Στην κρίσιμη αυτή εβδομάδα για τις αγορές αναφέρεται ο
Επικεφαλής Στρατηγικής Συναλλάγματος της Saxo Bank John Hardy, με αφορμή την αναμονή των αποφάσεων για τη νομισματική
πολιτική τόσο της Federal Reserve όσο και της Bank of Japan.
Ειδικότερα, ο κ. Hardy
ανέφερε ότι: «η Τράπεζα της Ιαπωνίας
(BoJ) και η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοιχτής Αγοράς (FOMC) των ΗΠΑ, ανακοινώνουν
αύριο τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής τους. Τελευταία, οι αγορές
παρουσιάζουν μεταβλητότητα, καθώς οι μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες αφήνουν να
εννοηθεί ότι αρχίζουν και αμφισβητούν την ικανότητά τους να φέρουν περισσότερα
αποτελέσματα με τα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους – πιο συγκεκριμένα, τις
πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης και μηδενικών και αρνητικών επιτοκίων. Κατά τη
συνεδρίασή της στις 8 Σεπτεμβρίου, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τήρησε
σιγή ιχθύος σε σχέση με το αν σκοπεύει να κάνει κάτι περισσότερο από το τρέχον
πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, δημιουργώντας σε ορισμένους την εντύπωση ότι
ετοιμάζεται να περιορίσει τις αγορές κεφαλαίων στις αρχές του επόμενου έτους,
καθώς συναντά δυσκολίες στο να βρει αρκετά κρατικά ομόλογα προς αγορά».
«Από την άλλη, πηγές
από την BoJ υπέδειξαν πόσο διχασμένα είναι τα μέλη σε ό,τι αφορά τη νομισματική
πολιτική, καθώς το τεράστιο μέγεθος των αγορών της συγκεκριμένης κεντρικής
τράπεζας έχουν οδηγήσει σε μια δυσλειτουργική αγορά, η οποία πλέον έχει σχεδόν πάψει
να λειτουργεί. Ορισμένα από τα μέλη του συμβουλίου είναι υπέρ μιας υπαναχώρησης
από το εν λόγω πρόγραμμα, ενώ άλλοι, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Κυβερνήτης
Κουρόντα, είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε περαιτέρω μείωση των επιτοκίων,
σε ακόμα πιο αρνητικά πρόσημα. Όμως ακόμα και αυτοί, ανησυχούν ότι το πρόγραμμα
ποσοτικής χαλάρωσης της BoJ έχει προκαλέσει την κατάρρευση των μακροπρόθεσμων
αποδόσεων των ιαπωνικών ομολόγων σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα, αφού τα μηδενικά
επιτόκια επηρεάζουν αρνητικά την κερδοφορία των ιαπωνικών τραπεζών, οι οποίες
δεν μπορούν να αντλήσουν ουσιαστικά κέρδη από την παραδοσιακή στρατηγική του
βραχυπρόθεσμου ίδιου δανεισμού και μακροπρόθεσμου δανεισμού τρίτων, με τις
μακροπρόθεσμες αποδόσεις να κινούνται κοντά ή κάτω από το μηδέν», συμπλήρωσε.
Ακόμη ο αναλυτής της
Saxo επισήμανε ότι: «Ένα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που καταστρέφει τη
διάθεση της τράπεζας για δανεισμό είναι αυτοκαταστροφικό. Επομένως, ακόμα και
αν αυτή την εβδομάδα η BoJ ανακοινώσει περαιτέρω μείωση των επιτοκίων σε αρνητικό
έδαφος, θα μπορούσε παράλληλα να κάνει μια μεταστροφή στις αγορές της, με
άμεσες συνέπειες για τις παγκόσμιες αγορές ομολόγων. Ήδη, μετά τα πρόσφατα αυτά
νέα, οι παγκόσμιες αγορές ομολόγων έχουν αποσταθεροποιηθεί, και το άλμα στη
μεταβλητότητα, οξυμένο από το δισταγμό της ΕΚΤ να προσφέρει περαιτέρω
κατευθύνσεις για τη νομισματική της πολιτική, αλλά και από τους επιθετικούς
τόνους της Fed, έχει επεκταθεί επίσης στα προϊόντα με κίνδυνο και τις αγορές
συναλλάγματος εν γένει. Τα μεγαλύτερου κινδύνου νομίσματα των αναδυόμενων
αγορών, για παράδειγμα, τα οποία κατέγραφαν σημαντικό ράλι μετά τις ακραίες
τιμές που σημείωσαν μετά την κατάρρευση της αγοράς στις αρχές του 2016,
υπέστησαν κάθετη διόρθωση.
