Στις προεκλογικές αφίσες ο Βούτσιτς είναι πανταχού παρών. Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι ελάχιστα τον ενδιαφέρει ο προεκλογικός αγώνας, καθώς είναι απασχολημένος και εργάζεται νυχθημερόν για το καλό της χώρας. Σύμφωνα πάντως με media agency του Βελιγραδίου, στην προτελευταία εβδομάδα της προεκλογικής περιόδου τα κανάλια εθνικής εμβέλειας προέβαλαν τον πρωθυπουργό και το κόμμα του, το συντηρητικό “Κόμμα της Προόδου”, τουλάχιστον στον μισό τηλεοπτικό χρόνο ποο είχαν στη διάθεσή τους, ενώ δεύτεροι σε τηλεοπτική προβολή αναδείχθηκαν οι συγκυβερνώντες σοσιαλιστές και ακολούθησε η αντιπολίτευση, για την οποία πάντως δεν ακούγονταν ιδιαίτερα κολακευτικά σχόλια.
“Η στρατηγική του Κόμματος της Προόδου είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του Βούτσιτς” σχολιάζει ο φιλόσοφος Βλάντιμιρ Μιλουτίνοβιτς, ο οποίος θεωρεί ότι οι πρόωρες εκλογές γίνονται μόνο και μόνο για να παρατείνει την παραμονή του στην εξουσία του ο σημερινός πρωθυπουργός, δεδομένου ότι θα μπορούσε να κυβερνήσει και χωρίς εκλογές μέχρι το 2018. Επιπλέον, σημειώνουν οι σχολιαστές, οι σημερινές βουλευτικές εκλογές συμπίπτουν με τις δημοτικές εκλογές, αλλά και με τις κάλπες στην επαρχία της Βοϊβοντίνα. Προφανής στόχος του Βούτσιτς είναι να αξιοποιήσει τη δημοτικότητά του κινητοποιώντας τους ψηφοφόρους, προκειμένου να διευκολύνει το κόμμα του και στις υπόλοιπες εκλογικές αναμετρήσεις της Κυριακής. “Η κυβέρνηση αποφεύγει κάθε συζήτηση επί του περιεχομένου και απλώς αναζητεί πειθήνιους ψηφοφόρους, οι οποίοι θα δώσοτν την ψήφο τους σε εκείνον που όλοι πιστεύουν ότι θα κερδίσει ούτως ή άλλως” γράφει στο μπλογκ του ο Μιλουτίνοβιτς.
Όλοι εναντίον ενός
Οι κυβερνώντες δίνουν μία διαφορετική εξήγηση για την προκήρυξη πρόωρων εκλογών και ισχυρίζονται ότι απαιτείται μία νέα, ισχυρή εντολή για την υλοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων. Από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Σερβίας, ο Βούτσιτς αυτοπροβάλλεται ως αδιάφθορος, μεταρρυθμιστής και υποστηρικτής της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας. Έχει συγκεντρώσει πολλές συμπάθειες στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες υπογράφοντας συμφωνία με το Κόσοβο, παρότι δεν αναγνωρίζει την ανεξαρτησία του, και ανοίγοντας κατ΄αυτόν τον τρόπο τον δρόμο για ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ, οι οποίες άρχισαν τον περασμένο Δεκέμβριο. Στο εσωτερικό της χώρας η κατάσταση δεν είναι τόσο ρόδινη για τον πρωθυπουργό, καθώς, παρά τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, η πολυποθητη οικονομική ανάκαμψη δεν είναι ορατή, η ανεργία εκτιμάται ότι έχει υπερβεί κατά πολύ το επίσημο ποσοστό του 17% και, σύμφωνα με σχετικές έρευνες, δύο στους τρεις οικογένειες παρακινούν τα παιδιά τους να εγκαταλείψουν τη χώρα, αναζητώντας μία καλύτερη τύχη στο εξωτερικό.
