Με τις πολύ χαμηλές τιμές τους τα λεγόμενα εκπτωτικά (discounter) σούπερ-μάρκετ της Γερμανίας προκαλούν έναν έντονο ανταγωνισμό στον κλάδο. Οι εταιρείες Lidl και Aldi διατηρούν υποκαταστήματα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Μπορεί στην αρχή να αντιμετώπιζαν αρκετές δυσκολίες, σήμερα όμως το τοπίο έχει αλλάξει και οι ευρωπαίοι πολίτες ψωνίζουν τακτικά από τις μεγάλες αλυσίδες.
Στο μεταξύ οι εν λόγω εταιρείες αντλούν περισσότερο από το μισό του τζίρου τους από το εξωτερικό και όχι από τη Γερμανία. Ο αριθμός αυτός αναμένεται αν αυξηθεί ακόμη περισσότερο στο μέλλον αφού η Aldi έχει ανοίξει ήδη υποκαταστήματα στην Αυστραλία και τις ΗΠΑ ενώ προβλέπεται ότι θα ακολουθήσει και η Lidl.
Κορεσμός στη γερμανική αγορά
Στη Γερμανία από την άλλη πλευρά οι δυνατότητες επέκτασης είναι περιορισμένες εξαιτίας του πολύ μεγάλου αριθμού σούπερ μάρκετ, discounter και καταστημάτων καλλυντικών και φαρμάκων (drugstore). Οι αριθμοί λένε ότι κάθε Γερμανός βρίσκεται σε απόσταση μόλις πέντε λεπτών με το αυτοκίνητο από 5,5 καταστήματα. Για το λόγο αυτό ο αριθμός των καταστημάτων τείνει περισσότερο να μειώνεται παρά να αυξάνεται. Έτσι η αγορά του εξωτερικού είναι πιο ελκυστική για τους γερμανούς επιχειρηματίες, γεγονός που δημιουργεί βέβαια πρόβλημα στους τοπικούς επιχειρηματίες που βλέπουν τους πελάτες και τον τζίρο του να μειώνονται.
Ο ανταγωνισμός όμως έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις. Ο πόλεμος τιμών που προκάλεσαν οι Aldi και Lidl στη Βρετανία έχει δημιουργήσει πρόβλημα πλέον και στους ίδιους. Ωστόσο δεν αποθαρρύνονται. «Είμαστε προετοιμασμένοι. Στην ανάγκη θα ρίξουμε τις τιμές ακόμη περισσότερο» δήλωσε πριν από λίγες ημέρες ο Μάθιου Μπαρνς, διευθυντής της Aldi στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία. Το μερίδιο αγοράς των Aldi και Lidl στη Μ. Βρετανία είναι πλέον περισσότερο από 10%.
Η Ιταλία επιμένει παραδοσιακά
Ωστόσο το ξεκίνημα δεν ήταν πάντα εύκολο. Σε ορισμένες χώρες τα μεγάλα σουπερμάρκετ δυσκολεύτηκαν να αποκτήσουν μια θέση στην τοπική αγορά. Στην Ιταλία μέχρι σήμερα οι πελάτες προτιμούν τη λαϊκή αγορά ή τα παραδοσιακά σουπερμάρκετ. Στη Ρώμη, για παράδειγμα, δεν υπάρχουν υποκαταστήματα Lidl στο κέντρο της πόλης.
Και στην Ελβετία η αρχή για τις μεγάλες αλυσίδες ήταν δύσκολη. Οι εταιρείες αναγκάστηκαν να υιοθετήσουν ένα μεγάλο ποσοστό ελβετικών προϊόντων, να προβάλλουν ένα πιο οικολογικό προφίλ και να βελτιώσουν το σέρβις τους για να γίνουν αποδέκτες από τους καταναλωτές.
Αξιοσημείωτη είναι και η προσπάθειά τους τελευταία να προσελκύσουν και ένα πελατολόγιο με μεγαλύτερο εισόδημα, το οποίο μέχρι τώρα παραμένει πιστό στα παραδοσιακά σουπερμάρκετ. Με εβδομάδες κρασιού στη Γαλλία, χορηγίες στην εθνική ομάδα ποδοσφαίρου στην Αγγλία και ανακαινίσεις των καταστημάτων στην Αυστραλία, τα εκπτωτικά σουπερμάρκετ ελπίζουν να κερδίσουν και τους πιο απαιτητικούς.
Πηγή: DW