Uber Files: “Θύελλα” μετά τις αποκαλύψεις για τις πρακτικές της εταιρείας και τις σχέσεις της με πολιτικούς

Uber

An illustration picture shows the logo of car-sharing service app Uber on a smartphone next to the picture of an official German taxi sign in Frankfurt, September 15, 2014. A Frankfurt high court will hold a hearing on a recent lawsuit brought against Uberpop by Taxi Deutschland on Tuesday. San Francisco-based Uber, which allows users to summon taxi-like services on their smartphones, offers two main services, Uber, its classic low-cost, limousine pick-up service, and Uberpop, a newer ride-sharing service, which connects private drivers to passengers - an established practice in Germany that nonetheless operates in a legal grey area of rules governing commercial transportation. The company has faced regulatory scrutiny and court injunctions from its early days, even as it has expanded rapidly into roughly 150 cities around the world. REUTERS/Kai Pfaffenbach (GERMANY - Tags: BUSINESS EMPLOYMENT CRIME LAW TRANSPORT)

Η εταιρεία Uber βρέθηκε στο επίκεντρο ενός σκανδάλου μετά την τεράστια έρευνα που διεξήγαγαν δημοσιογράφοι οι οποίοι την κατηγόρησαν ότι στο παρελθόν «παραβίασε τη νομοθεσία» και χρησιμοποίησε βίαιες μεθόδους για να επιβληθεί στην αγορά, παρά τις επιφυλάξεις πολιτικών και εταιρειών ταξί.

«Δεν έχουμε δικαιολογήσει και δεν αναζητούμε δικαιολογίες για τις συμπεριφορές που δεν συνάδουν με τις τρέχουσες αρχές μας ως εταιρεία», επεσήμανε η Τζιλ Χέιζελμπέικερ αντιπρόεδρος της Uber αρμόδια για το Μάρκετινγκ και τις Δημόσιες Σχέσεις σε ανακοίνωσή της.

«Ζητάμε από το κοινό να μας κρίνει από τα όσα κάναμε τα πέντε τελευταία χρόνια και από τα όσα θα κάνουμε τα επόμενα», πρόσθεσε.

Η βρετανική εφημερίδα Guardian έλαβε από ανώνυμη πηγή και μοιράστηκε με τη Διεθνή Κοινοπραξία Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) και τα 42 ΜΜΕ-εταίρους της περίπου 124.000 έγγραφα που χρονολογούνται από το 2013 ως το 2017, μεταξύ των οποίων SMS και e-mail στελεχών της Uber καθώς και παρουσιάσεις, σημειώσεις και τιμολόγια.

Χθες Κυριακή πολλά μέσα ενημέρωσης σε όλο τον κόσμο (ανάμεσά τους η Washington Post, η Le Monde και το BBC) δημοσίευσαν τα πρώτα τους άρθρα για το σκάνδαλο βασιζόμενα στα Uber Files.

Σε αυτά παρουσιάζουν κάποιες πρακτικές της Uber στη διάρκεια των ετών της γρήγορης επέκτασης της εταιρείας, αλλά και σε μια περίοδο που βρέθηκε στο επίκεντρο πολλών αντιπαραθέσεων κυρίως με εταιρείες ταξί σε διάφορες πόλεις, από το Παρίσι ως το Γιοχάνσεμπουργκ.

«Η εταιρεία παραβίασε τη νομοθεσία, παραπλάνησε την αστυνομία και τις ρυθμιστικές αρχές, εκμεταλλεύθηκε τη βία εναντίον των οδηγών της και άσκησε μυστικά πίεση σε κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο», αναφέρει στην εισαγωγή του το άρθρο του Guardian.

«Διακόπτης ασφαλείας»

Τα άρθρα αναφέρονται κυρίως σε μηνύματα του Τράβις Κάλανικ, τότε επικεφαλής της εταιρείας με έδρα το Σαν Φρανσίσκο, όταν στελέχη της εξέφρασαν την ανησυχία τους για τους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετώπιζαν οι οδηγοί της Uber τους οποίους ενθάρρυναν να συμμετάσχουν σε διαδήλωση στο Παρίσι.

