Του Lawrence Summers *
Η μεταρρύθμιση της εταιρικής φορολογίας σωστά προσδιορίστηκε από τον εκλεγμένο πρόεδρο και το Κογκρέσο ως άμεση προτεραιότητα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το status quo –όπου οι ΗΠΑ έχουν τον υψηλότερο φορολογικό συντελεστή μεταξύ μεγάλων χωρών και οι εταιρείες συσσωρεύουν μετρητό στο εξωτερικό- μπορεί να βελτιωθεί. Δυστυχώς οι μεταρρυθμίσεις που προσδιορίστηκαν από τον Paul Ryan της Βουλής των Αντιπροσώπων και τον Ντοναλντ Τραμπ θα βλάψουν τη φορολογική βάση στις ΗΠΑ και την παγκόσμια οικονομία.
Η κεντρική ιδέα που έβαλε ο Ryan, η οποία εμφανίζεται να έχει τη στήριξη του Ντ. Τραμπ είναι να μετατρέψει τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων από φόρο στην απόδοση κεφαλαίου σε φόρο μόνο σε έκτακτα κέρδη. Αυτό θα γίνει φορολογώντας τα εταιρικά cash flows.
Επιπρόσθετα με την σημαντική μείωση του συνολικού συντελεστή, το σύστημα θα αλλάξει με τρεις δομικούς τρόπους. Πρώτον, όλες οι επενδυτικές δαπάνες μπορούν να αποσβεστούν τη χρονιά που έγιναν αντί σε βάθος χρόνου. Δεύτερον, οι πληρωμές τόκου σε ομολογιούχους, τράπεζες και άλλους πιστωτές δεν θα είναι πλέον αφαιρέσιμες. Τρίτον, οι εταιρείες θα μπορούν να εξαιρέσουν τα έσοδα από εξαγωγές στον υπολογισμού του φορολογούμενου εισοδήματος και δεν θα τους επιτρέπεται να εκπέσουν τις πληρωμές σε ξένους προμηθευτές ή συνεργάτες από το εισόδημα.
Σε αντίθεση με άλλες οικονομικές ιδέες του Τραμπ η φορολόγηση του εταιρικού cash flow στηρίζεται από ειδικούς και στα δυο πολιτικά κόμματα. Ωστόσο έχει τέσσερα μεγάλα -πιθανόν μοιραία- λάθη.
Πρώτον, η φορολογική αλλαγή θα παροξύνει την ανισότητα, με περισσότερα από τα μισά οφέλη να πηγαίνουν στο κορυφαίο 1% των αμερικανών. Εξαλείφοντας την εταιρική φορολόγηση στην απόδοση κεφαλαίου και μειώνοντας σημαντικά τους συντελεστές στα έκτακτα κέρδη είναι ένα ριζοσπαστικό βήμα που θα μπορούσε να υποστηριχθεί με επιχείρημα την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε ένα κόσμο που οι αποδόσεις κεφαλαίου φορολογούνται αποτελεσματικά σε ατομικό επίπεδο. Είναι όμως πολύ δύσκολο να υποστηριχθεί στο σημερινό κόσμο, όπου οι εξαιρέσεις σημαίνουν ότι το περισσότερο εταιρικό εισόδημα δεν φορολογείται σε ατομικό επίπεδο και όπου ο φόρος ακίνητης περιουσίας, που μπορεί να είναι μια δικλείδα, μπορεί εύκολα να αποφευχθεί ή να εξαλειφθεί.
Δεύτερον, η φορολογική αλλαγή θα αναδιανείμει να ιδιότροπο τρόπο το εισόδημα, θα αυξήσει την αβεβαιότητα και θα βάλει τιμωρητικά βάρη σε κάποιους κλάδους. Σκεφτείτε ένα λιανέμπορο που εισάγει αγαθά για 60 σεντς, έχει 30 σεντς σε εργατικό κόστος και δάνεια και έχει ένα περιθώριο κέρδους 5%. Με φόρο 20% και καμιά δυνατότητα έκπτωσης του κόστους εισαγωγής ή του κόστους δανείων οι φόροι θα υπερβούν σημαντικά το 100% των κερδών ακόμα και αν υπάρχουν κάποια οφέλη από το ισχυρότερο δολάριο.