Με λίγα λόγια, αυτή την εβδομάδα, οι αγορές κρατούν όλες μαζί
την αναπνοή τους, αναμένοντας τις τελευταίες εξελίξεις. Το βασικό για τους
επενδυτές αυτή την εβδομάδα, ωστόσο, είναι να διατηρήσουν μια πιο μακροπρόθεσμη
προοπτική, εν μέσω του βραχυπρόθεσμου θορύβου. Αν εξετάσουμε τα πράγματα σε ένα
ευρύτερο πλαίσιο, οι κεντρικές τράπεζες χάνουν την ικανότητα και τη διάθεση να
πράξουν μία από τα ίδια, καθώς η ΕΚΤ και η BoJ σκοντάφτουν σε πρακτικούς
περιορισμούς περαιτέρω παρέμβασης, ενώ γίνεται φανερή η ανάγκη επικέντρωσης στη
δημοσιονομική πολιτική ως μόνη επιλογή αλλαγής της κατάστασης. Παράλληλα, η Fed
ξεκινά σιγά-σιγά να αφήνει να φανεί ότι δεν είναι βέβαιη για τις ίδιες της τις
επιλογές, με αυξανόμενο αριθμό μελών της να δείχνουν προς την κατεύθυνση της
δημοσιονομικής τόνωσης ως την επόμενη κίνηση νομισματικής πολιτικής σε
περίπτωση εκ νέου αδυναμίας της οικονομίας. Επιπλέον, είναι πιθανό η Fed να
έχει καταλάβει σε κάποιον βαθμό ότι η ακραία στήριξη των κεφαλαιαγορών
αποτέλεσε βασικό παράγοντα στην αύξηση της ανισότητας. Θα μπορούσε, άραγε, η
Fed να αναγνωρίσει επίσης την άμεση ευθύνη της για την άνοδο και την πιθανή
εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως επόμενου Προέδρου των ΗΠΑ;».
Εν συνεχεία ανέφερε ότι:
«Ανεξάρτητα από το αν η BoJ και η FOMC θα μας εκπλήξουν κινούμενες προς τη μία
ή την άλλη κατεύθυνση αυτή την εβδομάδα, πρέπει να θυμόμαστε να κοιτάμε το
δάσος και όχι το δέντρο. Τα τελευταία χρόνια μας απέδειξαν ότι οι κεντρικές
τράπεζες δεν είχαν ποτέ τη δυναμική να κινούν την πραγματική οικονομία με
μηδενικά επιτόκια, και ότι διέρχονται τη μακρά και δύσκολη διαδικασία να
αναγνωρίσουν την ανικανότητα της πολιτικής υπερβάλλουσας ρευστότητας που
ακολουθούν. Την ίδια στιγμή, θα κάνουν ό,τι είναι δυνατόν να υπαναχωρήσουν από
την προηγούμενη θέση τους χωρίς να ξεσηκώσουν το τέρας που οι ίδιες
δημιούργησαν: αγορές ομολόγων και μετοχών με τεράστια ρευστότητα. Ωστόσο αυτό
είναι δυνατόν μόνο βραχυπρόθεσμα. Σε ό,τι αφορά τα νομίσματα, αν τα ομόλογα και
οι μετοχές αντιμετωπίσουν ξανά πίεση, το USD κατά πάσα πιθανότητα θα ενισχυθεί
έντονα ως ασφαλές καταφύγιο, ενώ το γιεν θα παρουσιάσει έντονες διακυμάνσεις,
ξεκινώντας πιο δυνατό όσο η αγορά βλέπει την αρχή του τέλους στο status quo της
BoJ, αλλά καταγράφοντας ξανά έντονη πτώση όταν η αγορά εξετάσει τις συνέπειες
των υψηλότερων αποδόσεων σε μια χώρα θαμμένη κάτω από τόνους χρέους. Καλύτερα
να δέσετε τις ζώνες ασφαλείας σας».