Αν και η δημοφιλία του, η υποστήριξη των μέσων ενημέρωσης και η διάσπαση της αντιπολίτευσης προμηνύουν μία νέα νίκη του Βούτσιτς, ο ίδιος ισχυρίζεται ότι σίγουρα θα χάσει τις εκλογές, καθώς επιμένει να ακολουθεί μία θαρραλέα πολιτική και αρνείται να υποταχθεί τόσο στη Δύση, όσο και στη Ρωσία. Μάλιστα η λαική εφημερίδα Alo, η μεγαλύτερη σε κυκλοφορία στη χώρα, διέδωσε πρόσφατα τη θεωρία ότι οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης εν συνόλω, δηλαδή τόσο τα φιλοδυτικά όσο και τα φιλορωσικά κόμματα, απεργάζονται από κοινού μία συνομωσία με στόχο να ανατρέψουν τον Βούτσιτς και στη συνέχεια να μοιραστούν την εξουσία. Αλλά ο ισχυρισμός ότι όλοι απειλούν τον Βούτσιτς αποτελει “τέχνασμα και υπερβολή”, προκειμένου ο πρωθυπουργός να συσπειρώσει τους οπαδούς του, γράφει στη στήλη του ο Ντράγκολιουμπ Ζάρκοβιτς, αρχισυντάκτης της εβδομαδιαίας εφημερίδας του Βελιγραδίου Vreme.
Η περίπτωση Σέσελι
Οι δημοσκοπήσεις, τις οποίες ωστόσο κανείς στη Σερβία δεν παίρνει στα σοβαρά, προβλέπουν μία πολυκομματική Βουλή, στην οποία πρώτη δύναμη θα είναι το κόμμα του Βούτσιτς, ενώ θα συμμετέχουν και οι συγκυβερνώντες, σήμερα, σοσιαλιστές. Θεωρείται πιθανό να εισέλθουν στο κοινοβούλιο και άλλα δύο “αστικά κόμματα”, όπως ονομάζονται συνήθως στη Σερβία οι πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Το “παρών” στις κάλπες δίνουν και δύο εθνικιστικά κόμματα, των οποίων η υπεραπλουστευμένη συνταγή συνοψίζεται στα εξής: “Το Κόσοβο ανήκει στη Σερβία, οι κακοί είναι στη Δύση και οι καλοί είναι στη ορθόδοξη μητέρα μας, τη Ρωσία”.
Μία μορφή του εθνικιστικού χώρου, που ευλόγως προσελκύει το ενδιαφέρον των διεθνών μέσων ενημέρωσης, είναι ο Βόισλαβ Σέσελι, ο οποίος επιμένει στη γνωστη ιδεολογία της “μεγάλης Σερβίας”. Στα τέλη Μαρτίου ο Σέσελι αθωώθηκε, σε πρώτο βαθμό, από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης, γεγονός που ο ίδιος εκλαμβάνει ως δικαίωση του εθνικιστικού παροξυσμού που τον διακατέχει. Θεωρούσε αυτονόητο να καίει σημαίες της Κροατίας, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στον προεκλογικό αγώνα. Ο πολιτικός επιστήμων Ντούσαν Γιάνιτς πιστεύει ότι ο Σέσελι “θα είναι μόνιμη πρόκληση και διαρκές πρόβλημα κατά τις μελλοντικές ψηφοφορίες στο σερβικό κοινοβούλιο”. Σε τελική ανάλυση όμως, εκτιμούν οι περισσότεροι αναλυτές, δεν θα είναι κάτι περισσότερο από ένα ταραχοποιό στοιχείο. Ο δημοσιογράφος Ντράγκολιουμπ Ζάρκοβιτς θεωρεί ότι και στην επόμενη Βουλή το Κόμμα της Προόδου και οι σοσιαλιστές θα συνεχίσουν τη συνεργασία τους στον κυβερνητικό συνασπισμό. Εκτός βέβαια αν ο Βούτσιτς κατακτήσει την απόλυτη πλειοψηφία. Σε αυτήν την περίπτωση, λέει ο σέρβος αναλυτής, “ο Βούτσιτς δεν θα χρειάζεται κανέναν, ούτε καν τους ψηφοφόρους του”.
Πηγή: Deutsche Welle