Επιχειρήσεις που επενδύουν πολύ, προσλαμβάνουν σημαντικά και εξάγουν ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής θα έχουν αρνητικό φορολογητέο εισόδημα σε χρόνια βάση. Είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι η πολιτική διαδικασία θα επιτρέψει επιστροφές πολλών δισεκατομμυρίων ετησίως, έτσι μπορεί και αυτές μπορεί να γίνουν θύματα. Υπάρχουν και ερωτήματα που δεν έχουν απαντηθεί για το ποιοι θα είναι οι κανόνες για τις εκπτώσεις τόκου στις τράπεζες και για τον χειρισμό εταιρειών που έχουν οργανωθεί ως συνεταιρισμοί και δεν πληρώνουν εταιρικούς φόρους.
Τρίτον, οι αλλαγές θα πλήξουν την παγκόσμια οικονομία με τρόπους που αντανακλούνται στις ΗΠΑ. Θα αναγνωστούν από άλλες χώρες και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) ως «προστατευτισμός» που παραβιάζει τις δεσμεύσεις των ΗΠΑ βάσει των συνθηκών. Οι υποστηρικτές μπορεί να αντιπαραβάλουν το επιχείρημα ότι πρέπει να είναι νόμιμες γιατί είναι σαν το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, αλλά ο ΠΟΕ είναι πολύ ξεκάθαρος στο ότι ο φόρος εισοδήματος δεν μπορεί να κάνει διακρίσεις υπέρ των εξαγωγών. Ενώ η διαδικασία στον ΠΟΕ θα πάρει χρόνο, κινήσεις προστατευτισμού από άλλα κράτη θα προχωρήσουν άμεσα.
Οι υποστηρικτές του σχεδίου περιμένουν ανατίμηση του δολαρίου σε ποσοστό που αντιστοιχεί με τον συντελεστή φόρου στο 15-20%. Αυτό θα κάνει τεράστια ζημιά στους δανειστές σε δολάριο σε όλο τον κόσμο και θα πυροδοτήσει οικονομικές κρίσεις σε κάποιες αναδυόμενες αγορές. Από τη στιγμή που τα ξένα assets των ΗΠΑ τηρούνται ως επί το πλείστον σε ξένα νομίσματα, ενώ τα χρέη είναι ως επί το πλείστον σε δολάρια, οι απώλειες των ΗΠΑ με ακόμα και μερική ανατίμηση θα είναι στη ζώνη των τρισεκατομμυρίων. Ειρωνεία αλλά η Κίνα με τα τεράστια αποθέματά της, θα είναι νικητής.
Τέταρτον, ο συνδυασμός ενός απότομα χαμηλότερου συντελεστή, νέων ευκαιριών για φορολογικό arbitrage και του γεγονός ότι τα όποια κέρδη στα έσοδα από το να φέρεις το μετρητό στο εξωτερικό στις ΗΠΑ είναι άπαξ σημαίνει ότι η βάση εσόδων των ΗΠΑ θα διαβρωθεί. Το αποτέλεσμα θα είναι περικοπές στις κυβερνητικές δαπάνες και αυξημένοι φόροι στους φορολογούμενους. Με τον καιρό αυτό θα μειώσει την ανάπτυξη και θα επιβαρύνει τη μεσαία τάξη.
Δεν υπάρχει λόγος να επανεφεύρουμε τον τροχό στη φορολογία. Ας τη φτιάξουμε μειώνοντας στους συντελεστές, κλείνοντας καταφύγια, διευρύνοντας τη βάση και κυνηγώντας τους φορολογικούς παραδείσους. Αυτό θα είναι ένα σημαντικό βήμα για να κάνουμε την οικονομία να αναπτυχθεί γρηγορότερα. Θα είναι και πιο δίκαιο.
* Ο Lawrence Summers είναι συγγραφέας είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο Charles W Eliot του Harvard και πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr