Οι ελληνικές τράπεζες είναι η «αχίλλειος πτέρνα» της ελληνικής οικονομίας τονίζει σε σημερινό του άρθρο στους New York Times, ο Χιούγκο Ντίξον.
Όπως αναφέρει, οι τράπεζες πρέπει να «επιδιορθωθούν» το συντομότερο, για να υπάρξει άρση των capital controls και αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών ώστε να υπάρξει χρηματοδότηση μίας μελλοντικής ανάκαμψης.
«Υπάρχουν καλοί και όχι τόσο καλοί τρόποι για να γίνει αυτό», σχολιάζει ο γνωστός αρθρογράφος.
Ο Ντίξον εξηγεί ότι οι ελληνικές τράπεζες «χτυπήθηκαν» βάναυσα από την αριστερή κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
«Η εκροή καταθέσεων, που ήταν ένα περιοδικό φαινόμενο της ελληνικής κρίσης, απογειώθηκε ξανά. Μετά ακολούθησαν τα capital controls, όταν ο έλληνας πρωθυπουργός προκήρυξε το δημοψήφισμα του Ιουλίου μετά το οποίο αυξήθηκε δραματικά το ποσό που ζητά η κυβέρνηση από τους δανειστές της.
«Με λίγα λόγια» σχολιάζει ο αρθρογράφος «η μακρά ύφεση, που διακόπηκε για λίγο πέρυσι, επέστρεψε εκδικητικά. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που ήταν στο 35% πέρυσι θα ξεπεράσουν το 2015 κατά πολύ το 40% σύμφωνα με εκτιμήσεις του οίκου Moody’s».
Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, οι τράπεζες που έχουν ήδη ανακεφαλαιοποιηθεί αρκετές φορές από την αρχή της κρίσης, χρειάζονται αυτή τη στιγμή επιπλέον ένεση ρευστότητας 10-25 δισ. ευρώ.
Αυτό σημαίνει ότι μέχρι τότε, η ΕΚΤ, που παρέχει ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες, έχει αρνηθεί την άρση των capital controls.
«Και όσο αυτά είναι σε ισχύ, ολοένα και περισσότερες εταιρείες θα χρεοκοπούν, αφήνοντας στις τράπεζες ακόμη περισσότερα μη εξυπηρετούμενα δάνεια» υπογραμμίζει ο Ντίξον.
Μέσα σε όλα αυτά ωστόσο ο αρθρογράφος βλέπει και μια χαραμάδα αισιοδοξίας και δεν είναι άλλη από τη μεταστροφή της κυβέρνησης σχετικά με τις απαιτήσεις των δανειστών.
«Αν και ο ελληνικός λαός ψήφισε ενάντια στους όρους των δανειστών στο δημοψήφισμα, ο Α. Τσίπρας έκανε αναστροφή και τώρα έχει εμπλακεί σε εποικοδομητικές συζητήσεις. Υπάρχουν καλές πιθανότητες για συμφωνία, η οποία θα παράσχει στην ελληνική κυβέρνηση 86 δις ευρώ ως «αντάλλαγμα» για τα σκληρά μέτρα λιτότητας που θα λάβει η κυβέρνηση», σχολιάζει.
«Οι δανειστές φαίνεται να έχουν αποκλείσει το χειρότερο σενάριο ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, με bail-in των ανασφάλιστων καταθέσεων. Αυτό θα απαιτούσε μετατροπή μέρους των καταθέσεων σε τραπεζικές μετοχές. Είναι μια καλή ιδέα στη θεωρία, αλλά στην ουσία αυτή η πρακτική είναι λογική μόνο όταν υπάρχουν επαρκείς μετοχές και χρέος ώστε να μην πληγούν οι καταθέτες και οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν τέτοιο ”μαξιλάρι’» γράφει.
Για τον Χιούγκο Ντίξον πάντως ως η καλύτερη επιλογή , θα ήταν ο ESM να έχει άμεση συμμετοχή στις τράπεζες. Αντί για αυτό, φαίνεται πως το Ταμείο θα δανείσει χρήματα στην Αθήνα, η οποία με τη σειρά της θα χορηγήσει κεφάλαια στις τράπεζες. Μία απευθείας ανακεφαλαιοποίηση θα ήταν προτιμότερη, γιατί θα έκοβε το δεσμό μεταξύ της κυβέρνησης και των δανειστών της χώρας.
Ένα επιπλέον πλεονέκτημα θα ήταν ότι αν η ευρωζώνη είχε απευθείας ιδιοκτησία των τραπεζών, η εμπιστοσύνη των καταθετών απευθείας θα είχε αποκατασταθεί και οι έλεγχοι κεφαλαίων θα μπορούσαν να αρθούν γρήγορα.
Ένας λόγος που δεν προτιμήθηκε τελικά, είναι η απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μέσω του ESM. Όμως, η ευρωζώνη και σε αυτή την περίπτωση εμφανίστηκε διστακτική» τονίζει.
«Μια άλλη επιλογή θα μπορούσε να είναι η δημιουργία μίας λεγόμενης bad bank στην οποία οι άλλες τράπεζες θα πουλούσαν τα προβληματικά επιχειρηματικά δάνεια, με σημαντική έκπτωση της επίσημης αξίας τους.
Οι ειδικοί θα την διαχειρίζονταν και σε κάποιες περιπτώσεις θα ρευστοποιούσαν εταιρείες. Σε άλλες, θα άλλαζαν τη διαχείριση και σε άλλη θα μετέτρεπαν το χρέος σε μετοχές.
Μετά από αυτό, οι τράπεζες θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στη δανειοδότηση ”καλών” εταιρειών».
Όπως υπενθυμίζει ο αρθρογράφος, κάτι ανάλογο έγινε στην Ισπανία και την Ιρλανδία, χώρες στις οποίες οι τράπεζες είχαν το βασικότερο μερίδιο ευθύνης για την οικονομική κρίση. Με τον τρόπο αυτό οι κυβερνήσεις τους πέτυχαν με τη δημιουργία bad bank, όταν μπήκαν σε πρόγραμμα.
«Οι δανειστές της Ελλάδας όμως δεν είναι θερμοί για την εφαρμογή παρόμοιων μέτρων και στην Ελλάδα. Ένας λόγος είναι πως η Αθήνα θα χειραγωγούσε τη bad bank, ευνοώντας τους «φίλους της καθώς δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στην ελληνική κυβέρνηση».
«Ένα άλλο θέμα είναι αν θα έπρεπε να επιτραπεί στις ελληνικές τράπεζες να υπολογίσουν σε ”αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις” ως μέρος του κεφαλαίου τους.
Ο όρος αναφέρεται στο δικαίωμα να μην υπάρχει η υποχρέωση καταβολής μελλοντικών φόρων γιατί οι παρελθοντικές ζημίες υπήρξαν πολύ μεγάλες. Πρόκειται για μία αμφιλεγόμενη μορφή κεφαλαίου γιατί δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την απορρόφηση περισσότερων ζημιών στο παρόν και για αυτό δεν είναι καν κεφάλαιο. Τώρα αποτελούν πάνω από το μισό κεφάλαιο των ελληνικών τραπεζών».
Και ο Ντίξον καταλήγει λέγοντας ότι «τώρα είναι η κατάλληλη ευκαιρία για την Ελλάδα να καθαρίσει τις τράπεζες της ώστε να σταματήσουν να είναι η αχίλλειος πτέρνα της οικονομίας της».