Νέο πρόβλημα για μία συμφωνία στην επιβολή φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών από δέκα χώρες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα, προέκυψε μετά την άρνηση του Βελγίου να υπογράψει την πρόταση που βρίσκεται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Wall Street Journal.
Μιλώντας στο βελγικό πρακτορείο ειδήσεων το Σάββατο, ο υπουργός Οικονομικών της χώρας, Γιόχαν Βαν Όβερτβελντ, δήλωσε ότι δεν είναι αποδεκτός ο φόρος που συζητείται και θα ήταν αντίθετος στη συμφωνία της βελγικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης που προβλέπει ότι ένας τέτοιος φόρος δεν πρέπει να έχει αρνητικές συνέπειες στην οικονομία της χώρας.
Οι υπουργοί Οικονομικών από 11 χώρες της ΕΕ επεδίωξαν την επίτευξη μίας συμφωνίας στο τέλος του 2015 για τη βασική μορφή του φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, έχοντας χάσει την προηγούμενη προθεσμία που είχαν θέσει για το τέλος του 2014.
Οι δέκα από αυτές, μεταξύ των οποίων το Βέλγιο, έκαναν ένα συμβιβασμό τον Δεκέμβριο για κάποιες πτυχές του φόρου, δίνοντας μία περαιτέρω προθεσμία έξι μηνών για να συμφωνήσουν στα υπόλοιπα κρίσιμα θέματα, περιλαμβανομένου του ύψους του φόρου και της χρήσης των εσόδων του. Η Εσθονία, που ήταν μεταξύ των 11 χωρών που είχαν συμμετάσχει αρχικά στις συζητήσεις, ανακοίνωσε το ίδιο διάστημα ότι δεν θα υπέγραφε τη συμφωνία.
«Το Βέλγιο δεν θα εγκαταλείψει το τραπέζι των διαπραγματεύσεων στη φάση αυτή, αλλά δεν αρνείται ότι τα υφιστάμενα κείμενα του σχεδίου δεν είναι αποδεκτά, καθώς αντιτίθενται στη συμφωνία της κυβέρνησης», δήλωσε ο Βέλγος υπουργός, προσθέτοντας: «Το κείμενο που υπάρχει τώρα στο τραπέζι, δεν εγγυάται την ασφάλεια της πραγματικής οικονομίας», σημειώνοντας ότι η σχετική πρόταση θα μπορούσε να έχει αρνητικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις.
Ο Όβερτβελντ τόνισε ακόμη ότι τα συνταξιοδοτικά ταμεία δεν πρέπει να πληγούν και ότι ο υπό συζήτηση φόρος μπορεί να αυξήσει το κόστος χρηματοδότησης του δημόσιου χρέους.
Οι δηλώσεις του Βέλγου υπουργού Οικονομικών δεν αποτελούν το πρώτο πρόβλημα για την αμφιλεγόμενη πρωτοβουλία, σημειώνει το δημοσίευμα. Η ενδεικτική συμφωνία που επιτεύχθηκε τον Δεκέμβριο δεν αποτελούσε μία πλήρη πολιτική συμφωνία και δεν αντιμετώπιζε πολλές σημαντικές πτυχές του φόρου, υπογραμμίζοντας τις πολιτικές διαφορές που αντιμετωπίζουν οι χώρες στα υπόλοιπα θέματα.
Ενδεχόμενη, όμως, απόσυρση του Βελγίου από την ομάδα των δέκα χωρών θα συνιστούσε πλήγμα στο ήδη αβέβαιο σχέδιο που έχει διχάσει τις χώρες της ΕΕ και έχει επισύρει μεγάλες επικρίσεις από τον χρηματοπιστωτικό κλάδο. Θα τόνιζε επίσης, προσθέτει το δημοσίευμα, τις βαθιές διαφωνίες μεταξύ των χωρών για σημαντικές πτυχές του φόρου, όπως σε ποια χρηματοπιστωτικά μέσα θα επιβληθεί αυτός και ποιος θα πρέπει να εισπράττει τα έσοδα.
Οι χώρες που εξακολουθούν να κινούνται για την προώθηση της πρωτοβουλίας αυτής, μεταξύ των οποίων η Γαλλία και η Γερμανία, συμφώνησαν να συνεχίσουν μετά την αποτυχία το 2012 των συζητήσεων για την επιβολή του φόρου σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Οι άλλες χώρες που στηρίζουν την πρωτοβουλία αυτή είναι η Αυστρία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Σλοβακία και η Σλοβενία. Αν, ωστόσο, το Βέλγιο δεν συμφωνήσει, θα μείνουν εννιά χώρες, που είναι ο ελάχιστος απαιτούμενος αριθμός για μία ειδική συντονισμένη διαδικασία στην ΕΕ, γνωστή ως «προωθημένη συνεργασία».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε, ωστόσο, ότι δεν έχει ειδοποιηθεί κατά κανένα τρόπο ότι το Βέλγιο μπορεί να αποσυρθεί από τον φόρο στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, σύμφωνα με την εκπρόσωπο της Επιτροπής Βανέσα Μοκ.