάνω από 20% σε σχέση με τα τελευταία υψηλά τους επίπεδα. Η SNB αντικατέστησε το πλαφόν στην ισοτιμία φράγκου – ευρώ με μειώσεις στα επιτόκιά της σε αρνητικό έδαφος και πωλήσεις του νομίσματός της, ενώ το μεγάλο επενδυτικό ταμείο PIMCO σημειώνει ότι η ρευστότητα στην αγορά του ελβετικού νομίσματος είναι πολύ χαμηλή.
Η διολίσθηση του φράγκου, που αναμένεται να σημειώσει τη μεγαλύτερη μηνιαία πτώση από τον Αύγουστο, πιθανόν οφείλεται σε παρεμβάσεις της SNB, σύμφωνα με αναλυτές μεγάλων τραπεζών, όπως της Banco Bilbao Vizcaya Argentaria, της Rabobank International και της Standard Bank. Όποιος και αν είναι ο λόγος, σημειώνει το Bloomberg, είναι ένα μπόνους για τη SNB, καθώς θα κάνει ευκολότερη την αύξηση των τιμών καταναλωτή που μειώνονται και επηρεάζουν αρνητικά την ελβετική οικονομία. Το φράγκο υποχωρεί 1,8% από την αρχή του έτους.
Το ελβετικό νόμισμα σημείωσε εκρηκτική άνοδο 30% από τον Δεκέμβριο του 2007, όταν εμφανίσθηκε η χρηματοπιστωτική κρίση, έως τον Σεπτέμβριο του 2011, όταν η SNB έθεσε το πλαφόν για σταματήσει τις εισροές κεφαλαίων από επενδυτές που έφευγαν από το ευρώ.
Η φημολογία κορυφώνεται πως η SNB είναι έτοιμη να μειώσει τον Μάρτιο περαιτέρω το επιτόκιο των καταθέσεων της που είναι ήδη στο -0,75%, προκειμένου να αντισταθμίσει την όποια αύξηση της προσφοράς χρήματος από την ΕΚΤ τον μήνα αυτό. Μία μείωση του επιτοκίου θα αποθάρρυνε τους επενδυτές, καθιστώντας πιο ακριβή τη διακράτηση του φράγκου.