Στουμπ: Οι Φιλελεύθεροι χρειάζονται κουράγιο για να αντισταθούν στους λαϊκιστές

Άρθρο του Αλεξάντερ Στουμπ *

Οι καιροί είναι δύσκολοι για τους φιλελεύθερους διεθνιστές που πιστεύουν σε έναν συνδυασμό δημοκρατίας, οικονομίας της αγοράς και παγκοσμιοποίησης. Η ιδεολογία, ακόμη και με τα ελαττώματά της, έχει αποδείξει την αξία της, αλλά οι υποστηρικτές της φαίνεται πως έχουν πέσει σε χειμερία νάρκη.

Η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική εξακολουθούν να ευημερούν μακράν περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ήπειρο. Ο συνδυασμός του ελεύθερου εμπορίου και της επιχειρηματικότητας έχει βγάλει εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια τις τελευταίες δεκαετίες. Και πάλι, επιθέσεις σε ένα τέτοιο σύστημα έρχονται από όλες τις πλευρές. Οι μη φιλελεύθερες και κατά του προστατευτισμού ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι κάτι το συνηθισμένο. Η Βρετανία φεύγει από την ΕΕ και το κοινοβούλιο της Βαλονίας ήθελε να μπλοκάρει μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τον Καναδά.

Οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές συμβολίζουν καθετί κακόγουστο θα μπορούσε να προκύψει σε έναν δημοκρατικό διάλογο. Η ευγένεια και η ουσία έχουν δώσει τη θέση τους στην προσβολή και την προσωπική επίθεση. Όταν γίνεται «απαραίτητη η γονική συναίνεση» στις αμερικανικές εκλογές, τότε ξέρουμε ότι η δημοκρατία έχει πρόβλημα.

Λαϊκιστές και εθνικιστές κερδίζουν έδαφος. Η κρίση με τους αιτούντες ασύλου στην Ευρώπη έχει οδηγήσει σε μια χιονοστιβάδα ρατσιστικών και ξενοφοβικών κινημάτων που κάνουν το Κόμμα Ελευθερίας της Αυστρίας της δεκαετίας του 1990 να μοιάζει με νηπιαγωγείο. Το τείχος του Ντόναλντ Τραμπ στο Μεξικό θα ήταν ένα άρρωστο αστείο, αν δεν το εννοούσε πραγματικά.

Οι ηγέτες των απολυταρχικών καθεστώτων θα πρέπει να τα παρακολουθούν όλα αυτά με χαιρεκακία. Πρέπει, όμως, να χάσουμε την ελπίδα μας και να υποκύψουμε σε μια νέα απολυταρχική, προστατευτική και εθνικιστική παγκόσμια τάξη; Όχι –αλλά δε θα είναι εύκολο να της αντισταθούμε. Αυτοί είναι τρεις λόγοι γι’ αυτό:

Πρώτον, τα λαϊκίστικα και εθνικιστικά κινήματα είναι δυνατό να έχουν μικρό χρόνο ζωής, αλλά αυτό εξαρτάται από το πώς τα αντιμετωπίζουμε. Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, οι Ευρωπαίοι ηγέτες επέτρεψαν στα εθνικιστικά κινήματα να πάρουν τα πάνω τους. Η αντίδραση ήταν πολύ μικρή και ήρθε πολύ αργά. Οι συνέπειες ήταν φρικτές.

Το καθοριστικό ερώτημα για το μετριοπαθές κέντρο του 2016 είναι το πώς αντιμετωπίζει τα τωρινά λαϊκίστικα κινήματα. Η Φινλανδία, για παράδειγμα, επέλεξε να δώσει στους δεξιούς Αληθινούς Φινλανδούς αρμοδιότητες στην κυβέρνηση. Με την εξουσία έρχονται και οι δύσκολες αποφάσεις και, κατά συνέπεια, οι πολιτικές για τη μετανάστευση, τη λιτότητα και τις διασώσεις έχουν εξαλείψει τη μισή δημοτικότητα του κόμματος.

Άλλοι, όπως οι Σουηδοί, επέλεξαν να κρατήσουν τους Σουηδούς Δημοκράτες εκτός της κυβέρνησης –και έχουν δει τη στήριξη στο κόμμα τους να εκτινάσσεται από τις εκλογές του 2014 και μετά. Πιθανότητα δεν υπάρχει μία και μόνη λύση για τα προβλήματα κάθε ευρωπαϊκής χώρας, αλλά ένα είναι βέβαιο: πρέπει να αφουγκράζεσαι και να αντιμετωπίζεις τα λαϊκίστικα κινήματα, πριν να είναι πολύ αργά.

