Ο αρχικός στόχος για τη «διάδοχη συμφωνία» του Κιότο φαίνεται σαφής, όσο και φιλόδοξος: μέχρι το 2100 να συγκρατηθεί η υπερθέρμανση της γης στους δύο βαθμούς σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.
Ο ερευνητής Μοτζίπ Λατίφ υπενθυμίζει ότι μέχρι σήμερα έχουν γίνει είκοσι διεθνείς διασκέψεις για το κλίμα, αλλά ουσιαστική λύση δεν έχει προκύψει. «Δύο βαθμοί είναι ήδη πολύ, πάρα πολύ, ας μην το ξεχνάμε αυτό» τονίζει ο ερευνητής, μιλώντας στη γερμανική ραδιοφωνία (DLF).
«Σύμφωνα με όλα όσα γνωρίζουμε, ακόμα και με αυτήν την (περιορισμένη) αύξηση της θερμοκρασίας, πάλι θα κινδύνευαν κάποια νησιωτικά κράτη λόγω ανόδου της στάθμης των ωκεανών, πάλι θα αφανίζονταν κοράλλια σε τροπικές θάλασσες. Κατά την άποψή μας, λοιπόν, η αύξηση της θερμοκρασίας θα έπρεπε να περιοριστεί στον ενάμιση βαθμό».
Και σε αυτήν την περίπτωση ακόμη, τονίζει ο ερευνητής στο ινστιτούτο του Κιέλου, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι δεν θα λιώσουν οι πάγοι στη Γροιλανδία.
Όσο για την κριτική κάποιων σκεπτικιστών, ιδιαίτερα από τον αγγλοσαξονικό χώρο, ότι στην πραγματικότητα η όποια κλιματική αλλαγή αποτελεί φυσικό φαινόμενο και δεν οφείλεται σε αυξημένη ρύπανση, ο Μοτζίπ Λατίφ δηλώνει ότι δεν μπορεί να την πάρει στα σοβαρά. Και αυτό γιατί, όπως υποστηρίζει, «δεν πρόκειται για επιστήμονες.
Οι συνάδελφοί μου στην Αμερική- και πηγαίνω συχνά στην Αμερική- λένε τα ίδια με αυτά που ακούμε στη Γερμανία και γενικότερα στην Ευρώπη.
Οι άλλοι δεν είναι επιστήμονες, συνήθως είναι λομπίστες. Σκοπός τους είναι να σπείρουν αμφιβολίες και συνήθως είναι οι ίδιοι που παλαιότερα μας έλεγαν, για παράδειγμα, ότι το κάπνισμα δεν είναι επιβλαβές για την υγεία».
Διαμάχη για το «έτος αναφοράς»
Όσο για τις ισχυρές χώρες που πολλές φορές δηλώνουν πρόθυμες να «συστρατευθούν» για την προστασία του περιβάλλοντος, πολλές φορές το πρόβλημα είναι ότι προσφεύγουν σε «αλχημείες».
Κλασσικό παράδειγμα η Κίνα, η οποία υπόσχεται ότι το 2030 θα έχει επιτύχει μία εντυπωσιακή μείωση των ρύπων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 65% σε σχέση με το 2005. «Φυσικά πρόκειται για ένα τρικ, αλλά και οι Αμερικανοί κάνουν το ίδιο» λέει ο ερευνητής από το Κίελο.
«Χρησιμοποιούν δηλαδή το 2005 ως έτος αναφοράς, είχαν αυξήσει μαζικά τις εκπομπές ρύπων στην περίοδο 1990-2005 και τώρα λένε ότι σε σχέση με τα πολύ υψηλά επίπεδα του 2005, θα επιτύχουν μείωση της ρύπανσης. Αντιθέτως εμείς οι Ευρωπαίοι θέλουμε να γίνεται με το έτος 1990 η σύγκριση στις τιμές των ρύπων. Άρα ο στόχος μας είναι πιο φιλόδοξος από εκείνον που έχουν οι Αμερικανοί και οι Κινέζοι».
Στόχος της Γερμανίας είναι μία συμφωνία που θα μειώνει τις εκπομπές ρύπων κατά 40% σε σχέση με το 1990 και να είναι πρότυπο διεθνώς στην προσπάθεια για την προστασία του κλίματος.
Κατά τον Λατίφ, για χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία θα αποτελούσε τεράστιο κίνητρο να αποδειχθεί ότι η Γερμανία όχι μόνο καταφέρνει να μειώσει τις εκπομπές ρύπων, αλλά παράλληλα διατηρεί την ευμάρειά της και δεν καταργεί θέσεις εργασίας στον βωμό της προστασίας του περιβάλλοντος.
«Διακυβεύεται το μέλλον του πλανήτη»
Ο Μοτζίπ Λατίφ δηλώνει αισιόδοξος, ελλείψει εναλλακτικής λύσης άλλωστε. Και προσυπογράφει τη δραματική έκκληση του οικοδεσπότη των Παρισίων, του γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος προειδοποιεί ότι το διακύβευμα δεν είναι μόνο η προστασία του κλίματος, αλλά, σε τελική ανάλυση, το μέλλον ολόκληρου του πλανήτη.
«Υπάρχουν έγκυρες έρευνες, σύμφωνα με τις οποίες η κλιματική θα μπορούσε να προκαλέσει, μεταξύ άλλων, σοβαρή παγκόσμια ύφεση.
Σε αυτή την περίπτωση θα ανατρεπόταν ακόμα και η αρχιτεκτονική ασφαλείας στον πλανήτη μας. Γιατί δεν μπορεί παρά να υπάρξουν συνέπειες, όταν επιδεινώνονται οι συνθήκες διαβίωσης και αυξάνονται οι προσφυγικές ροές» λέει ο ερευνητής.
Πηγή: DW