«Πιστεύω ότι αξίζει πολύ τον κόπο», τους απάντησε ο συνιδρυτής της εταιρείας. «Η βία εγγυάται την επιτυχία».

Σύμφωνα με τον Guardian, η Uber υιοθέτησε αντίστοιχες τακτικές σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες (Βέλγιο, Ολλανδία, Ισπανία, Ιταλία …), κινητοποιώντας τους οδηγούς της και ωθώντας τους να διαμαρτύρονται στην αστυνομία όταν έπεφταν θύματα επιθέσεων, με στόχο η εταιρεία να εκμεταλλευθεί την κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης για να αποσπάσει υποχωρήσεις από τις αρχές.

«Ο Κάλανικ ποτέ δεν υπονόησε ότι η Uber εκμεταλλεύεται τη βία εις βάρος της ασφάλειας των οδηγών», αντέδρασε ο Ντέβον Σπέρτζον εκπρόσωπος του πρώην επικεφαλής της εταιρείας σε ανακοίνωσή του που δόθηκε στη δημοσιότητα από την ICIJ.

Μετά τις κατηγορίες εναντίον του ότι ενθάρρυνε αμφιλεγόμενες και βίαιες πρακτικές από τους επικεφαλής της εταιρείας, υπό το φόντο σεξισμού και παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, ο Κάλανικ αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τη θέση του γενικού διευθυντή τον Ιούνιο του 2017.

Όταν ανακοίνωσε την παραίτησή του από το διοικητικό συμβούλιο της Uber, στα τέλη του 2019, δήλωσε «περήφανος για τα όσα πέτυχε η εταιρεία».

Ο εκπρόσωπός του απέρριψε χθες όλες τις κατηγορίες των εφημερίδων, περιλαμβανομένης αυτής περί παρακώλυσης της δικαιοσύνης.

Σύμφωνα με τις εφημερίδες, η Uber είχε υιοθετήσει διάφορες στρατηγικές για να αποφεύγει τις προσπάθειες παρέμβασης των δυνάμεων της τάξης, ανάμεσά τους και αυτή του «διακόπτη ασφαλείας» που συνίστατο στο να διακόπτεται άμεσα η πρόσβαση ενός γραφείου στις βάσεις δεδομένων του διαδικτύου σε περίπτωση έρευνας.

«Εκτός νόμου»

Ο Guardian επικαλείται διάφορα αποσπάσματα συνομιλιών μεταξύ στελεχών στα οποία σχολιάζουν ότι δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο για τις δραστηριότητες της Uber.

«Κάποιες φορές έχουμε προβλήματα διότι είμαστε εντελώς εκτός νόμου», είχε γράψει η διευθύντρια επικοινωνίας της Uber Νάιρι Χουρνταζιάν στους συναδέλφους της το 2014, όταν απειλούνταν η ύπαρξη της εταιρείας στην Ταϊλάνδη και την Ινδία.

Η Uber αρχικά χρειάστηκε να δώσει μάχη για να γίνει αποδεκτή από τους καταναλωτές. Η εταιρεία φλέρταρε με τους καταναλωτές και τους οδηγούς και βρήκε συμμάχους στην εξουσία, όπως τον Εμανουέλ Μακρόν την εποχή που ήταν υπουργός Οικονομίας (2014-16), ο οποίος φέρεται να βοήθησε διακριτικά στην εταιρεία.

Παράλληλα η Uber πρόσφερε μετοχές της σε πολιτικές προσωπικότητες στη Ρωσία και τη Γερμανία και πλήρωσε σε ερευνητές «εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια για να δημοσιεύσουν έρευνες για τα οφέλη του οικονομικού της μοντέλου», αναφέρει η βρετανική εφημερίδα.

Στη χθεσινή της ανακοίνωση η Uber υπενθυμίζει ότι τα μέσα ενημέρωσης είχαν καλύψει επαρκώς τα «λάθη» της εταιρείας πριν από το 2017.

«Σήμερα η Uber (…) αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας 100 εκατομμυρίων ανθρώπων», τόνισε η Χέιζελμπέκερ. «Περάσαμε από μια εποχή αντιπαράθεσης σε μια εποχή συνεργασίας».

Exit mobile version