«Η ήττα του Ματτέο Ρέντσι στο δημοψήφισμα της Κυριακής σηματοδοτεί το
τραγικό ξεκίνημα για μία χρονιά που αναμένεται να καταστεί καθοριστική για την
Ευρωπαϊκή Ένωση» αναφέρει το σχετικό δημοσίευμά της Wall Street Journal.
Ειδικότερα, το
σχετικό δημοσίευμα επισημάνει ότι « το δημοψήφισμα της Κυριακής στην Ιταλία
δημιουργεί ένα “ρήγμα” μεταξύ των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η
Ευρωζώνη για να μείνει “ζωντανή” και του αυξανόμενου
“κύματος” λαϊκισμού.
Σημειωτέον πως για το 2017 είναι προγραμματισμένες εκλογές
σε τρία ιδρυτικά κράτη – μέλη.
Άλλωστε, το
δημοψήφισμα της Κυριακής οδηγεί και την Ιταλία σε εκλογές, την ερχόμενη χρονιά.
Την ίδια ώρα, στην Ευρώπη, τα (άλλοτε) κυρίαρχα κόμματα
χάνουν έδαφος, έναντι λαϊκιστικών κινημάτων – εκ των οποία πολλά ακροδεξιάς
πεποιθήσεως. Πάντως, στην Αυστρία, ο Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν επικράτησε
έναντι του Νόρμπερτ Χόφερ, στις προεδρικές εκλογές.
Πίσω στην Ιταλία, ως μεγαλύτερος νικητής του δημοψηφίσματος
αναδεικνύεται ο Μπέπε Γκρίλο του Κινήματος των Πέντε Αστέρων, ο οποίος και
προκρίνει ένα μη δεσμευτικό δημοψήφισμα για την παραμονή της Ιταλίας στο ευρώ.Οι
Ιταλοί αψήφησαν τα σχέδια του Ρέντσι για τη συνταγματική μεταρρύθμιση».
Από την άλλη πλευρά σύμβουλος
της Podesta Group, ο Stefano Stefanini
δηλώνει σχετικά ότι « τα αντικαθεστωτικά αισθήματα είναι ισχυρότερα από
την επιθυμία για μεταρρύθμιση. Υπάρχει απροθυμία για αλλαγή, ένας έμφυτος
συντηρητισμός στην Ιταλία».
«Αυτό είναι το παράδοξο στην “καρδιά” της
ευρωπαϊκής – και αμερικανικής – πολιτικής σήμερα: Η αντίσταση των ψηφοφόρων
στην αλλαγή οδηγεί σε ολοένα και περισσότερες αντικαθεστωτικές επιλογές στις
κάλπες.
Και ανεξάρτητα από το εάν τα λαϊκιστικά κόμματα καταφέρουν
να αναλάβουν την εξουσία, “ταρακουνούν” ήδη το κέντρο της Ευρώπης.
Λίγοι είναι εκείνοι που εκτιμούν πως η Ιταλία χρειάζεται
ριζικές μεταρρυθμίσεις. Χωρίς αυτές, εγείρονται ερωτηματικά για το εάν η χώρα
θα μπορέσει να επιβιώσει μακροπρόθεσμα, χρησιμοποιώντας το ίδιο νόμισμα με τη
Γερμανία.
Από όταν η Ιταλία έγινε μέρος του ευρώ, το 1999, το ΑΕΠ έχει
εισέλθει σε στασιμότητα και το χρέος έχει “σκαρφαλώσει” στο 133% της
ετήσιας οικονομικής παραγωγής, ήτοι το δεύτερο μεγαλύτερο μετά της Ευρώπης.
Η “επιδιόρθωση” των οικονομικών είναι βασική,
προκειμένου να θεραπευτούν οι αδυναμίες της Ευρωζώνης, αλλά αυτό ίσως δεν
αρκεί. Πολλοί οικονομολόγοι και αξιωματούχοι επισημαίνουν πως χρειάζεται επίσης
μία στενότερη ένωση μεταξύ των χωρών του ευρώ.
Όλα αυτά ασκούν ισχυρές πιέσεις στη Γερμανία και στην
Άνγκελα Μέρκελ, η οποία και προσπαθεί να κρατήσει την Ευρώπη ενωμένη, μετά και
από την απόφαση της Βρετανίας να αποχωρήσει από τη Βρετανία. Η καγκελάριος δεν
έχει όμως πολλά περιθώρια ελιγμών, αφού βρίσκεται αντιμέτωπη με την ακροδεξιά.
Αλλά και στη Γαλλία, καθώς ο Φρανσουά Ολάντ αποχωρεί και το
Εθνικό Μέτωπο κερδίζει έδαφος, η παραδοσιακή γαλλο-γερμανική κινητήρια δύναμη
φαίνεται να κλονίζεται.
Αν και η ήττα του Ρέντσι δεν σημαίνει και το τέλος της
πολιτικής του καριέρας, προστίθεται ωστόσο στη λίστα με τους ηγέτες που έπεσαν
“θύματα” σε αυτή την αντίσταση στα πολιτικά καθεστώτα, μετά τον
Ντέιβιντ Κάμερον που ηττήθηκε από το Brexit, την Χίλαρι Κλίντον από τον Τραμπ
και τον Ολάντ.
Η ήττα Ρέντσι δεν σημαίνει πως ο Γκρίλο θα αναλάβει την
εξουσία, ωστόσο σηματοδοτεί μια “στροφή” στην πολιτική στην Ευρώπη»,
προστίθεται στο σχετικό δημοσίευμα.