Η βιωσιμότητα του μεταλλευτικού κλάδου στο Ηνωμένο Βασίλειο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους όρους της μελλοντικής συμφωνίας με την ΕΕ όπως αναφέρει σχετικό ενημερωτικό σημείωμα του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας μας στο Λονδίνο.
Όπως αναφέρεται, η μεταποιητική βιομηχανία μετάλλων αντιπροσωπεύει το 11% της συνολικής μεταποίησης του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο κλάδος καλύπτει τις δραστηριότητες του σιδήρου, χάλυβα, άλλων βασικών μετάλλων και προϊόντων χύτευσης που αντιπροσωπεύουν το 20% της συνολικής παραγωγής μετάλλων, ενώ το υπόλοιπο 80% περιλαμβάνει την κατασκευή μεταλλικών προϊόντων, πλην μηχανημάτων και εξοπλισμού.
Η βιομηχανία μετάλλων βρίσκεται επί του παρόντος σε σημαντικά χαμηλό επίπεδο παραγωγής, σε σύγκριση με την παραγωγική κορύφωση της το 1973. Κατά την τελευταία δεκαετία, η παραγωγή ξεκίνησε να καταγράφει πτωτική τάση το πρώτο τρίμηνο του 2008, σημειώνοντας μείωση κατά 24% μέχρι το τρίτο τρίμηνο του 2009. Η επακόλουθη ανάκαμψη υπήρξε ασταθής και η παραγωγή παραμένει 12,8% χαμηλότερα από τα επίπεδα του πρώτου τριμήνου του 2008.
Μέχρι τον Ιούνιο του 2016, η βιομηχανία έχει τρέχοντα αρνητικό ρυθμό ετήσιας ανάπτυξης της τάξης του 0,6%.
Το τμήμα της βιομηχανίας που συγκεντρώνεται στις παραγωγικές δραστηριότητες του βασικού σιδήρου και χάλυβα βρίσκεται στο πτωτικό στάδιο του κύκλου ζωής του. Η κατασκευή των παραδοσιακών δομικών μεταλλικών προϊόντων εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη ζήτηση που δημιουργείται από την κατασκευαστική αγορά, ιδιαίτερα από τις κατασκευές εμπορικών και βιομηχανικών κτηρίων. Η προστιθέμενη αξία του τομέα προβλέπεται να μειωθεί με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,6% μέχρι το 2022, ενώ κατά την ίδια περίοδο το ΑΕΠ προβλέπεται να αυξάνεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,3%. Ως εκ τούτου, η συμβολή της βιομηχανίας μετάλλου στο ΑΕΠ της χώρας θα βαίνει διαρκώς συρρικνούμενη.
Από το 2014, καταγράφεται διεθνώς μείωση της ζήτησης χάλυβα, με αποτέλεσμα την πτώση κατά 27% των βρετανικών εξαγωγών σε χώρες εκτός της ΕΕ. Ωστόσο, κατά την ίδια περίοδο, οι εξαγωγές προς τις χώρες της ΕΕ έχουν μειωθεί μόνο κατά 9%, γεγονός που υποδηλώνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να είναι ακόμα μια βιώσιμη και δυναμική αγορά για τις βρετανικές εξαγωγές επεξεργασμένου χάλυβα. Το 2015, πάνω από το 50% του βρετανικού χάλυβα εξήχθη σε χώρες της ΕΕ, με τη Γερμανία να αποτελεί το βασικό εισαγωγέα.
Η ΕΕ είναι ο βασικός εισαγωγέας του βρετανικού χάλυβα και η μη ύπαρξη δασμών είναι ζωτικής σημασίας για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα αυτού του τομέα της οικονομίας. Έτσι, η βιωσιμότητα του μεταλλευτικού κλάδου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους όρους της μελλοντικής συμφωνίας ΗΒ-ΕΕ. Σε μεσοπρόθεσμη βάση, εάν η στερλίνα παραμείνει ασθενέστερη σε σχέση με το ευρώ, η ανταγωνιστικότητα της βρετανικής βιομηχανίας μετάλλου θα ενισχυόταν.
Επιπρόσθετα, η διαφαινόμενη χαμηλή προτεραιότητα της νέας βρετανικής κυβέρνησης για τα περιβαλλοντικά ζητήματα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε χαλάρωση των αυστηρών περιβαλλοντικών κανονισμών της προηγούμενης κυβέρνησης. Για παράδειγμα, το 2010, το Ηνωμένο Βασίλειο εφάρμοσε ένα τέλος της τάξεως £18,1/παραγόμενο τόνο διοξειδίου του άνθρακα, αυξάνοντας το ποσό που καταβάλλεται από τις επιχειρήσεις για εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, σε επίπεδο διπλάσιο από αυτό της Γερμανίας ή της Γαλλίας. Το πρόσθετο τέλος ήταν μονομερής βρετανική απόφαση, που δεν επιβλήθηκε από την ΕΕ. Έτσι, η κυβέρνηση θα μπορούσε να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα του κόστους παραγωγής, αν προέβαινε σε μείωσή του.
