Το 40% των διαχειριστών
επενδυτικών κεφαλαίων αναγκάζεται να ζητήσει κάποιες διευκολύνσεις από μια συμφωνία ή και να την διακόψει όταν οι επιδόσεις σε ESG είναι χαμηλές, σύμφωνα
με την PwC.
Τα στοιχεία της Παγκόσμιας
Έρευνας Υπεύθυνων Επενδύσεων PE (Global PE Responsible Investment Survey) της
PwC βασίστηκαν στις απαντήσεις των 111
διαχειριστών επενδυτικών κεφαλαίων.
Ειδικότερα, τα
στοιχεία της έρευνας έδειξαν ότι:
Το 41% των διαχειριστών
επενδυτικών κεφαλαίων δήλωσε ότι
είναι διατεθειμένο να καταβάλλει ένα επιπλέον τίμημα για μια εταιρεία η οποία καταγράφει ισχυρές επιδόσεις ESG.
Τα PEFs εντοπίζουν και άλλους κινδύνους τους οποίους
καλούνται να αντιμετωπίσουν. Για παράδειγμα,
το 85% εμφανίζεται προβληματισμένο για θέματα
περί κυβερνοασφάλειας, ενώ μόλις το 27% αυτών έχει λάβει σχετικά μέτρα.
Μεταξύ άλλων ο διευθυντής Ιδιωτικών Επενδυτικών Κεφαλαίων
της PwC μPhil Case, δήλωσε σχετικά ότι «ο τομέας των PEFs αλλάζει με γρήγορους
ρυθμούς. Πρόκειται για έναν σχετικά νέο
κλάδο, ο οποίος επαναπροσδιορίζει την ταυτότητά του από “αδιάφορος”
σε “υπεύθυνος” και από λιγότερο σε περισσότερο διαφανής. Αυτό
αποδεικνύεται περίτρανα στη φετινή έρευνα με τη συμμετοχή 111 PEFs από 22 χώρες
από όλον τον κόσμο.
Το 70% των PEFs έχει δεσμευτεί πλέον δημοσίως να επενδύσει υπεύθυνα
και είτε εφαρμόζει ήδη επισήμως πολιτική υπεύθυνων επενδύσεων,
είτε θα το πράξει σύντομα (96%).
Το 83% δημοσιοποιεί στους επενδυτές του τη δραστηριότητά του
όσον αφορά σε θέματα ESG, ενώ ελάχιστα πράγματα παραμένουν πλέον
“ιδιωτικά”.
Τα PEFs έχουν “αγκαλιάσει” τη διαχείριση ESG ως καθοριστικό
παράγοντα στη διαδικασία υλοποίησης επιχειρηματικών συμφωνιών, με το 60% να δηλώνει
πλέον ότι εξετάζει τις εταιρείες, οι οποίες στοχεύουν για κινδύνους και
ευκαιρίες σε επίπεδο ESG».
Από την άλλη πλευρά ο Υπεύθυνος Παγκόσμιας Βιωσιμότητας της PwC, Malcolm
Preston επεσήμανε ότι «ένα μεγάλο ποσοστό των PEFs δεσμεύτηκε να λάβει μέτρα για
εναρμόνιση των δραστηριοτήτων ESG – Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το
44% σκοπεύει να αξιολογήσει τον αντίκτυπο της δραστηριότητάς του στους Στόχους
Βιώσιμης Ανάπτυξης. Στην ουσία, οι στόχοι
αυτοί αποτελούν ένα μέσο μετριασμού των επιχειρηματικών κινδύνων που απορρέουν
από ζητήματα βιωσιμότητας. Οι κυβερνήσεις θα αναζητήσουν βοήθεια από τις
επιχειρήσεις για την επίτευξη αυτών των στόχων.
Όσο μεγαλύτερη εναρμόνιση υπάρχει ανάμεσα στις πολιτικές των
επιχειρήσεων και των κρατών για την επίτευξη αυτών των στόχων, τόσο μεγαλύτερο
θα είναι το όφελος για όλους. Αυτή η δέσμευση έναντι των Στόχων Βιώσιμης
Ανάπτυξης και η σταθερή σχέση με το κράτος είναι πιθανό να προσελκύει ολοένα
μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τους επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων και των ιδιωτικών
επενδυτικών κεφαλαίων.