του Φαρίντ Ζακάρια *
Είναι πλέον κοινός τόπος ότι παρακολουθούμε την άνοδο της ριζοσπαστικής Δεξιάς και Αριστεράς σε όλο τον πλανήτη. Οι λαϊκιστές και των δύο πλευρών, που τους ενώνει η περιφρόνηση της παγκοσμιοποίησης, είναι βέβαιοι ότι το μέλλον τούς ανήκει. Όμως το κέντρο σηκώνεται ξανά στα πόδια του, ακόμη και στην καρδιά του παλιού κόσμου.
Πάρτε τον Εμανουέλ Μακρόν, το 39χρονο πρώην τραπεζικό στέλεχος της Rothschild που είναι φαβορί για τις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία. Ο Μακρόν είναι ένθερμος οπαδός των ελεύθερων αγορών, της παγκοσμιοποίησης, της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΝΑΤΟ, και παρ’όλα αυτά έχει απήχηση σε μια χώρα που χαρακτηρίζεται από τα ισχυρά της συνδικάτα, τις επιφυλάξεις της για τον καπιταλισμό και τη δυσπιστία της για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Γιατί; Επειδή ο Μακρόν είναι πάνω απ’όλα ένα αουτσάιντερ, ένας μεταρρυθμιστής και ένας χαρισματικός πολιτικός, και τα γνωρίσματα αυτά φαίνεται να είναι σημαντικότερα από μια συγκεκριμένη ιδεολογική τοποθέτηση.
Οι μελέτες στο πεδίο της κοινωνικής επιστήμης έχουν δείξει ότι οι πολίτες συνδέονται με τους υποψήφιους σε συναισθηματικό επίπεδο και στη συνέχεια εκλογικεύουν αυτή τη σύνδεση μέσω της συμφωνίας τους με τις προτάσεις τους. Η διαφορά ανάμεσα στις θέσεις του Μπιλ και της Χίλαρι Κλίντον ήταν μικρή. Κι όμως, οι ψηφοφόροι της βαθιάς Αμερικής ένιωσαν σε συναισθηματικό επίπεδο ότι ο Μπιλ τους καταλάβαινε, ενώ για τη Χίλαρι δεν αισθάνθηκαν ποτέ έτσι.
Οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί διακρίνουν μια στασιμότητα στα οικονομικά και πολιτικά πράγματα της Δύσης. Είναι απογοητευμένοι από το σύστημα, το οποίο θεωρούν διεφθαρμένο, ξεπερασμένο και αρτηριοσκληρωτικό. Η εκστρατεία του Μακρόν έχει απήχηση επειδή σφύζει από ζωή. Το κόμμα του λέγεται «Εμπρός!» Το βιβλίο στο οποίο περιγράφει το όραμά του λέγεται «Επανάσταση».
«Κατά μία έννοια, ο Μακρόν είναι ο όμορφος αδελφός της Μαρίν Λεπέν», σημειώνει ο καθηγητής του Colombia University Μαρκ Λίλα. «Και οι δύο καλύπτουν ένα κενό που άφησε η κατάρρευση των μεγάλων κομμάτων. Σε όλη την Ευρώπη, τα μεγάλα πολιτικά κόμματα χαρακτηρίζονται από τις παλιές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ εκκλησίας και κοσμικότητας, κεφαλαίου και εργασίας. Ο Μακρόν και το κίνημά του είναι κάτι καινούργιο. Αντιπροσωπεύουν τις start-ups, τους νέους, την ανεκτικότητα, την ελαστικότητα και, πάνω απ’όλα, την ελπίδα».
Παρακολουθούμε μια τεράστια αλλαγή της πολιτικής και μια έκρηξη του λαϊκισμού. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άλλες δυνάμεις σε κίνηση. Ο πλανήτης χαρακτηρίζεται από μια όλο και μεγαλύτερη ποικιλομορφία και εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι στη Δύση, ιδιαίτερα νέοι, είναι ικανοποιημένοι με αυτή την πραγματικότητα. Ο Μακρόν αντιπροσωπεύει αυτά τα ιδανικά, προσέχοντας παράλληλα να απευθύνεται και σ’εκείνους που παρακολουθούν τις αλλαγές με μεγαλύτερη νευρικότητα.
Ο Μακρόν δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο. Πάρτε τη Γερμανία, όπου πολλά λέγονται και γράφονται για τη μειωμένη δημοτικότητα της Άνγκελα Μέρκελ. Όμως η καγκελάριος βρίσκεται στην εξουσία για περισσότερα από δέκα χρόνια και είναι λογικό να μη χαίρει μιας ενθουσιώδους στήριξης. Η Θάτσερ, ο Μπλερ και ο Κολ είδαν και τη δική τους δημοτικότητα να μειώνεται ύστερα από δέκα χρόνια στην εξουσία. Επιπλέον, αντίπαλος της Μέρκελ είναι ο κεντροαριστερός Μάρτιν Σουλτς, ένας κεντροαριστερός πρώην βιβλιοπώλης που είναι ακόμη πιο φιλοευρωπαίος και κοσμοπολίτης από την καγκελάριο.
«Η πολιτική σκηνή είναι μπερδεμένη αυτή τη στιγμή», επισημαίνει ο Λίλα. «Τα πράγματα θα ξεκαθαρίσουν γύρω από μια νέα διαχωριστική γραμμή, ανάμεσα σ’αυτούς που αισθάνονται άνετα με την παγκοσμιοποίηση και σε εκείνους που είναι αντίθετοι σ’αυτήν.» Οσοι από εμάς όμως βρισκόμαστε στο κέντρο και βλέπουμε θετικά την παγκοσμιοποίηση πρέπει να καταλάβουμε την πολιτισμική αναστάτωση που προκαλεί η μεγάλης κλίμακας μετανάστευση των τελευταίων δεκαετιών.
Το κέντρο μπορεί να κερδίσει. Η Ευρώπη δεν οδηγείται αναπόφευκτα στο δρόμο του δεξιού εθνικισμού που θα εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ενωση, την οικονομική ενοποίηση, την Ατλαντική Συμμαχία και τις δυτικές αξίες. Πολλά εξαρτώνται όμως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη χώρα που επινόησε τη στρατηγική και ιδεολογική σύλληψη της Δύσης. Ενας ευρωπαίος ηγέτης που έλαβε μέρος στη σύνοδο του Μονάχου, την περασμένη εβδομάδα, επισήμανε ότι παρά τα καθησυχαστικά λόγια μερικών αμερικανών αξιωματούχων, «πολλοί από εμάς είμαστε πεισμένοι ότι ο Λευκός Οίκος θέλει να εκλέξει τη Λεπέν στη Γαλλία και να απαλλαγεί από τη Μέρκελ στη Γερμανία». Ο ίδιος ο Στιβ Μπάνον άλλωστε, το δεξί χέρι του Τραμπ, μιλάει ανοιχτά για την αποδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και την καταστροφή της καθεστηκυίας τάξης.
Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες ενθαρρύνουν την καταστροφή βασικών θεσμών και ιδανικών της Δύσης, τότε η Δύση μπορεί πράγματι να διαλυθεί. Κάτι τέτοιο δεν θα είναι όμως μια από εκείνες τις ιστορίες πολιτισμικής παρακμής μπροστά σε εξωτερικούς εχθρούς. Θα είναι αποτέλεσμα αυτοτραυματισμού – που μπορεί να αποδειχθεί μοιραίος.
* Ο Φαρίντ Ζακάρια είναι αρθρογράφος της Washington Post
Πηγή: Washington Post, ΑΠΕ-ΜΠΕ