Δεύτερον, οι οικονομίες της αγοράς έχουν την τάση να ανακάμπτουν. Και όταν το κάνουν, η πίεση στη δημοκρατική διακυβέρνηση υποχωρεί. Υπάρχει μικρότερη ανάγκη εκτόνωσης της αγανάκτησης απέναντι στις κυβερνήσεις και αναζήτησης λύσεων στα πολιτικά άκρα, είτε της Δεξιάς, είτε της Αριστεράς.

Υπάρχουν κάποιοι που αμφισβητούν τη σύνδεση οικονομικής ανάπτυξης και υπεύθυνης δημοκρατίας. Πολλές κυβερνήσεις ανετράπησαν στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξεκίνησε το 2008. Και όμως, άλλες επέδειξαν ανθεκτικότητα. Με οκταετή εμπειρία στην κυβέρνηση μπορώ να πω ότι η ζωή στην πολιτική είναι πολύ πιο εύκολη όταν αναπτύσσεται η οικονομία.

Μπορεί η Ευρώπη να αντιμετωπίζει μια παρατεταμένη περίοδο χαμηλής ανάπτυξης, αλλά μάλλον δεν είναι κάτι τόσο σοβαρό όσο αυτά που είδαμε με την κρίση του 2008. Το ερώτημα είναι, πώς αυτή η ανάπτυξη διαμοιράζεται στα κράτη κοινωνικής πρόνοιας. Ο καταμερισμός θα θεωρηθεί δίκαιος ή άδικος, από εκείνους που ακούν για τα οφέλη του παγκόσμιου καπιταλισμού;

Τρίτον, η τεχνολογική ανάπτυξη θα επιταχύνει την παγκοσμιοποίηση. Πολιτικοί και φορείς χάραξης πολιτικής πρέπει να κατανοήσουν τον αντίκτυπο της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης –τεχνητή νοημοσύνη, ρομποτική, το ίντερνετ των πραγμάτων, τρισδιάστατη εκτύπωση και ψηφιοποίηση. Θα αναταράξει τα πάντα, από τις αγορές εργασίας μέχρι τις εμπορικές σχέσεις. Τα καλά νέα είναι ότι η τεχνολογία θα κάνει πιο δύσκολη τη ζωή των απολυταρχικών καθεστώτων (με εξαίρεση την παρακολούθηση). Ένα έξυπνο τηλέφωνο στα χέρια όλων σε όλο τον κόσμο, γίνεται ισχυρό εργαλείο κατά της συγκέντρωσης στη διακυβέρνηση.

Τα κακά νέα είναι ότι η νέα μηχαvική εποχή θα εξαλείψει τεράστιους αριθμούς θέσεων εργασίας, τόσο διοικητικών όσο και χειρωνακτικών –τα πάντα από οδηγούς ταξί και λεωφορείων μέχρι ειδικούς ακτινολόγους και αναλυτές αγοράς. Πρόκληση για τους νομοθέτες είναι το πώς θα ανταπεξέλθουν σε αυτή τη ριζική μεταστροφή στην αγορά εργασίας.

Οι φιλελεύθεροι διεθνιστές δεν πρέπει να χάσουν την ελπίδα τους. Εντέλει το ερώτημα είναι πώς θα προσαρμοστούμε στην αλλαγή και αν έχουμε το κουράγιο να υπερασπιστούμε την ελευθερία και τη δημοκρατία. Μέσα στην παραφωνία των κοινωνικών δικτύων και των μέσων ενημέρωσης, αυτό δεν θα είναι εύκολο. Η επιθυμία να πάμε με το υποτιθέμενο ρεύμα, είναι πειρασμός.

Πιστεύω ότι οι άνθρωποι είναι λογικοί. Έχουμε την ικανότητα να καταλαβαίνουμε ποιο είναι το καλύτερο για ‘μας. Αν η ιστορία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως οδηγός, η απολυταρχική διακυβέρνηση, ο προστατευτισμός και ο εθνικισμός θα αποτύχουν μακροπρόθεσμα. Αλλά βραχυπρόθεσμα, μπορούν να κάνουν μεγάλη ζημιά. Τη δημοκρατία, την οικονομία της αγοράς και την παγκοσμιοποίηση, αξίζει να τις υπερασπιστεί κανείς. Προκειμένου να επιβιώσουν, θα πρέπει να προσαρμοστούν σε μια παγκόσμια επανάσταση που εκτυλίσσεται πιο γρήγορα από ποτέ άλλοτε.

*Ο Aλεξάντερ Στουμπ είναι πρώην πρωθυπουργός της Φινλανδίας

Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr


Exit mobile version