Η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη του τομέα αυτού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την τύχη της βρετανικής αυτοκινητοβιομηχανίας και του κλάδου αεροδιαστημικής, καθώς οι τομείς αυτοί εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη μεταλλευτική βιομηχανία για πρώτες ύλες.
Εκτίμηση επιπτώσεων BREXIT σε βρετανική βιομηχανία μετάλλων και πλαστικών.
Ακόμη, στο ίδιο ενημερωτικό σημείωμα αναφέρεται ότι η μεταποίηση πλαστικών ειδών, σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ), αντιστοιχεί στο 9% της συνολικής μεταποιητικής παραγωγής του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο ετήσιος κύκλος εργασιών της βιομηχανίας πλαστικών ανέρχεται σε 23,5 δισ. λίρες και οι εξαγωγές σε £7,5 δισ. καλύπτοντας το 1/3 της συνολικής παραγωγής (στοιχεία 2015). Στον τομέα δραστηριοποιούνται περίπου 6.200 επιχειρήσεις και απασχολούνται άμεσα 170.000 άτομα (6,5% των εργαζομένων στη μεταποίηση).
Αν και η παραγωγή πρώτων υλών του κλάδου είναι εντάσεως κεφαλαίου, η επεξεργασία πλαστικών είναι σχετικά εντάσεως εργασίας, εξαιτίας των πολλών επιμέρους εργασιών που χρειάζεται να εκτελεσθούν σε τομείς όπως η συναρμολόγηση.
Τα πλαστικά στο Ηνωμένο Βασίλειο χρησιμοποιούνται κυρίως στη συσκευασία (38%) και τις κατασκευές (22%).
Βασικό ρόλο στη βιομηχανία πλαστικών διαδραματίζει το κόστος των εισαγόμενων πρώτων υλών (πολυμερή ως πρώτη ύλη και μηχανολογικός εξοπλισμός), το οποίο μπορεί, βραχυπρόθεσμα, να αυξηθεί λόγω της υποτίμησης της λίρας. Μακροπρόθεσμα εκτιμάται ότι η βρετανική βιομηχανία πλαστικών μπορεί να αντιμετωπίσει μειωμένη παραγωγικότητα, λόγω
και της εγχώριας έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού και μειωμένη ανάπτυξη, αν επιβληθούν περιορισμοί στην έλευση ξένου εργατικού δυναμικού και δασμοί στις βρετανικές εξαγωγές πλαστικού,. Η υποτίμηση, εφόσον η ισοτιμία διατηρηθεί στα σημερινά επίπεδα, μπορεί να συμβάλει στη διεθνή ανταγωνιστικότητα των προϊόντων του τομέα.
Επιπλέον, η απόφαση για έξοδο μπορεί να επηρεάσει άμεσα την προτεραιότητα που δίνει το Ηνωμένο Βασίλειο στην ανακύκλωση, τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας. Δεν είναι ακόμη σαφές κατά πόσο η βρετανική Κυβέρνηση θα διατηρήσει την προσέγγισή της για την προστασία του περιβάλλοντος, ή θα επαναδιατυπώσει τη νομοθεσία για να καταστεί η βιομηχανία πλαστικών πιο αποδοτική. Αυτό μπορεί να φέρει μια προσωρινή διακοπή στις επενδυτικές αποφάσεις σε μεσοπρόθεσμη βάση, καθώς οι επιχειρήσεις εξετάζουν σε ποιους τύπους υπηρεσιών και υποδομών να επενδύσουν. Για παράδειγμα, ο τρέχων στόχος που προωθεί η ΕΕ, για επίτευξη ποσοστού ανακύκλωσης αποβλήτων 50% από τα νοικοκυριά του ΗΒ μέχρι το 2020, αποτέλεσε κίνητρο για επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων λιρών σε εγκαταστάσεις ανακύκλωσης και εργοστάσια εναλλακτικών πηγών ενέργειας, δημιουργώντας μέχρι σήμερα χιλιάδες θέσεις εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η ΕΕ εξετάζει τώρα να ορίσει ως στόχο την ανακύκλωση των νοικοκυριών σε ποσοστό 65% για το 2030 – αν αυτό καταστεί νομικά δεσμευτικός στόχος μεταξύ των κρατών μελών (συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου), θα ήταν πιθανό να τονώσει περαιτέρω τις επενδύσεις.