Θα επαναφέρει η Τουρκία τελικά την θανατική ποινή;

«Καταρχήν θα μιλήσω με τον πρωθυπουργό Γιλντιρίμ και τον Ντεβλέτ Μπαχτσελί (σς: τον αρχηγό του τουρκικού εθνικιστικού κόμματος)». Αυτή ήταν μια από τις πρώτες δηλώσεις του Τούρκου προέδρου Ερντογάν αναφορικά με το ζήτημα της θανατικής ποινής μετά το τουρκικό δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου. Εδώ και 33 χρόνια δεν έχει επιβληθεί η εσχάτη των ποινών. Σε διάφορες φάσεις, μεταξύ 2001 και 2004 είχε καταργηθεί επισήμως –ακόμη και με την υποστήριξη του AKP.

Σήμερα ο Ταγίπ Ερντογάν θέτει εκ νέου το ζήτημα της επαναφοράς της. Για κάτι τέτοιο όμως απαιτείται είτε η θετική ψήφος 367 βουλευτών είτε η προσφυγή σε νέο δημοψήφισμα με τη συγκέντρωση 300 ψήφων ενός της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης. Στο μεταξύ το θέμα της θανατικής ποινής επανέρχεται κάθε τόσο στον δημόσιο διάλογο στη χώρα. Είχε λάβει έντονες διαστάσεις το 2015 μετά τη δολοφονία της εικοσάχρονης φοιτήτριας Ετσγκετσάν Ασλάν, μια δολοφονία με πρωτοφανή αγριότητα. Πολλοί ζητούσαν έκτοτε εμφατικά την επαναφορά της θανατικής ποινής.

Υποστηρικτές του AKP ζητούν τον θάνατο των πραξικοπηματιών


Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016 το θέμα της θανατικής ποινής έχει πλέον μπει για καλά στην επίσημη ατζέντα της τουρκικής κυβέρνησης. Πολλοί υποστηρικτές του κυβερνώντος κόμματος AKP δεν διστάζουν πλέον να δηλώσουν δημόσιο το αίτημά τους για επαναφορά της εσχάτης των ποινών. Θεωρούν ότι είναι η μόνη ποινή που αρμόζει στους στρατιωτικούς που αποπειράθηκαν να καταλύσουν το τουρκικό πολίτευμα αλλά και η μόνη ποινή που πρέπει να επιβληθεί στον εξόριστο ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος θεωρήθηκε ως υποκινητής του αποτυχημένος πραξικοπήματος.

Σύμφωνα όμως με τούρκους νομικούς, όπως ο Ιμπραήμ Καμπόγλου, ακόμη και στην περίπτωση των πραξικοπηματιών δεν μπορεί να επιβληθεί θανατική ποινή βάσει του ισχύοντος νομικού πλαισίου. «Για να συμβεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να αναθεωρηθεί το τουρκικό Σύνταγμα», σημειώνει ο τούρκος νομικός. Σύμφωνα με τα όσα ορίζει το άρθρο 15 του ισχύοντος Συντάγματος, ακόμη και σε εξαιρετικές περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης δεν μπορεί να επιβληθεί αναδρομικά βαρύτερη ποινή από αυτές που προβλέπονται μέχρι τώρα. Αυτό ισχύει συνεπώς και για την επιβολή της θανατικής ποινής. Επίσης, όπως επισημαίνει ο Ιμπραήμ Καμπόγλου, είναι πολύ δύσκολη η τεκμηρίωση της νομικής αναγκαιότητας για την επαναφορά της θανατικής ποινής στην Τουρκία. Ένα σημαντικό εμπόδιο είναι το γεγονός ότι η Τουρκία έχει υπογράψει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Πιθανή επαναφορά της θανατικής ποινής θα προσέκρουε στα άρθρα 6 και 12 της ΕΣΔΑ.

Καθοριστική η στάση της Δύσης


Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του Ερντογάν για το δημοψήφισμα το θέμα της θανατικής ποινής βρέθηκε στην κορυφή της ατζέντας του τούρκου προέδρου. Βέβαια το κατά πόσο θα κάνει πράξει τις προεκλογικές διακηρύξεις του μένει να φανεί στην πράξη, εκτιμά ο τούρκος δημοσιογράφος Λεβέντ Γκιουλτεκίν. Για τον ίδιο καθοριστικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει η Δύση. «Η στάση που θα τηρήσουν οι δυτικές κυβερνήσεις θα καθορίσει τη στάση αλλά και τις ενέργειες του Ερντογάν», αναφέρει ο τούρκος δημοσιογράφος. Για τον ίδιο πάντως η επαναφορά της θανατικής πράξης πρέπει να θεωρείται στην πραγματικότητα μάλλον απίθανη. Ο Γκιουλτεκίν εκτιμά ότι ο Ερντογάν παρά τις συναισθηματικές εξάρσεις στον λόγο του δεν θέλει να κατεδαφίσει τις σχέσεις με τη Δύση, ούτε να αποκτήσει τη «σφραγίδα του δικτάτορα». Οι όποιες παρομοιώσεις με τον Σαντάμ Χουσεΐν ή τον Μουαμάρ Καντάφι δεν είναι κάτι που επιθυμεί.

Ο Γκιουλτεκίν εκτιμά ακόμη πώς ούτε και η προσφυγή σε δημοψήφισμα είναι καλή λύση, δεδομένου ότι στον καθορισμό της ψήφου των πολιτών εκεί παίζει σημαντικό ρόλο η ψυχολογία της μάζας ή αλλιώς το συναίσθημα και όχι η λογική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι δημοσκοπήσεις που διεξήχθησαν αμέσως μετά το τουρκικό πραξικόπημα. Σε αυτές εμφανιζόταν το 91% του τουρκικού πληθυσμού υπέρ της θανατικής ποινής για περιπτώσεις εσχάτης προδοσίας ή τρομοκρατίας.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που είναι σίγουρο για την ώρα είναι ότι η ενδεχόμενη επαναφορά της θανατικής ποινής στην Τουρκία θα σημάνει το τέλος των ενταξιακών διαπραγματεύσεων από τη σκοπιά των Βρυξελλών καθώς και την αλλαγή στάσης του Συμβουλίου της Ευρώπης απέναντι στην Τουρκία, εκτιμά ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Εμρέ Γκένεν από το Πανεπιστήμιο Μπιλγκί της Τουρκίας. Όπως επισημαίνει, κάτι τέτοιο όμως θα έχει σοβαρές επιπτώσεις γενικότερα στον τομέα των διεθνών σχέσεων της Τουρκίας.

Πηγή: DW

Exit mobile version